Μεθαύριο συμπληρώνεται ένας χρόνος ζωής – σχήμα οξύμωρον – του πολέμου στην Ουκρανία. Τα ξημερώματα της 24ης Φεβρουαρίου του 2022, με εντολή του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν, τα πρώτα ρωσικά τεθωρακισμένα εισέβαλαν στα περίχωρα του Κιέβου, σε μια επιχείρηση που πολλοί προδίκαζαν ως μια «εισβολή – αστραπή», διάρκειας μερικών εβδομάδων ή ολίγων μηνών. Οι σειρήνες του πολέμου όμως που ήχησαν τότε, συνεχίζουν ακόμα και σήμερα, έναν χρόνο μετά, να ηχούν.
Ο απολογισμός είναι δραματικός. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι, πολίτες και στρατιώτες και από τις δυο πλευρές του μετώπου έχουν σκοτωθεί. Εκατομμύρια άλλοι πολίτες εξαναγκάστηκαν σε βίαιη φυγή, εγκαταλείποντας τα σπίτια τους. Ολόκληρες πόλεις εξαφανίστηκαν από τον χάρτη. Η ρωσική εισβολή δοκίμασε τις διεθνείς διακρατικές σχέσεις και διατάραξε το διεθνές εμπόριο σιτηρών, τις εξαγωγές του φυσικού αερίου, επηρεάζοντας οικονομικά τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο.
Ο Ρώσος πρόεδρος Πούτιν διέταξε την εισβολή στην Ουκρανία από βορρά, ανατολή και νότο, με στόχο την αποστρατικοποίηση και την αποναζιστικοποίηση της χώρας, ώστε να προστατευτούν οι Ρώσοι που ζουν εκεί, αλλά και να επιτευχθεί η αποτροπή της επιχειρούμενης ένταξης της χώρας στο ΝΑΤΟ και η διατήρησή της στην ρωσική σφαίρα επιρροής.
Έναν χρόνο μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, διαπιστώνουμε μετά λύπης ότι, όχι μόνο δεν διαφαίνεται κάποια στρατηγική εξόδου απ’ αυτόν τον πόλεμο, αλλά αντίθετα παρατηρούμε να συντηρείται μια αυτοτροφοδοτούμενη δυναμική κλιμάκωσης, με την πλειοψηφία των διαφόρων δημοσιολογούντων να πλειοδοτούν σε έναν πολεμοχαρή λόγο, ενώ ταυτόχρονα επισημαίνουμε και την ανυπαρξία κάποιου διεθνούς ειρηνιστικού κινήματος, η παρουσία του οποίου θα βοηθούσε αναμφίβολα στην εκτόνωση αυτής της κρίσης.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν συντελείται μόνο τοπικά, αφού οι συνέπειές του επηρεάζουν άμεσα την παγκόσμια κοινότητα. Οι απαρχές αυτού του πολέμου εντοπίζονται σε βάθος χρόνου, ενώ η διεξαγωγή του δεν περιορίζεται μόνο σε στρατιωτικό επίπεδο, αλλά και σε πολιτικό και κυρίως σε οικονομικό. Στον πόλεμο αυτό, δεν είναι δύσκολο να διακρίνουμε την μετατόπιση της καπιταλιστικής κρίσης – μέσα στην οποία εδώ και 15 χρόνια έχουμε βυθιστεί – από τα ψηλότερα στα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα. Πρόκειται ουσιαστικά για μια μεγάλη κρίση που έχει μεταβάλει βίαια τους συσχετισμούς μεταξύ των κρατών.
Το κόστος αυτού του πολέμου βαραίνει πρωτίστως τους λαούς που έχουν βρεθεί στο επίκεντρο των στρατιωτικών συγκρούσεων, αλλά όχι μόνο αυτούς. Το αποτύπωμα αυτού του πολέμου στις δικές μας κοινωνίες, το συναντάμε στην τεράστια ενεργειακή κρίση που αντιμετωπίζουμε, στις έντονες πληθωριστικές πιέσεις που δεχόμαστε, στα διάφορα καλάθια των νοικοκυριών της παρηγοριάς που αναλωνόμαστε και στα κουπόνια της επαιτείας που κυνηγάμε, αλλά και σε όλες γενικά τις καθημερινές πλέον στερήσεις που δυσκολεύουν ολοένα και περισσότερο την επιβίωσή μας, ενώ η απειλή μιας παγκόσμιας επισιτιστικής κρίσης συνεχίζει να πλανάται. Ο πόλεμος αυτός για εμάς του «πληβείους» της κοινωνίας, είναι κατά κάποιον τρόπο όλα αυτά που ζούμε ήδη…
Η σημερινή Ουκρανία βιώνει μια τεράστια καταστροφή. Πολλές βομβαρδισμένες και ερειπωμένες πόλεις, 8 εκατομμύρια πρόσφυγες, 16 χιλιάδες άμαχοι πολίτες νεκροί και τραυματίες, περισσότερα από 1000 νεκρά ή σοβαρά τραυματισμένα παιδιά και εκατοντάδες νεκροί στρατιώτες και από τις δυο πλευρές. Την ίδια στιγμή, ένα εκατομμύριο Ρώσων έχουν επίσης γίνει πρόσφυγες και έχουν εγκαταλείψει τη χώρα τους. Είναι Ρώσοι πολίτες που εναντιώνονται στον πόλεμο. Έναν πόλεμο που προκάλεσε μια μεγάλη ανθρωπιστική κρίση και οδήγησε εκατομμύρια ανθρώπους στην προσφυγιά, διαμορφώνοντας το μεγαλύτερο κύμα προσφύγων εντός της Ευρώπης από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Χιλιάδες είναι οι άμαχοι που έχουν χάσει τη ζωή τους – χωρίς βεβαίως να γνωρίζουμε τον ακριβή αριθμό – ενώ οι σκληρές οικονομικές κυρώσεις που επέβαλε η ΕΕ κατά της Ρωσίας, δεν οδήγησαν μέχρι τώρα το Κρεμλίνο σε υποχώρηση ούτε και σε συνθηκολόγηση.
Όλοι οι εμπλεκόμενοι στον πόλεμο της Ουκρανίας, προετοιμάζονται σήμερα για ένα νέο γύρο στρατιωτικής αντιπαράθεσης. Στο νέο γεωπολιτικό πεδίο, έτσι όπως αυτό διαμορφώνεται, είναι ορατός ο κίνδυνος να οδηγηθούμε σε έναν νέο «ψυχρό πόλεμο».
Οι ΗΠΑ έχουν καταφέρει να επιβληθούν ολοκληρωτικά επί των Ευρωπαίων συμμάχων τους, ενώ την ίδια ώρα οι πολεμικές βιομηχανίες «παίζουν τα ρέστα τους», με τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς να εντείνονται όλο και περισσότερο. Οι πολεμικές συγκρούσεις στην Ουκρανία θα κρίνουν κατά ένα μεγάλο βαθμό τον γεωπολιτικό συσχετισμό δυνάμεων στην Ευρώπη, στη Βαλτική και τη Μαύρη Θάλασσα, ενώ το βλέμμα της Δύσης είναι συνεχώς στραμμένο στο εξ ανατολών ανερχόμενο αντίπαλο δέος, την Κίνα.
Τίποτα λοιπόν δεν φαίνεται να τελειώνει εδώ και ακόμα και οι πιο αισιόδοξοι αναλυτές προβλέπουν ότι ο πόλεμος αυτός, δυστυχώς ήρθε για να μείνει, ενώ οι συνέπειές του θα πολλαπλασιαστούν στην Ευρώπη και το ΝΑΤΟ για αρκετά ακόμα χρόνια. Ο Αμερικανός πρόεδρος επισκέφθηκε προχθές συμβολικά το Κίεβο για να σβήσει, όχι τη φωτιά του πολέμου βεβαίως, αλλά το πρώτο γενέθλιο κεράκι του. Τα αποτελέσματα όμως αυτού του πολέμου θα επηρεάσουν αλλά και θα καθορίσουν, ως ένα μεγάλο βαθμό, και τις συνθήκες ασφαλείας σε όλη την ανατολική Ευρώπη, αλλά ίσως ακόμα και ολόκληρη την αρχιτεκτονική της διεθνούς ασφάλειας.
Η πολεμική σύγκρουση στην Ουκρανία αυξάνει τις αντιθέσεις μέσα στον ευρωατλαντικό άξονα και τον ανταγωνισμό που αναπτύσσεται για τον έλεγχο του μελλοντικού συσχετισμού δυνάμεων στην Ευρώπη. Σε αυτό το πλαίσιο, τα κράτη-μέλη της ΕΕ θα αυξάνουν διαρκώς τις αμυντικές δαπάνες τους και θα εξοπλίζονται για μια ενδεχόμενη μελλοντική σύγκρουση.
Ενόψει της συμπλήρωσης ενός χρόνου από την εισβολή των ρωσικών ένοπλων δυνάμεων στην επικράτεια της Ουκρανίας, η Ευρωπαϊκή Ένωση ετοιμάζει νέα δέσμη κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας, την 10η κατά σειρά δέσμη κυρώσεων, που θα περιλαμβάνει περιορισμούς στις ρωσικές εξαγωγές και πάταξη των προσπαθειών αποφυγής των ισχυουσών κυρώσεων.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι επιτακτική η ανάγκη να ληφθούν πρωτοβουλίες από τι ευρωπαϊκές ηγεσίες, για εξεύρεση διπλωματικής λύσης και άμεσο τερματισμό των συγκρούσεων. Είναι μια μεγάλη πρόκληση για την Ευρωπαϊκή Ένωση, να διαδραματίσει επιτέλους έναν κρίσιμο ιστορικό ρόλο για την ειρήνευση στην περιοχή.
Δεν βλέπω όμως, δυστυχώς, να ανταποκρίνεται η ΕΕ σε αυτήν την μεγάλη πρόκληση και έχω λόγο να το πιστεύω. Οι εξελίξεις του πολέμου στην Ουκρανία, ένα χρόνο μετά τη ρωσική εισβολή, βρέθηκαν στο επίκεντρο των εργασιών της Διάσκεψης Ασφαλείας του Μονάχου. Οι ηγέτες της Ευρώπης δεσμεύθηκαν να επενδύσουν περισσότερο σε όπλα, παρά σε διπλωματικές πρωτοβουλίες για την επίτευξη της ειρήνης.
Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα του Μακιαβέλι: «Ο πόλεμος αρχίζει όταν θέλεις, αλλά δεν τελειώνει όταν θέλεις». Και αφού ξεκινήσαμε οξύμωρα, έτσι και θα τελειώσουμε, συμμαχώντας με την αντίφαση, για μια πιο αισιόδοξη προσέγγιση, μέσα από έναν γνωστό αφορισμό του Μπρεχτ: «Ο πόλεμος είναι όπως η αγάπη. Πάντα βρίσκει έναν τρόπο».
https://moschonas.wordpress.com