Γιορτάζουμε φέτος, την επέτειο των 200 χρόνων της εθνικής εθνεγερσίας, που ο απανταχού Ελληνισμός θα αποδώσει τον οφειλόμενο φόρο τιμής σ’ αυτούς που με τους αγώνες τους δημιούργησαν το θρυλικό και ανεπανάληπτο 21.
Αγώνες, που με τη μακρά διάρκεια τους και τις κορυφαίες τους στιγμές καλές ή κακές, προκάλεσαν αισθήματα θαυμασμού, ανέπτυξαν δεσμούς αλληλεγγύης, ξύπνησαν συνειδήσεις και μνήμες, που συνέβαλαν καθοριστικά στην αναγνώριση του Ελληνικού κράτους. Ένα κράτος, που καλείται να γιορτάσει φέτος το ιωβηλαίο των 200 χρόνων κάτω από τις πρωτόγνωρες συνθήκες των περιοριστικών μέτρων μιας ξενόφερτης θανατηφόρου πανδημίας, του Covid-19.
Περιοριστικά μέτρα, που αφενός απέτρεψαν ένα κλασικό παραδοσιακό φολκλορικό εορτασμό της επετείου, ο οποίος κατά κανόνα υπηρετεί επικοινωνιακούς στόχους και σκοπούς της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας και αφετέρου επέβαλαν την ανάγκη αναζήτησης τρόπου πολιτικής αξιοποίησης της επετείου στο βαθμό, που θα επιτρέψουν τα απαγορευτικά μέτρα της πανδημίας.
Ο αναζητούμενες τρόπος, βρήκε εφαρμογή στην ανεξήγητη αλλά παμπόνηρη ιδέα της συγκρότησης δύο οργανωτικών φορέων για τον επετειακό αυτό εορτασμό.
Συγκρότηση, ενός επίσημου Εθνικού φορέα από την κυβέρνηση και ενός ιδιωτικού με πρωτοβουλία της Εθνικής Τράπεζας Ελλάδας – η επιλογή της οποίας μόνο τυχαία δεν είναι, καθόσον η Τράπεζα υπήρξε ο πρώτος εργοδότης του κ. Πρωθυπουργού-,
και δεκατριών φίλα προσκείμενων ιδρυμάτων, δεξιόστροφων αλληθωρισμών με την χαρακτηριστική απουσία της Εκκλησίας της Ελλάδας, του ετέρου συμπράττοντος και συνεισφέροντος μέρους στην επανάσταση του 1821. Φορείς, που καλούνται σε μια κακόγουστη και ανούσια συνεργασία, στο πνεύμα μιας άτυπης σύμπραξης δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, που ικανοποιεί τις προθέσεις και διαθέσεις, της κυβέρνησης γιατί αξιοποιεί και εκμεταλλεύεται την τεχνογνωσία και την αποτελεσματικότητα του ιδιωτικού τομέα και εξασφαλίζει ένα ισχυρό εποπτικό ρόλο με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Τις κυβερνητικές προθέσεις και διαθέσεις αποκάλυψαν οι εθνικοί βερμπαλισμοί και μεγαλορρημοσύνες στο άνοιγμα της αυλαίας της επιτροπής, «Ελλάδα 2021», του επίσημου και καθολικής αποδοχής, εθνικού οργανωτικού φορέα, υπό την προεδρεία της κ. Γιάννας Αγγελόπουλου, τον οποίο η κυβέρνηση συγκρότησε με νόμο, η Βουλή υιοθέτησε ομόφωνα και δημοσιοποιήθηκε σε πανηγυρική εκδήλωση της Βουλής στις 7-11-2019, παρουσία της πολιτειακής και πολιτικής ηγεσίας.
Οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί δημοσιοποιήθηκαν μερικές μέρες αργότερα, στις
31-01-2020, στην επίσημη παρουσίαση της πρωτοβουλίας της Εθνικής τράπεζας και των 13 ιδρυμάτων στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με την ανέλπιστη και ακατανόητη πρωθυπουργική υποστήριξη ενός ιδιωτικού οργανωτικού φορέα, που υπονομεύει και σφετερίζεται το έργο του επίσημου εθνικού φορέα εορτασμού δηλώνοντας ότι:
[Sic] «….Ο εορτασμός της επετείου δεν αποτελεί μονοσήμαντη κρατική αρμοδιότητα. Η κυβέρνηση στέκεται αρωγός στη «Πρωτοβουλία 1821-2021» και έχει μεγάλη εμπιστοσύνη στο κύρος και στο ζήλο όλων των φορέων που εμπλέκονται». Δηλώσεις που αντιστρατεύονται σαφώς τον επίσημο εθνικό φορέα εορτασμού, «Ελλάδα 2021» και στην πράξη παρέχουν νομιμοποιητική βάση αλλά και ψήφο εμπιστοσύνης στον ιδιωτικό φορέα «Πρωτοβουλία 1821-2021»
Τι άλλο, πέραν της υπονόμευσης και του σφετερισμού των αρμοδιοτήτων της επίσημης οργανωτικής επιτροπής «Ελλάδα 2021», μπορεί να σημαίνει η εκφρασθείσα θέση της Εθνικής Τράπεζας και των ιδρυμάτων ότι η Πρωτοβουλία τους διατηρεί την «αυτονομία της» και η δήλωση εκπροσώπου της, ομιλούντος εκ μέρους όλων των Ιδρυμάτων που ανέφερε ότι: [Sic] «..Πρόκειται για μια ιδιωτική, ανεξάρτητη, διακριτή πρωτοβουλία, που σκοπό έχει να συγκεντρώσει και να εντάξει κάτω από την αιγίδα της, ένα τεράστιο εύρος δραστηριοτήτων, που έχουν σχέση με τον εορτασμό της επετείου των 200 ετών της Εθνικής μας παλιγγενεσίας και που θα ξεδιπλωθούν σε ορίζοντα τριετίας…» (σας λέει κάτι η αναφορά σε τριετία, στο χρονικό ορίζοντα της οποίας κρύβονται δύο εκλογικές αναμετρήσεις και ίσως χρειαστούν κάποια βοήθεια;).
Άλλωστε, δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας κυβερνητικοί σχεδιασμοί, για την ένταξη στην εκλογική καμπάνια του 2021, δράσεων του επετειακού εορτασμού και την αξιοποίηση τους κομματικά ευνοώντας τους ημέτερους. Καθώς μάλιστα πολιτική αξιοποίηση της επετείου, δεν είναι εφικτή από τον επίσημο εθνικό οργανωτικό φορέα Αγγελοπούλου, ο οποίος απολογείται δημόσια για τα πεπραγμένα του, δεν μπορεί να αποκλειστεί ο συλλογισμός, ότι η συγκρότηση του φορέα «Πρωτοβουλία 1821-2021» παρακάμπτει τον σκόπελο, καθόσον ως ιδιωτικός φορέας, δεν υπόκειται σε κανένα δημόσιο απολογισμό ή έλεγχο των δράσεων του, στις οποίες μπορούν να ενταχθούν κατά συνέπεια και σχεδιασμοί πολιτικής αξιοποίησης της επετείου.
Η θέση του εκπροσώπου της Εθνικής Τράπεζας ότι το εγχείρημα της αποτελεί παράδειγμα διαλόγου και συνεργασίας, ένα μήνυμα ενότητας που χρειάζεται να αναδειχθεί μέσω της «Πρωτοβουλίας 1821-2021»,προκαλεί τη λογική κάθε νοήμονα πολίτη, γιατί παράλληλοι φορείς με παράλληλες δράσεις για την πραγμάτωση του ίδιου σκοπού, φέρνουν πάντα τον ένα φορέα εναντίον του άλλου και τα μόνα που δεν προδικάζουν είναι ενότητα και συνεργασία. Τα ανταγωνιστικά αντανακλαστικά, που δεν άργησαν να εκδηλωθούν και να αναδείξουν αμφισβητήσεις και αντιπαραθέσεις, που ξεκίνησαν με την αφίσα πολιτιστικού περιεχομένου της επιτροπής «Ελλάδα 2021» αναδεικνύουν του λόγου το αληθές.
Μια αφίσα πολιτιστικού περιεχομένου, η οποία ανεξάρτητα των αρνητικών ή θετικών σχολίων, συνδέει το 1821 με τις ρίζες μας στο απώτερο παρελθόν, το οποίο μας κάνει υπερήφανους, με το παρόν που κατά γενική ομολογία μας απογοητεύει, και το μέλλον, που μπορεί να είναι αισιόδοξο εάν όταν και εφόσον, οι Εθνικοί επέτειοι συνελόντι ειπείν:
-Ανακτήσουν τον εθνικό τους ρόλο, συνενώνουν την ερμηνεία του παρελθόντος, με την κατανόηση του παρόντος και την προοπτική του μέλλοντος, του έθνους και της χώρας.
-Δεν θα εξαντλούνται σε εθιμοτυπικές ρουτίνες και φολκλορικές φιέστες, για την απόδοση τιμών όχι για να τιμήσουν αυτούς, που πραγματικά τις δικαιούνται, (νεκροί ήρωες και επιζώντες ανάπηροι πολέμου) αλλά να ικανοποιήσουν την ματαιοδοξία και έπαρση εκείνων, που τις δέχονται, (εκπρόσωποι της Πολιτείας, της Κυβέρνησης, των Αυτοδιοικητικών και κρατικών αρχών).
-Θα αποτελούν ευκαιρία ενεργοποίησης προταγμάτων* που θα υπηρετούν τα Εθνικά «πρέπει» και «δεν πρέπει» των Ελλήνων για την αναπτυξιακή πορεία της χώρας, που συναρτάται τριών προϋποθέσεων: Της ύπαρξης οράματος, της αποδοχής του από τη συλλογική λαϊκή βούληση και της παρουσίας γενναίας και ικανής πολιτικής ηγεσίας να το πραγματώσει. Η εκπλήρωση κατά γενική ομολογία και παραδοχή των δύο πρώτων προϋποθέσεων, αφήνει ζητούμενο την τρίτη, «παρουσία γενναίας και ικανής πολιτικής ηγεσίας», που για τη χώρα μας δίδει αφοπλιστική απάντηση ο ορισμός της προϋπόθεσης, που παραπέμπει σε «γεγονός μελλοντικό και αβέβαιο».
* Προτάγματα: Προτεραιότητες, που ορίζουν η λογική και η δυναμική των συλλογικών συναισθηματικών αντιδράσεων της κοινωνίας, που αποτρέπουν την κυριαρχία του φόβου και του παραλογισμού, με την επικράτηση αρχών και αξιών, που διασώζουν το Έθνος και την κοινωνία με τα υποκείμενα τους.