23η Οκτωβρίου 1925. Ημέρα γέννησης της μεγαλύτερης ίσως μουσικής ιδιοφυίας της χώρας μας, του Μάνου Χατζιδάκι στην Ξάνθη, “την διατηρητέα και όχι την άλλη, τη φριχτή, που χτίστηκε αργότερα, από τους εσωτερικούς της ενδοχώρας μετανάστες” όπως έλεγε και ο ίδιος. Ηράκλειο, στις 10 του Δεκέμβρη του 1952 ένα άρθρο της τοπικής εφημερίδας “ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ” από τον ΦΙΛΟΜΟΥΣΟ, μας ενημερώνει για το ρεσιτάλ, ενός από τους καλύτερους νέους Ελληνες συνθέτες στην “Ηλέκτρα”.

Το άρθρο αναφέρει: “Ο Χατζιδάκις είναι πατριώτης μας για όσους δε δεν τον ξέρουν, είναι η σύγχρονη αποκάλυψη της ελληνικής μουσικής δημιουργίας που και διεθνώς άρχισε ν’ αναγνωρίζεται.

Τα θέματά του είναι παρμένα από την ελληνική μυθολογία, τους σύγχρονους ελληνικούς θρύλους και την σύγχρονη ζωή της φυλής μας”. Και άλλοι πολλοί γράφουν για το μουσικό δαιμόνιο του Χατζιδάκι, όπως η Σοφία Σπανούδη, η Αλ. Λαλαούτη και απ’ όλα αυτά συμπεραίνεται ότι το ρεσιτάλ αυτό θα είναι ένα πραγματικό γεγονός της μουσικής, στο οποίο θα συμμετάσχει το πνευματικό και φιλόμουσο Ηράκλειο, χωρίς εξαίρεση.

Προφητικός, σε επόμενο άρθρο του, μετά την συναυλία του Μάνου Χατζιδάκι, ο Αλέκος Μηλολιδάκης, θεωρεί τον Μάνο Χατζιδάκι έναν από τους 4-5 ξεχωριστούς νέους Ελληνες συνθέτες, που το μέχρι σήμερα έργο τους γεννά σοβαρές ελπίδες για το μέλλον!

Θωρεί ότι η εξέλιξη του καλλιτέχνη θα είναι μεγάλη, διαπιστώνοντας ότι κατά το διοργανωθέν ρεσιτάλ, ότι παρουσιάστηκε περισσότερο σαν συνθέτης, παρά ως πιανίστας, δείχνοντας ξεχωριστή προτίμηση στα χορευτικά θέματα τα οποία επεξεργάστηκε με πρωτοτυπία και ανεξάντλητο ρυθμικό πλούτο.

Και καταλήγει στο άρθρο του ο Μηλολιδάκης: “Από ό,τι ακούσαμε προχθές, πιστεύουμε πως βρίσκεται σε καλό δρόμο και πως κατέχει τα εκφραστικά μέσα και έχει τη θέληση να πείθει αυτό που ζητεί.

Η συμβολή τότε του κ. Χατζιδάκι στη μουσική αναγέννηση του τόπου μας θα είναι αποφασιστική”. Τα χρόνια περνούν… Ο τότε αείμνηστος και φιλόμουσος δήμαρχος Ηρακλείου Μανόλης Καρέλλης, συνεργάζεται με τον Μάνο Χατζιδάκι στον Μουσικό Αύγουστο. Ο Καρέλλης, ένας δήμαρχος με μεγαλειώδεις καλλιτεχνικές εμπνεύσεις, με πνευματικές ευαισθησίες, με μεγάλη πολιτιστική ορμή, προσπάθησε να παραδώσει στην κοινή απόλαυση ό,τι θετικό!

Ο Μάνος Χατζιδάκις σφράγισε με την παρουσία του το Τρίτο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, όταν επί θητείας του (1975-1982), ως διευθυντής του σταθμού, ανέλαβε την αναδιοργάνωσή του με βάση το όραμά του για την μουσική στην Ελλάδα και μια νέα ραδιοφωνική έκφραση.

Σε μια από τις εκπομπές του είχε τίτλο και θέμα το “Εν Ηρακλείω εγένετο…”. Ο Χατζιδάκις μέσα από την εκπομπή του αναφέρθηκε στο ενετικό φρούριο του Κούλε που τις νύχτες του καλοκαιριού πρωταγωνιστούν οι αέρηδες και η Αρετούσα, σε μοναδικές στιγμές ποιήσεως, έρωτος και υγρασίας.  Στο κηποθέατρο της Όασης, χαρακτηρίζοντάς την φιλόδοξο άντρο των τεχνών, των καλλιτεχνών του άσματος και της αλλοδαπής κουλτούρας, για την μουσική ακαδημία της Κρήτης και για τα ενετικά ναυπηγεία, τα γνωστά σε όλους Νεώρια.

Φυσικά δεν θα μπορούσε να μείνει έξω από τα σχόλια του Χατζιδάκι η Βασιλική του Αγίου Μάρκου, ένας χώρος με ιδιαίτερη ιστορία και πολιτιστική παρουσία για την πόλη μας. Μιλούσε με δέος ο Χατζιδάκις για το μουσείο του Ηρακλείου,  για τα στενοσόκακά του και τα σπίτια του με τις μεγάλες αυλές, αλλά και για τους άπειρους λυράρηδες, κάθε ηλικίας, που παίζουν ως τα ξημερώματα ερωτικούς καημούς ολόκληρης της Κρήτης, αφού το Ηράκλειο προσφέρει από τη φύση του ερωτισμό και νόηση.

Στοιχεία ικανά αυτά τα δύο για να σφραγίσουν την ίδια την πόλη με χρώματα πορφύρας και ανοιχτού γαλάζιου! Και κατέληγε ο Μάνος Χατζιδάκις: “Εν Ηρακλείω εγένετο… ό,τι θετικό, αυτό δεν το παρατηρείς, σε άλλη πόλη ελληνική. Ό,τι πάλι όιχ καλό, το συναντάς σε ολόκληρο τον τόπο, έχοντας ανδρωθεί από παράδοση και από εθνική ανωμαλία. Στην Κρήτη η διανόηση έχει τη φυσική της όψη.

Αυτός που έχει το χάρισμα να σκέφτεται κάθεται εν αρχή στο καφενείο, μιλάει λίγο για τα κοινά, περιγελάει τους τοποτηρητές, αναμοχλεύει τα ιερά και αποκοιμιέται τελικά χωρίς να χάσει επαφή, ούτε με το όνειρο, ούτε με τη ζωή.

Και αύριο πάλι από την αρχή. Γιατί εν Ηρακλείω η αρχή, αδιάκοπα επαναλαμβάνεται και η πόλη αδημονεί να ξεχυθεί από τα τείχη που την περιζώνουν, για να χαθεί στο άπειρο, χορεύοντας σούστα και πεντοζάλη. Γιατί εν Ηρακλείω εγένετο εν αρχή ο χορός. Μετέπεται το πάθος και τέλος η αρχοντιά. Εν Ηρακλείω εγένετο λοιπόν κι άπειρα θα γεννούσι”.