Η ομόνοια είναι μια έννοια που λείπει  από την συνείδηση των Ελλήνων. Από τα πανάρχαια χρόνια οι Έλληνες, θα έλεγε κανείς, μισούνταν μεταξύ τους. Αιτία: το πρόβλημα ποιος είναι ο πιο άξιος  να κυβερνήσει το  Έθνος. Εγώ ή εσύ ή ο άλλος.

Οι  Σπαρτιάτες ή οι Αθηναίοι ή οι Θηβαίοι ή οι Μακεδόνες… Κανείς τους δεν παραδεχόταν τον άλλο ως ανώτερό του.  Και από τα παλιά οι Έλληνες τρώγονταν μεταξύ τους. Αδυνατούσαν να μονοιάσουν. Και σκοτώνονταν τα παλικάρια τους  σε συνεχείς εμφύλιους πολέμους.

Ούτε η θαυμάσια φυσιογνωμία του Μεγάλου Αλεξάνδρου αργότερα, με τις καταπληκτικές ικανότητες στην στρατηγική και στη πολιτική, δεν κατάφερε να κάνει τους Έλληνες  να μονοιάσουν και να υποταχθούν συνειδητά στην δύναμή του. Το απέραντο ενιαίο κράτος που με τις κατακτήσεις του αργότερα δημιούργησε υπήρξε προσωρινό.

Μετά από τον θάνατο του στρατηλάτη άρχισαν να φιλονικούν οι συγγενείς του, οι στρατηγοί του, οι σύμμαχοί του… ποιος  θα γίνει διάδοχός του. Και η φαγωμάρα τελειωμό δεν είχε.

Το πρόβλημα κάπως λύθηκε προσωρινά. Όμως δεν συμφώνησαν ειλικρινά. Δεν μόνοιασαν συνειδητά ούτε τότε. Μετά από λίγον καιρό κομμάτιασαν την απέραντη επικράτεια, που ο στρατηλάτης τούς είχε αφήσει, και καθένας τους πήρε ένα μεγάλο τμήμα και ανακήρυξε τον εαυτό του βασιλιά σ’  αυτό. Κανένας τους δεν παραδέχτηκε κάποιον άλλο ως αξιότερο από τον εαυτό του για να κυβερνήσει στην επικράτεια ως διάδοχος του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Και εποφθαλμιώντας ο ένας  τις κτήσεις του άλλου, άρχισαν οι άλλοτε συμπολεμιστές, σαν εχθροί τώρα, να συγκρούονται και να σκοτώνονται σε πολέμους μεταξύ τους.

Και μάλιστα οι παλιοί έμπιστοι στρατηγοί του στρατηλάτη δηλητηρίασαν ή ύπουλα εκτέλεσαν όποιον συγγενή, κοντινό ή μακρινό, του Αλεξάνδρου συνάντησαν, για να απαλλαγούν από τυχόν διεκδικήσεις. Σαν δολοφόνοι, αφού κομμάτιασαν και τελικά ρήμαξαν την απέραντη αυτοκρατορία. Ανάξιοι κληρονόμοι που δεν κατόρθωσαν να συμφωνήσουν και να μονοιάσουν. Πάντα με διχόνοια μεταξύ τους.

Και εμφανίστηκαν τότε οι αρχαίοι Ρωμαίοι, συνετοί και πειθαρχημένοι. Από την αρχή έδρασαν μονοιασμένοι. Αφού πήραν αρχικά το αλφάβητο από τους Έλληνες, αφού πήραν τον τρόπο οργανώσεως  της κοινωνίας τους, αφού πήραν την θρησκεία τους, ακόμη και τα παραμύθια τους, αφού πήραν γενικά τον πολιτισμό από τους αρχαίους Έλληνες, πάντοτε ομονοώντας, αναγνώρισαν τον δυνατότερο ανάμεσά τους ως αρχηγό τους στους  πολέμους, τον σοφότερο ως κυβερνήτη τους.

Έτσι μονοιασμένοι αυτοί, άρχισαν συστηματικό και έξυπνο πόλεμο εναντίον των προγόνων μας, που μισούνταν και δεν μπορούσαν να μονοιάσουν και να συνεννοηθούν μεταξύ τους. Και σε λίγα χρόνια νίκησαν. Και υπέταξαν αρχικώς την κυρίως Ελλάδα. Την έκαναν επαρχία του Ρωμαϊκού Κράτους (146 π. Χ.).

Και πολεμώντας οι Ρωμαίοι το ίδιο συστηματικά και μονοιασμένα υπέταξαν αργότερα και όλα τα κράτη των διαδόχων και των επιγόνων του Μ. Αλεξάνδρου. Οι ανόητοι ούτε την τελευταία στιγμή, μπροστά στον κίνδυνο της  υποδουλώσεως, δεν κατόρθωσαν να συνεννοηθούν και να πολεμήσουν  ενωμένοι, Έλληνες αυτοί εναντίον των Ρωμαίων.

Έτσι κερματισμένος  ο άλλοτε κυρίαρχος  της  Ανατολής  Ελληνισμός  υποδουλώθηκε στην  Ρωμαϊκή Δύση. Οι Ρωμαίοι βρήκαν τους προγόνους μας εξαντλημένους  από τους πολέμους  μεταξύ τους.

Και ενώ μέχρι τότε η ελληνική ήταν γλώσσα διεθνής, τουλάχιστον στην Ανατολή, και σ’ αυτήν γράφτηκαν τα Ευαγγέλια και σ’ αυτήν μεταφράστηκε η Παλαιά Διαθήκη, για να μπορεί να τα διαβάζει όλος ο κόσμος, τώρα έγινε διεθνής η λατινική.

Έτσι δημιουργήθηκε η περίφημη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία που διέδωσε στην Δύση τον ελληνικό πολιτισμό μεταφρασμένο στην δική της γλώσσα, τα λατινικά, από τα οποία προέκυψαν οι λεγόμενες  νεολατινικές γλώσσες: ιταλικά, γαλλικά, ισπανικά, πορτογαλικά, ρουμανικά…

Πάντως, ενώ στρατιωτικώς  η Ελλάδα νικήθηκε, πνευματικώς  ήταν η νικήτρια. Το ομολόγησαν και οι κατακτητές της: Graecia capta ferocem victorem cepit  (η Ελλάς , αν και κατακτήθηκε, νίκησε τον αγροίκο κατακτητή της). Φυσικά με τον πολιτισμό της.

Πέρασαν εκατοντάδες χρόνια. Πολλά έχουν αλλάξει. Όμως εμείς, οι νέοι Έλληνες, μείναμε ίδιοι με τους προγόνους μας. Κληρονομήσαμε το κουσούρι. Δεν έχομε ομόνοια. Τρωγόμαστε ακόμη και σήμερα μεταξύ μας. Καταλήξαμε μια μικρή Ελλαδίτσα, ένα ολιγάριθμο Έθνος.

Ταλαιπωρημένο και ρημαγμένο από δυστυχίες στο πέρασμα των αιώνων. Η πολιτική διαίρεσή μας  φτάνει μερικές  φορές στα όρια της εθνικής διχόνοιας. Μίσος μεταξύ μας. Και εδώ θυμάμαι τα λόγια του μεγάλου ποιητή: «Σαν μισούνται ανάμεσό τους / δεν τους πρέπει λευτεριά».

Οι Έλληνες  εξακολουθούμε να μη μονοιάζομε. Τρωγόμαστε σαν τα προγόνια.