Το πολιτικό κλίμα στη χώρα μας είναι θολό. Όχι μόνο γιατί ένα μεγάλο μέρος των πολιτών απέχει από τα κοινά, αλλά και επειδή υπάρχει μια σύγχυση των εννοιών που δεν επιτρέπει να δούμε καθαρά την πραγματικότητα, να κατανοήσουμε σε βάθος τα προβλήματα που υπάρχουν και να τα ιεραρχήσουμε για να δοθούν λύσεις.
Αρκεί να αναφέρω απλώς τη λέξη μνημόνιο που κυριάρχησε στον δημόσιο λόγο, δίχασε τους πολίτες και ενοχοποίησε τις πολιτικές παρατάξεις, που υποτίθεται χωρίς λόγο, το επέβαλαν στη χώρα μας. Παράλληλα, θεωρήθηκε ότι οι δανειστές μας θέλησαν να μας υποτάξουν οικονομικά. Κυριάρχησε ένας φθηνός λαϊκισμός και εθνοπατριωτισμός, που ακόμα καλά κρατεί.
Το πραγματικό όμως δίλημμα δεν ήταν μνημόνιο – αντιμνημόνιο, αλλά πτωχεύουμε ή δανειζόμαστε. Πώς φτάσαμε στα όρια της πτώχευσης; Είναι ευθύνη πολλών. Όχι μόνο των πολιτικών που κυβέρνησαν αλλά και όλων των συνδικάτων και των κομμάτων που συνεχώς ζητούσαν νέες παροχές, ενώ συγχρόνως η φοροδιαφυγή αποτελούσε και αποτελεί εθνικό σπορ.
Μια νέα λέξη που δειλά δειλά μπαίνει στην καθημερινότητά μας είναι η λέξη συμπερίληψη. Προφανώς είναι μετάφραση κάποιας αγγλικής έννοιας. Περίπου σημαίνει ότι κάθε μέτρο θα πρέπει να προβλέπει μέριμνα για όλες τις κοινωνικές ομάδες.
Μια πλήρης και καθολική όμως ισότητα δικαιωμάτων δεν είναι δυνατή. Άλλο το κοινωνικό κράτος, όπου όλοι δικαιούνται να απολαμβάνουν τα βασικά αγαθά, υγεία, διατροφή, στέγη, ισότητα απέναντι στον νόμο και ίσες ευκαιρίες στην εκπαίδευση και άλλο κατάργηση της αξιολόγησης και της αξιοκρατίας και επομένως της παροχής κινήτρων, ώστε οι ικανότεροι να αναλαμβάνουν θέσεις ευθύνης.
Μια πλήρης σύγχυση υπάρχει σήμερα και με τη λέξη δικαίωμα. Φυσικά σε μια ευνομούμενη πολιτεία πρέπει να διασφαλίζονται βασικά ατομικά, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα, όπως προβλέπεται στο σύνταγμα. Οι άνθρωποι όμως έχουν άπειρες επιθυμίες.
Δεν είναι δυνατό να μετατρέπονται όλες οι επιθυμίες κάθε ατόμου και ομάδας σε δικαιώματα. Υπάρχουν όρια για να συνυπάρξουμε ως σύνολο. Πρέπει να βρεθεί η χρυσή τομή ανάμεσα στο άτομο, την κοινωνία και το κράτος. Πολλές ατομικές επιθυμίες για να πραγματωθούν βλάπτουν την κοινωνική συνοχή και παραβιάζουν τα δικαιώματα των άλλων.
Οι νόμοι που οριοθετούν τα δικαιώματα πρέπει να είναι σεβαστοί τουλάχιστον μέχρι να αλλάξουν. Η βίαιη απαίτηση να γίνουν όλες μας οι επιθυμίες δικαιώματα δημιουργεί πρόβλημα συνύπαρξης. Απόλυτη ελευθερία δεν υπάρχει παρά μόνο στη φαντασία μας.
Υπάρχουμε, εάν συνυπάρχουμε και τη μόνιμη έννομη βία ασκεί το κράτος. Κάθε άλλη βία είτε των νέων είτε άλλων οργανωμένων ομάδων δεν προωθεί, ακυρώνει την ανάπτυξη, τη βελτίωση της ζωής μας. Γι’ αυτό ακριβώς οι κοινωνικοί θεσμοί, είτε οικογένεια λέγεται είτε σχολείο είτε πολιτικά κόμματα, έχουν υψηλή ευθύνη.
Η αρμονική μας συνύπαρξη δεν επιτρέπει τον άκρατο δικαιωματισμό. Τα όρια δεν περιορίζουν την ελευθερία μας, αλλά την κατοχυρώνουν. Τότε μόνο μπορούμε να μιλήσουμε για δημοκρατική κοινωνία, που δεν είναι ζούγκλα στην οποία τα ένστικτα και οι επιθυμίες του καθενός εκφράζονται και κυβερνούν και όχι ο λόγος, που αποτελεί οντολογική διάκριση του ανθρώπου.