Η ελληνοτουρκική κρίση, όπως αυτή εξελίσσεται σήμερα, αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που απασχολούν την κοινή γνώμη σε εθνικό, ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Είναι ένα σοβαρότατο θέμα που επισκιάζει ακόμη και τα μεγαλύτερα διαχρονικά προβλήματα της Ελλάδας, όπως η μακρόχρονη οικονομική κρίση και η συνεχιζόμενη προσφυγική μεταναστευτική ροή στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου.

Υπάρχει όμως και μία άλλη διαφορετική κρίση που μαστίζει τα τελευταία χρόνια την ελληνική κοινωνία, η οποία απειλεί κυριολεκτικά την ύπαρξη του ελληνικού έθνους.

Είναι πολύ γνωστή, συζητείται συχνά στην κοινωνία, αλλά δεν έχει απασχολήσει σοβαρά πολίτες και πολιτικούς στη χώρα μας. Παρά του ότι η ΕΛΣΤΑΤ με τα στοιχεία που δημοσιεύει σε ετήσια βάση δείχνουν ξεκάθαρα ότι οι Έλληνες λιγοστεύουν και γερνούν με γρήγορους ρυθμούς, καμία κυβέρνηση δεν έχει ασχοληθεί σοβαρά με το θέμα, ενώ η ίδια η κοινωνία παραμένει απαθής, αδιάφορη, ανήμπορη να αντιδράσει.

Δυστυχώς φαίνεται ότι η κατάσταση είναι δύσκολα αναστρέψιμη, καθόσον οι Έλληνες δεν γεννούν πολλά παιδιά, ενώ ένα μεγάλο ποσοστό πληθυσμού επιλέγει την αγαμία – ατεκνία δημιουργώντας απαισιοδοξία για το μέλλον του τόπου, λειτουργώντας μοιρολατρικά στην αντιμετώπιση του προβλήματος.

Ακόμη και τώρα, εάν υποτεθεί ότι ληφθούν κάποια μέτρα και ο αριθμός των γεννήσεων ξεπεράσει τον αριθμό των θανάτων, θα πρέπει να περάσουν πολλά χρόνια για να δημιουργηθεί μία γενιά που θα καλύψει το κενό στην αγορά εργασίας και θα στηρίξει το ασφαλιστικό σύστημα.

Δεν χρειάζεται κάποιος να είναι ειδικός επιστήμονας, κοινωνιολόγος, οικονομολόγος ή γεωστρατηγικός αναλυτής για να καταλάβει ότι η υπογεννητικότητα και η συρρίκνωση του πληθυσμού είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της οικονομίας, της ανάπτυξης, της ευημερίας, του ισχυρού κράτους και της εθνικής ασφάλειας. Ένα κράτος επαίτης, μία κοινωνία παρηκμασμένη, γερασμένη χωρίς απογόνους πώς μπορεί να προκαλέσει το ενδιαφέρον και να απαιτήσει το σεβασμό των φίλων της αλλά κυρίως των εχθρών της; Είναι δυνατόν για να επιβιώσουν οι Έλληνες συνεχώς να ζητούν βοήθεια από τους εταίρους, τους δανειστές και τους συμμάχους;

Δεν υπάρχουν σύμμαχοι της Ελλάδας, είμαστε έθνος ανάδελφο και η ιστορία πρέπει επιτέλους να διδάξει τους Έλληνες. Οι σύμμαχοι υπάρχουν και θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν μόνο εάν τα συμφέροντά των είναι ισχυρά και ταυτίζονται με τα δικά μας συμφέροντα.

Παρά ταύτα θεωρείται ενθαρρυντικό το γεγονός ότι τους τελευταίους μήνες στο δημόσιο διάλογο τέθηκε το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας, κάτω από τις πιέσεις και τις προβλέψεις για την εξέλιξη του πληθυσμού τις επόμενες δεκαετίες.

Η κυβέρνηση δρομολογεί δράσεις για την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος της χώρας. Προχωρεί στη χορήγηση επιδόματος 2.000 ευρώ για κάθε παιδί που γεννιέται από 1-1-2020, ως μία συμβολική αλλά σημαντική ρύθμιση στην ανάγκη ύπαρξης μέτρων για την ενίσχυση της ελληνικής οικογένειας.

Στα πλαίσια της χορήγησης του κοινωνικού μερίσματος θα ενισχυθούν οι αδύναμες κοινωνικές ομάδες, οι μακροχρόνια άνεργοι, οικογένειες με παιδί ΑμεΑ και οι πολύτεκνες οικογένειες. Προωθούνται μέτρα για την ενίσχυση της οικογένειας με επίκεντρο τις φορολογικές ελαφρύνσεις και στοχευμένες επιδοτήσεις συγκεκριμένων υπηρεσιών που παρέχονται από το κράτος, όπως είναι η υγεία και η παιδεία.

Η αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος απαιτεί ένα ολοκληρωμένο σχέδιο ευνοϊκών μέτρων για την οικογένεια με ένα αποτελεσματικό κράτος πρόνοιας για τη δημιουργία ενός ελληνικού κοινωνικού περιβάλλοντος που θα ενθαρρύνει τη γονεϊκότητα, την τεκνοποίηση και την παραμονή των νέων στη χώρα.

Πρέπει επίσης να γίνει από όλους αντιληπτό ότι ισχυρή Ελλάδα με ανάπτυξη, ευημερία και εθνική ανεξαρτησία, δεν γίνεται χωρίς πολύτεκνες οικογένειες. Ο πολλαπλασιασμός των Ελλήνων δεν γίνεται ούτε με ευχές, ούτε με προσευχές, ούτε με θαύματα, χρειάζονται γεννήσεις. Γιατί είναι βέβαιο ότι ενός κακού δημογραφικού για τη χώρα, μύρια κακών έπονται…