Έκανε πολλές στραθιές στη ζωή του. Όχι για εκείνον, μα για τους άλλους! Η δουλειά του ήταν να «ενώνει» τους ανθρώπους και ήξερε να την κάνει πολύ καλά! Στη σύγχρονη ορολογία το επάγγελμά του λέγεται «κούριερ».
Περισσότερο δόκιμος είναι ο όρος «γραμματοκομιστής». Στα χρόνια τα δικά του, όμως, τον έλεγαν όλοι «ταχυδρόμο»! Δεν υπήρχαν τότε ούτε sms, ούτε emails, ούτε διακομιστές. Τις δουλειές αυτές δεν τις έκαναν τα προγράμματα ούτε οι μηχανές. Τις έκαναν οι άνθρωποι.
Ο ταχυδρόμος έδινε τα γράμματα χέρι με χέρι. Τον ακουμπούσαν φιλικά στον ώμο όσοι περίμεναν κάτι από αυτόν και τον ήξεραν όλοι με το μικρό του όνομα: «Χάρης», για τους φίλους. «Χαρίλαος Λιοντάκης» για όλο τον κόσμο. Ο αγαπητός ταχυδρόμος της Πεδιάδας!
Ο Χάρης είχε ένα μοναδικό χάρισμα, να επικοινωνεί με τους ανθρώπους, γι’ αυτό και του ταίριαζε αυτή η δουλειά. Είχε την αγάπη και την εκτίμηση του κόσμου, τόσο για το πρόσωπό του, το γεμάτο με καλοσύνη και ανθρωπιά, όσο και για την ιδιότητά του.
Μέσα στον παραγεμισμένο δερμάτινο ταχυδρομικό του σάκο, δεν κουβαλούσε απλά άψυχα μουτζουρωμένα χαρτιά. Διακινούσε πλούσιο πολιτισμικό «υλικό» με καταγεγραμμένες αληθινές ανθρώπινες στιγμές, που απαθανατίζονταν με το μελάνι και τα δάκρυα, χαράς ή λύπης, που ανακατεύονταν μαζί και «πότιζαν» το λευκό «διψασμένο» χαρτί.
Ανεκτίμητες συναισθηματικές αξίες μιας άλλης εποχής! Ο Χάρης, λοιπόν, δεν κουβαλούσε απλώς μαζί του την αλληλογραφία, αλλά ουσιαστικά διακινούσε συναισθήματα! Το πιο σημαντικό όμως ήταν πως και ο ίδιος γνώριζε πολύ καλά τι ακριβώς κουβαλούσε εκεί μέσα στο σάκο του και είχε πλήρη συναίσθηση του κοινωνικού ρόλου που επιτελούσε.
Δεν ήταν βέβαια μόνο τα γράμματα που μετέφερε τότε στους παραλήπτες τους. Μέσα στην φανερά ταλαιπωρημένη από τη χρήση τσάντα του, είχε και χρήματα για να πληρώνει τις συντάξεις των απομάχων της εργασίας που τον περίμεναν πώς και πώς, αλλά και πολλές άλλες χρηματαποστολές, επιστολές και μικρά δέματα. Ο σάκος περιείχε επίσης λογαριασμούς πάσης φύσεως και, βέβαια, τις εφημερίδες, για να φτάνουν «τα νέα» έγκαιρα στους αναγνώστες τους, πριν «μπαγιατέψουν».
Ο Χάρης ήταν ένα σύμβολο επικοινωνίας των ανθρώπων και ένας «εξάγγελος» των «ειδήσεων» της εποχής του!
Γνωριστήκαμε με τον Χάρη μέσω της εφημερίδας «ΠΑΤΡΙΣ», πριν από λίγα χρόνια. Εγώ δεν ήξερα μέχρι τότε τίποτα για τον ίδιο, ούτε και για την πλούσια δράση του. Μετά έμαθα!
Εκείνος διάβαζε ανελλιπώς τα άρθρα μου που δημοσίευε η «Πατρίδα» και, όπως διαπίστωσα αργότερα, με πολλή συγκίνηση για τη μεγάλη τιμή που μου έκανε, ήταν ο πιο ένθερμος και συνεπής αναγνώστης τους! Κάποια τυχαία στιγμή, που έδειξε ένα άρθρο μου στον γαμπρό του τον Αλέξη, διαπίστωσε προς μεγάλη του έκπληξη ότι ο Αλέξης, όχι μόνο με γνώριζε, αλλά όπως ο ίδιος του αποκάλυψε, με θεωρούσε και πολύ στενό φίλο του. Ο Χάρης φρόντισε να έρθουμε πολύ σύντομα σε επαφή μέσω του Αλέξη, όπως και έγινε.
Εκείνος, είχε την «ευκαιρία» να γνωρίσει τώρα από κοντά τον άγνωστο αρθρογράφο, που τόσο καιρό διάβαζε τα άρθρα του και εγώ βρέθηκα μπροστά σε έναν υπέροχο άνθρωπο, χαρισματικό, επικοινωνιακό, γλυκό, τρυφερό, ευγενικό, ευφυή, με ιδιαίτερη την αίσθηση του χιούμορ, αλλά και εξαιρετικά «ζωντανό» για την ηλικία του.
Στην πρώτη αποστροφή του λόγου μου με διέκοψε με μια παράκληση: «Χάρη να με λες, Γιάννη μου! Σκέτο Χάρη, χωρίς το “κύριε”. Εγώ νιώθω πως σε γνωρίζω πολλά χρόνια. Σε διαβάζω και σε θαυμάζω για την τόλμη σου, για τη γραφή σου». Συνέχισε και με άλλα εκατό παινέματα, υπερτιμώντας παράφορα την ασημαντότητά μου, στον μέγιστο βαθμό.
Δεν υπάρχει, νομίζω, μεγαλύτερη τιμή από το να ακούς τέτοια όμορφα λόγια καρδιάς, από απλούς, αλλά σημαντικούς ανθρώπους! Ήξερα πολύ καλά τότε πως ο Χάρης υπερέβαλε, αλλά αυτό δεν αλλοίωνε στο ελάχιστο εκείνο που εγώ εισέπραττα…
Ο Χάρης υπήρξε πάντα «πιστός» αναγνώστης της «Πατρίδας». Δεν διάβαζε μόνο τους τίτλους και τα χοντρά γράμματα. Την «ξεκοκάλιζε» στην κυριολεξία την εφημερίδα, στην καθημερινή του ανάγνωση. Σε μια από τις φορές που σμίξαμε το τελευταίο διάστημα μου αποκάλυψε: «Μόνο την «Πατρίδα», Γιάννη μου, μπορώ και διαβάζω πια.
Είναι η μόνη εφημερίδα που σέβεται τον αναγνώστη της και που διατηρεί ακόμα την αντικειμενικότητα στην ενημέρωση». Ο Χάρης ήταν βαθύτατα πολιτικό ον, με τεκμηριωμένη ιδεολογική άποψη και με έντονη την αίσθηση της δημοκρατικής αντίληψης.
Πριν από λίγο καιρό που βρεθήκαμε και πάλι, με ρώτησε, υπερβάλλοντας βέβαια, όπως και κάθε άλλη φορά: «Τι έχεις στο νου σου όταν γράφεις ένα άρθρο και με κάνεις να πιστεύω ότι το γράφεις αποκλειστικά για μένα;». Η απάντηση, αυθόρμητη και ειλικρινής:
«Στο νου μου έχω εσάς, κύριε Χάρη, όπως και κάθε άλλο αναγνώστη στον οποίο απευθύνομαι. Όταν γράφω είναι σαν να συνομιλώ μαζί σας. Σας βλέπω και με βλέπετε, σας ακούω και με ακούτε, σας ρωτώ και με ρωτάτε, σας απαντώ και μου απαντάτε κι ας μην το ξέρετε εσείς. Φτάνει που το ξέρω εγώ!». Δεν είχα βρει ακόμα μέχρι τότε το «θάρρος» του ενικού, χωρίς όμως να ξέρω και το λόγο…
Τα μάτια του βούρκωσαν και τα χέρια του με έσφιξαν στην φιλόξενη αγκαλιά του! Μια αγκαλιά αληθινή, ζεστή, γεμάτη με θετική ενέργεια. Η καλοσύνη του πλημύρισε και πάλι την όμορφη ατμόσφαιρα και ανανεώσαμε το ραντεβού μας για την επόμενη φορά.
Η μοίρα όμως ήθελε, δυστυχώς, να είναι αυτή η τελευταία φορά που μιλούσαμε. Ο Χάρης, είκοσι μόλις μέρες μετά τα 78α γενέθλιά του, που τα γιόρτασε μέσα στο νοσοκομείο, μαζί με τους αγαπημένους του ανθρώπους, τη σύζυγο, τα παιδιά και τα εγγόνια του, «έφυγε» αθόρυβα και διακριτικά, για το «μεγάλο ταξίδι». Δεν πρόφτασα να τον αποχαιρετήσω εν ζωή και αυτός είναι ο μεγάλος καημός μου…
Πριν λίγες μέρες ο Χάρης έκανε την τελευταία του «στραθιά» στο χωριό του, τη Βόνη. Ήταν όλοι εκεί, συγγενείς και φίλοι, γεμάτοι με θλίψη και οδύνη για τον τελευταίο αποχαιρετισμό…
Ετούτο το άρθρο, αγαπημένε μου φίλε Χάρη, δε θα το διαβάσεις κι ας το έγραψα, στην κυριολεξία αυτή τη φορά, αποκλειστικά και μόνο για σένα!
Μαζί με το «θάρρος» του ενικού, όμως, βρήκα επιτέλους και τα λόγια να σου γράψω ότι αυτό δεν είναι ένα άρθρο σαν όλα τα άλλα που μου έχεις κάνει την τιμή να διαβάσεις. Δεν είναι καν άρθρο! Είναι ένα «γράμμα» αποχαιρετισμού, που σου στέλνω «συστημένο» και θέλω να πιστεύω πως θα φτάσει με κάποιον τρόπο στον προορισμό του, στον παραλήπτη του!
Είχες φροντίσει, σε όλη σου τη ζωή, να φτάνουν έγκαιρα τα αμέτρητα γράμματα στους παραλήπτες τους. Τώρα, δικαιούσαι κι εσύ, νομίζω, να λάβεις αυτό το γράμμα. Είναι το ελάχιστο που μπορώ να προσφέρω σε σένα, που σου οφείλω, όπως και όλοι όσοι είχαμε την τύχη να σε γνωρίσουμε, τον σεβασμό, την αγάπη και την ειλικρινή μου εκτίμηση!
«Καλοστραθιά» σου, Χάρη Λιοντάκη!