Μεγαλειότατε και Παντοδύναμε Κύριε· Κτίστη και Δημιουργέ του σύμπαντος, ορατού και αοράτου και κάθε θαυμαστού και ωραίου, πες μου, αλήθεια, πώς καταδέχτηκες Εσύ, ο μόνος Δεσπότης, να γεννηθείς σε μια σπηλιά και να ζεσταθείς σε μια φάτνη; Τι έγινε το μεγαλείο Σου; Η θεϊκή Σου υπερηφάνεια; Ο εγωισμός Σου πώς το άντεξε; Γιατί τόση ταπείνωση; Μου φαίνεται πως γνωρίζω πια το λόγο και την απάντηση:
Aγκάλιασες και αγκαλιάζεις από γεννήσεώς Σου την ταπείνωση, γιατί, Κύριε, απεχθάνεσαι τον εγωισμό και την υπερηφάνεια και αυτό νομίζω πως ήταν το πρώτο πράγμα που ήθελες να διδάξεις ερχόμενος ως άνθρωπος στον κόσμο. Οι εγωπαθείς και οι υπερφίαλοι δεν είναι δικοί Σου, είναι ξένοι και εχθροί Σου. Είναι ψυχικά άρρωστοι και αιχμάλωτοι του διαβόλου και του κακού εαυτού τους. Ας γυρίσουμε όμως για μια στιγμή στο παρελθόν για να θυμηθούμε ποια ήσαν τα πρώτα θύματα αυτής της αρρώστιας. Πρώτος ο Εωσφόρος άγγελος και η παρέα του, που εξαιτίας της υπεροψίας του έχασε το αξίωμα του Αρχαγγέλου και ξεπέφτοντας και πέφτοντας από τον ουρανό στη γη ως αστραπή, έγινε με θεία τιμωρία ο άρχοντας του σκότους, ο Σατανάς ο Διάβολος. Ποιο το δεύτερο θύμα; Ο πρώτος άνθρωπος, ο Αδάμ. Αυτός χάνει τον παράδεισο παρασυρμένος από τον διάβολο που εκμεταλλεύτηκε και πόνταρε στον εγωισμό του. Ας θυμηθούμε και τους υπερόπτες κατσκευαστές του πύργου της Βαβέλ: Τιμωρούνται κι αυτοί με σύγχυση γλωσσών και μη δυνάμενοι να συνεννοηθούν, αφήνουν μισοτελειωμένο το έργο της υπεροψίας τους.
Ύστερα απ’ αυτά, ας τα ονομάσουμε εισαγωγή, ας πούμε λίγα λόγια γι’ αυτό το αρνητικό χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης.
Η λέξη εγωισμός παράγεται από την προσωπική αντωνυμία “εγώ” που σημαίνει τη συνείδηση του ανθρώπου για τον εαυτό του. Λέγεται και υπερηφάνεια, φιλαυτία, υπεροψία, αλαζονεία, εγωπάθεια, εγωλατρία, ανάλογα με το πως διαβαθμίζεται στις εκάστοτε εκδηλώσεις του. Έτσι, στην πιο χαμηλή του τιμή και μορφή, που είναι και παραδεκτή και επαινετή, ονομάζεται αξιοπρέπεια και ο άνθρωπος αξιοπρεπής.
Στις υπόλοιπες προς τα άνω τιμές και μορφές, απαράδεκτες, κατακριτέες και σε πολλές περιπτώσεις επικίνδυνες για τους άλλους, αλλά και για το ίδιο το άτομο, ιδίως στις ακραίες προς τα άνω τιμές και μορφές του, ονομάζεται υπερηφάνεια, φιλαυτία, υπεροψία, αλαζονεία, εγωλατρεία, εγωπάθια και ο άνθρωπος υπερήφανος, φίλαυτος, εγωιστής, υπερόπτης, αλαζόνας, εγωλάτρης, εγωπαθής.
Ας πάρουμε έναν ακραίο εγωιστής π.χ. έναν αλαζόνα ή έναν εγωπαθή. Αυτός είναι κατά κανόνα αντικοινωνικός. Δεν επιδιώκει την ένταξή του στην κοινωνία αλλά την εξουσία ή την επιβολή. Γι’ αυτόν οι άλλοι είναι μόνο αντικείμενα, τους οποίους πρέπει να παραμερίσει ή να εξουσιάσει. Δεν έχει ενδοιασμούς και δεν διστάζει να αδικήσει και να παραμερίσει τους άλλους για να φθάσει στους σκοπούς του. Προβάλλει διαρκώς τον ευατό του. Είναι υπολογιστής, ματαιόδοξος και φιλόδοξος, χωρίς συμπόνοια. Επιδιώκει τα πρωτεία και τις μεγάλες θέσεις, νομίζοντας ότι αυτός και μόνο έχει σε κάθε περίπτωση τα απαιτούμενα προσόντα. Είναι φλύαρος όταν αναφέρεται στο άτομό του, τις ικανότητες ή τις επιτυχίες του. Κρίνει αυστηρά τους άλλους και υποτιμά ή μηδενίζει την αξία τους. Κολακεύεται εύκολα και πολύ και άρα παρασύρεται εύκολα σε πράξεις ή αποφάσεις κακές ή και επικίνδυνες σε θέματα που αφορούν το άτομό του και πιο συχνά τους συνανθρώπους του, αν μάλιστα κατέχει κάποιο αξίωμα ή βρίσκεται σε θέση εξουσίας. Τον χαρακτηρίζει δε μια συνεχής μανία για επίδειξη. Θεωρεί ακόμη και τα προικώα φυσικά του χαρίσματα όπως λ.χ. ευφυία, σωματική δύναμη, ομορφιά, ταλέντο σε κάτι κ.τλ. ως δημιουργήματα δικά του και κομπάζει γι’ αυτά. Αδυνατεί να φανταστεί και να παραδεχτεί ότι τα χαρίσματα αυτά είναι προικώα, “άνωθεν εισίν καταβαίνοντα”.
Και κάτι ακόμα: Ο εγωιστής δεν παραδέχεται ποτέ τα λάθη του, είναι δε πείσμων και ισχυρογνώμων στις απόψεις του. Αυτά και άλλα ακόμη.
Όσο αφορά δε τον εαυτό του, ο εγωιστής είναι συνήθως δυστυχής.
Πρώτον, γιατί σ’ όλη του τη ζωή δεν είναι άνθρωπος ελεύθερος αλλά αιχμάλωτος και σκλάβος του εγωισμού του και του άρρωστου ψυχικά εαυτού του. Δεύτερον γιατί είναι αντιπαθής και μη αποδεκτός στον κοινωνικό του περίγυρο και όσο και αν τον τυφλώνει το εγώ του, το αντιλαμβάνεται και υποφέρει. Τρίτον, γιατί ο κοινωνικός του περίγυρος δεν συμφωνεί τις περισσότερες φορές με τις απόψεις του και τον θέτει στο περιθώριο. Τέταρτον, γιατί βλέπει στις περισσότερες περιπτώσεις να ναυαγούν ή να γίνονται άπιαστες οι επιδιώξεις και τα όνειρά του και απογοητεύεται. Πέμπτον, γιατί η κοινωνία είναι σκληρή στις εκτιμήσεις της και δεν αναγνωρίζει εύκολα αξίες στα μέλη της, είναι δε πολύ αυστηρή στη βαθμολογία της.
Τέλος δε, γιατί ο διάβολος πάντα ποντάρει στον εγωισμό των ανθρώπων και καθιστά τους εγωιστές ευάλωτους και ανίσχυρους να αντιδρούν σωστά στις κολακευτικές θωπείες του και στις πλούσιες υποσχέσεις του με αποτέλεσμα να καταντούν στο τέλος διαψευδόμενοι, ανήμποροι, κομπλεξικοί και γελοίοι.
*Ο Μανώλης Ροδιτάκης είναι τ. εκπαιδευτικός και ειδ. πάρεδρος του Παιδαγ. Ινστιτούτου, πτυχ. Πολιτικών Επιστημών