Κάπου διάβασα τούτες τις μέρες πως μια γυναίκα στην Αμερική, βλέποντας το νέο Πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, είπε:  «Αυτός είναι καλός άνθρωπος. Φαίνεται απ’  το πρόσωπό του» . Δεν θα κρίνω την αλήθεια αυτής της ρήσης. Πιστεύω, όμως,  πως το πρόσωπο ενός ανθρώπου μπορεί να είναι ο καθρέπτης της ψυχής του, αν και η λαϊκή παροιμία λέει πως «άνθρωπο βλέπεις, μα καρδιά δεν ξέρεις» (Στο νου μου έρχεται μια παλιά ταινία με τον τίτλο «Ο δολοφόνος με το αγγελικό πρόσωπο»).

Ωστόσο, στο πρόσωπο των αληθινών ανθρώπων, εκείνων που δεν υποκρίνονται, που δεν μοιάζουν στους Φαρισαίους, αντικατοπτρίζεται ο «μέσα κόσμος», η ζωή που ανθίζει μέσα στον άνθρωπο «μ’ όλα τα πλούτια που ‘χει» (Διονύσιος Σολωμός). Το Ευαγγέλιο το λέγει καθαρά: «Ὁ λύχνος τοῦ σώματος ἐστὶν ὁ ὀφθαλμός. Ἐὰν οὖν ᾖ ὁ ὀφθαλμὸς σου ἁπλοῦς, ὅλο τὸ σῶμά σου φωτεινὸν ἔσται.

Ἐὰν δ’ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρός ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου σκοτεινὸν ἔσται»(Ματθ. 6,22-23). Δηλαδή: «Το λυχνάρι του σώματος είναι τα μάτια. Αν λοιπόν τα μάτια σου είναι καθαρά, όλο το σώμα σου θα είναι στο φως. Αν όμως είναι πονηρά, τότε όλο το σώμα σου θα είναι στο σκοτάδι». Έτσι το πρόσωπο και ειδικά τα μάτια γίνονται ο καθρέπτης του «κεκρυμμένου» κόσμου της καρδιάς, είτε αυτός είναι φωτεινός είτε σκοτεινός, αγγελικός ή δαιμονικός.

Με δυο πράγματα θα ήθελα να ασχοληθώ σε τούτο το κείμενο. Πρώτα με το πώς γίνεται κανείς «καλός άνθρωπος» κι έπειτα τι σημαίνει «καλός άνθρωπος». Ξεκινώντας θα έλεγα πως αυτό που λέμε «καλοσύνη» δεν είναι κάτι το έμφυτο, ο άνθρωπος δεν γεννιέται καλός. Γίνεται.

Αντίθετα, ο άνθρωπος φέρει μέσα του κληρονομικά, όπως όλα τα έμβια όντα, τα ένστικτα της αυτοσυντήρησης και της αναπαραγωγής, που μπορεί να τον κάμουν επιθετικό. Ευτυχώς, όμως, είναι φορέας, απ’ την αρχή της γέννησής του, και της δυνατότητας να αναπτύξει την κοινωνικότητά του, να διαμορφώσει ηθικούς κώδικες, να συντάξει νόμους και κανόνες για την επιβολή του δικαίου, να οργανώσει εκπαιδευτικούς θεσμούς και να αποκτήσει αρετές που θα τον εξανθρωπίσουν, θα τον διαφοροποιήσουν δηλαδή από τα άλλα ζώα, ώστε να γίνει τελικά ένας «καλός άνθρωπος»: ο άνθρωπος γεννιέται «δυνάμει» καλός.

Ωστόσο, ενώ όλες αυτές οι σπουδαίες και μεγάλες ανθρώπινες κατακτήσεις λειτουργούν  ως το πλαίσιο μέσα στο οποίο διαμορφώνεται ο άνθρωπος, δεν είναι αρκετές για να γίνει κανείς «καλός». Οικογένεια και εκπαίδευση αλλά και το γενικότερο κοινωνικό περιβάλλον είναι ασφαλώς βασικοί και ουσιαστικοί παράγοντες διαμόρφωσης του «καλού  ανθρώπου». Θεωρώ, όμως, ότι το κυρίαρχο είναι οι εμπειρίες και τα βιώματα, οι δοκιμασίες από τις οποίες περνά ο άνθρωπος.

Κανείς δεν γίνεται «καλός» με όλη τη σημασία της λέξης, αν δεν δοκιμαστεί στο καμίνι της ζωής, φτάνει να σκαφτεί και να φιλοσοφήσει πάνω σ’ αυτά τα «πάθια»   και τους «καημούς» του, κατά την έκφραση του Παπαδιαμάντη. Και ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος γράφει ότι «κανείς δεν ανεβαίνει στον ουρανό με άνεση», ζώντας δηλαδή με ραστώνη, με απολαύσεις, με χαλαρότητα. Η καλοσύνη δεν είναι θεωρητική, δεν μαθαίνεται απλώς απ’ τα βιβλία.

Είναι βίωμα, είναι καρπός μιας πρακτικής σοφίας που γεννιέται απ’ τη συμπόρευση με τους άλλους ανθρώπους, απ’ τα καθημερινά παραδείγματα, απ’ τις ίδιες τις δικές μας δοκιμασίες και τον αγώνα στο στίβο της ζωής. Νομίζω πως αυτό λείπει απ’ τα σημερινά παιδιά, τουλάχιστον στο δικό μας κόσμο, τον κόσμο της κατανάλωσης και της ευμάρειας, τον κόσμο της χαλαρότητας.

Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να τιμωρούμε τα παιδιά ή να τα σκληραγωγούμε, όπως συνέβαινε παλιότερα (ας διαβάσει όποιος θέλει τον «Καπετάν Μιχάλη» του Ν. Καζαντζάκη, για να διαπιστώσει τη συμπεριφορά του πατέρα προς το γιο του, το Θρασάκι).

Σημαίνει ότι χρειάζεται να λέμε και το «όχι» στα παιδιά μας, να τους θέτουμε όρια, να τους δώσουμε να καταλάβουν ότι δεν μπορούν να έχουν τα πάντα δίχως κόπο, να τα κάμουμε να εκτιμήσουν και να σεβαστούν τον κόπο και τον αγώνα του πατέρα και της μάνας, ώστε έτσι να σεβαστούν και τον κόπο των άλλων μανάδων και πατεράδων.

Τι σημαίνει όμως «καλός άνθρωπος»; Η λέξη «καλός» στα αρχαία ελληνικά είχε τις σημασίες του «ωραίος, όμορφος» αλλά και «ηθικά καλός, ενάρετος». Σήμερα χρησιμοποιούμε τη λέξη κυρίως με τη δεύτερη σημασία της, αν και γίνεται και χρήση της με τη σημασία του «ωραίος» (λέμε π.χ. καλό θέατρο, καλή μουσική, εννοώντας θέατρο και μουσική υψηλής ποιότητας).

«Καλός άνθρωπος» σημαίνει τον άνθρωπο που χαρακτηρίζεται από ευγενικά και αγαθά αισθήματα, από καλοσύνη και αγαθές προθέσεις, που δείχνει αγάπη και αλτρουισμό, που σέβεται τους συνανθρώπους του και το περιβάλλον. Γενικά, στη λ. «καλός» συμπεριλαμβάνονται όλες οι αρετές που κάνουν τον άνθρωπο αληθινό άνθρωπο, που διαμορφώνουν την ανθρωπιά του.

Υπάρχουν αυτοί οι «καλοί άνθρωποι» σήμερα; Θυμούμαστε όλοι τον αξέχαστο Θανάση Βέγγο και την ατάκα του «καλοί μου άνθρωποι». Έχω την εντύπωση πως η ατάκα αυτή δεν αντικατόπτριζε τόσο μια πραγματικότητα όσο μια επιθυμία και μια παράκληση: ο Θανάσης μάς υπενθύμιζε ότι πρέπει να γίνουμε καλοί άνθρωποι, να μην ξεχνάμε την καλοσύνη, που μας κάνει άξιους να λεγόμαστε άνθρωποι.

Υπάρχουν, λοιπόν, τελικά  καλοί άνθρωποι; Ναι, υπάρχουν. Ωστόσο, η κοινωνία μας δεν τους προβάλλει. Αντίθετα συχνά τους αποκαλεί «αγαθούς», μια λέξη που είναι συνώνυμη της λ. «καλός», αλλά που η κοινωνία μας της έχει δώσει τη σημασία του «χαζός, αφελής». Η κοινωνία μας μάλλον προβάλλει και προτιμά τους αετονύχηδες, τους πονηρούς, τους καταφερτζήδες, τους καπάτσους

Ο σημερινός άνθρωπος φαίνεται πως αποδέχεται την παροιμία που λέει ότι «ο καλός καλό δεν έχει», δηλαδή ο καλός άνθρωπος συχνά δυστυχεί. Και πώς να μη δυστυχεί, όταν βλέπει όσα στραβά, ανήθικα και άδικα συμβαίνουν γύρω του;

Παρ’ όλα αυτά,  ο «καλός άνθρωπος» εξακολουθεί να δείχνει το δρόμο που πρέπει να βαδίσουμε: το δρόμο της ανθρωπιάς. Ωραία αυτή η ελληνική λέξη, που συμπυκνώνει όλο το νόημα και το σκοπό της ανθρώπινης ζωής: να γίνουμε αυτό που είμαστε: άνθρωποι. Κι όταν γίνουμε αληθινοί άνθρωποι, τότε θα βρεθούμε πέρα από τις κατηγορίες του καλού και του κακού. Αλλά αυτό ανάγεται μάλλον στο χώρο του μεταφυσικού.

Και για να κλείσω όπως άρχισα. Μακάρι ο νέος Αμερικανός Πρόεδρος να είναι όντως ένας καλός άνθρωπος.