Ενώ η υπόλοιπη πάνω Ελλάδα ζει εφιαλτικές ημέρες λόγω του εμφυλίου πολέμου, η πρωτεύουσα περνά μία περίοδο περίεργου ευδαιμονισμού. Αυτό το φαινόμενο το έχει επισημάνει ο μεγάλος μας χρονογράφος, ο αείμνηστος Παύλος Παλαιολόγος, στη στήλη του στις εφημερίδες “Το Βήμα” και τα “Νέα” και σημειώνει, ότι αμέριμνη η πρωτεύουσα απολαμβάνει τ’ αγαθά της πιο αδιατάρακτης ειρήνης. Γράφει χαρακτηριστικά:

“Πού να φανταστεί ο ανύποπτος ξένος που έρχεται στην πόλη μας ότι λίγα βήματα παραέξω μαίνεται ο πόλεμος; Και τι πόλεμος… Ο Κωστάκης βάλλει εναντίον  του Μιχαλάκη και ο Μιχαλάκης ανταποδίδει τα πυρά του Κωστάκη. Πολεμικά ανακοινώθεντα, προελάσεις και εγκλωβισμοί. Αριθμοί αιχμαλώτων, ονόματα νεκρών. Περιγραφές μαχών. Πυροτέχνημα η Ελλάδα…”. Και συνεχίζει ο χρονογράφος μας:

“Και εμείς, εμείς… κέφι που το έχουμε, μη βασκαθούμε.  Κατάμεστο το κοσμικό καρνέ μας. Νεόφερτη κούρσα σταματά έξω από την πόρτα σας και η εύθυμη συντροφιά της εισβάλλει με θορύβους χαράς στο σπίτι για να σας παρασύρει στην εκδρομή του Σουνίου”. Ο Παλαιολόγος συγκαταλέγεται ανάμεσα στους Αγίους της δημοσιογραφίας. Δίκαια χαρακτηρίστηκε από τους συναδέλφους ως “Νοσταλγός της Πόλης”. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και από το 1928 υπήρξε μόνιμος συνεργάτης των εφημερίδων του Οργανισμού Λαμπράκη.

Κυρίως διακρίθηκε για τα μοναδικά του χρονογραφήματα. Έζησε περίπου εκατό χρόνια (1895-1984). Όταν τον τίμησαν στον “Παρνασσό” στις 7.9.1975 είπε τα εξής: “Ξέρω το πρωινό που σας σερβίρω, πλούσιο δεν είναι. Είναι όμως δουλεμένο με επιμέλεια μανιακού. Κάτι ακόμα. Είναι γραμμένο με χέρια παστρικά. Πολλές οι αστοχίες, οι πλάνες, οι αδεξιότητες. Ούτε μία όμως γραφή με βρώμικα χέρια.

Αυτά τα χέρια απλώνω σήμερα και με το μέτωπο ψηλά για να σφίξω τα δικά σας χέρια”. Διεισδυτικός, όπως πάντα στα χρονογραφήματα, δίν ει με το δικό του τρόπο μια πιστή εικόνα της ζωής στην Αθήνα, εκείνη την μεταπολεμική εποχή.

Δίνει με τόσο ανάγλυφο τρόπο κάθε πτυχή της ζωής στην πρωτεύουσα που χαίρεται μ’ ένα πολύ περίεργο τρόπο την ελευθερία της ύστερα από τη μαύρη περίοδο της Κατοχής. Ίσως να είναι ανθρώπινες οι αντιδράσεις του λαού που τόσα είχε περάσει και διψούσε για μια ζωή ελεύθερη. Διψούσε για περισσότερο φαγητό, αφού τόσο είχε πεινάσει! Διψούσε για να γλεντήσει, ξένοιαστος, αφού είχε στερηθεί τη διασκέδαση και το γέλιο, τη χαρά και την ανεμελιά.

ΤΕΤΟΙΕΣ ΜΕΡΕΣ... ΤΕΤΟΙΑ ΛΟΓΙΑ! Ένας ευδαιμονισμός μετά τον πόλεμο
Ηράκλειο τέτοιες μέρες του καλοκαιριού. Το νησί μας είχε το δικό του μερτικό στον εμφύλιο. Ωστόσο η συμμετοχή της Κρήτης αναλογικά ήταν μικρή. Ακόμα και σε χρονικά όρια ο εμφύλιος στην Κρήτη ήταν περιορισμένος από τον Μάιο του 1947 έως  τον Οκτώβριο του 1948. Μια ήπια κατάσταση ας πούμε και για το νησί μας ευδαιμονισμού και λήθης από τα περασμένα! Εξελίξεις στα δημοτικά πράγματα της πόλης μας, όπου δήμαρχος διορίζεται ο Αριστείδης Ανδρουλάκης σε αντικατάσταση του προηγούμενου δημάρχου, Δημητρίου Χαλκιαδάκη.

Εντύπωση προκαλεί η λειτουργία του λαϊκού οδοντιατρείου στο υγειονομικό κέντρο Ηρακλείου η οποία αποβλέπει στην εξυπηρέτηση των απόρων τάξεων. Το γνωστό εμπορορραφείο του Ιωσή Ν. Κουναλάκη, καθιστά γνωστό στην αξιότιμη πελατεία του ότι μετεφέρθη από την οδό 1821 στην πλατεία Ελευθερίου Βενιζέλου ή κατά τους Καστρινούς στο “Σαντριβάνι”. Φυσικά δεν παύει να ενημερώνει τους πολυπληθείς πελάτες του το κατάστημα ελληνικών και ευρωπαϊκών κασμηριών και γενικά υφασμάτων με την επωνυμία: Φανιουδάκη-Σφακιανάκη. Τα βαμβακερά, εμπριμέ, λινομέταξα και μεταξωτά έχουν τιμές αθηναϊκών εργοστασίων.

Τιμές Αθηνών βρίσκει κανείς (παραπλεύρως του Ρεγκινάκη) και στον Διαμιανάκη. Ψιλικά, υαλικά, χαρτικά, χρώματα, καλτσικά, μπαχαρικά κ.λπ. στο τηλέφωνο 225 “ότι θέλει ο λαός στου Δαμιανάκη ασφαλώς”. Αυτή την περίοδο ακμάζουν και τα λουτρά Πόρου. Πρόκειται για θαλάσσια δημοτικά λουτρά όπου το Ζυθεστιατόριο “Αίγλη”, παρουσιάζει στην αξιότιμη πελατεία πλήρη μουσική ορχήστρα. Μπάνιο μετά μουσικής…

Τι το καλύτερο! Ένα ουζάκι είναι ό,τι καλύτερο στο γνωστό στέκι “Βαλκάνια” των: Νικολάου Αρχοντάκη και Δ. Αλεξάκη. Όσο για την κουζίνα του… δεν παλεύεται.

Τα γλέντια φυσικά συνεχίζονται με την περιηγητική λέσχη της πόλης μας να διοργανώνει μέσα σε μια εβδομάδα δύο χορούς. Την 6η Ιουλίου στο κέντρο “Ροδακινιές” των Αρχανών και την 11η Ιουλίου   (1946) χορό, στο κέντρο “Αμυγδαλιές” της πόλης μας.

Τέτοιες μέρες… Σίγουρα θα πρέπει να αναφερθώ και στα νέα της Μεσσαράς, τα οποία έχουν επίκεντρο την Πόμπια!

Το φωτογραφείο του Ιωάννη Ντελιδάκη που λειτουργεί στην Πόμπια εφοδιάστηκε με εξαιρετικής ποιότητας φωτογραφικό χαρτί. Κάθε Σάββατο λειτουργεί στις Μοίρες στο ξενοδοχείο Μανούσου Φραγκάκη. Όσοι θέλουν μπορούν να αποτανθούν εκεί για φωτογραφίες σε διάφορους χρωματισμούς. Στον ίδιο χώρο ο καθένας μπορεί να προμηθευτεί και διάφορα είδη ψιλικών, αλλά και καλτσικών σε τιμές Αθηνών.

Επίσης ηγγέλθη τηλεφωνικά ο θάνατος του στρατηγού Αριστοτέλους Κόρακα. Ο μεταστάς αντιστράτηγος εν αποστρατεία γεννήθηκε το 1858 στην Πόμπια  και ήταν γιος του ενδόξου αρχηγού των Κρητικών  Επαναστάσεων Μιχαήλ Κόρακα. Το 1873 εισήχθη στην Σχολή Ευελπίδων ως υπότροφος του Γεωργίου Α’, του Βασιλέως, τιμής ένεκεν.

Το 1880 εξήλθε με τον βαθμό του αντυπασπιστού καταταγείς στο μηχανικό. Το 1887 ως λοχαγός ήρθε στην Κρήτη και αναγνωρίστηκε γενικός αρχηγός των ανατολικών επαρχιών της νήσου, διευθύνων τις πολεμικές επιχειρήσεις (όπως μάχες των Αρχανών, αποκλεισμός Τούρκων στο φρούριο Ηρακλείου και επιθέσεις στο φρούριο Ιεράπετρας). Κατά τους πολέμους 1912-1913 ως συνταγματάρχης και διοικητής σώματος Κρητών σε επιχειρήσεις Ηπείρου και Μακεδονίας.

Τέλος διετέλεσε διοικητής του τρίτου και πέμπτου σωμάτων στρατού. Ο στρατηγός Αριστοτέλης Κόρακας εκηδεύθη δημόσια δαπάνη την 1η Ιουλίου, ημέρα Δευτέρα, το 1946. Η νεκρώσιμη ακολουθία εψάλη στον Μητροπολιτικό Ναό των Αθηνών. Παρέστησαν ο προεδρεύων της κυβερνήσεως Στ. Γονατάς, ο στρατηγός Πλαστήρας, εκπρόσωποι του Γενικού Επιτελείου Στρατού, του Δήμου Αθηναίων, Κρήτες βουλευτές και πλήθος στρατιωτικών ξηράς και θαλάσσης.

Τον νεκρό αποχαιρέτησε ο βουλευτής Ηρακλείου Πολυχρονάκης, καθώς και ο πρώην βουλευτής Τζερμιάς.

Έμοιαζε εκείνο το καλοκαίρι του 1946 να είναι κάπως  διαφορειτκό, είχαν ανάγκη οι άνθρωποι να ζήσουν διαφορετικά, μακριά από μίση και έριδες, από πολέμους και συμφορές. Ήθελαν να νιώσουν ελεύθερα, μέσα σε ένα κλίμα ειρήνης και κοινωνικής ομαλότητας.