Όταν εμείς πηγαίναμε εκείνοι γύριζαν! Αυτή η αγοραία έκφραση περιγράφει κοντολογίς την πολιτική της εκπαίδευσης στη χώρα μας, κατά την περίοδο της νεότερης ιστορίας μας. Μια ζωή θυμάμαι να αντιγράφουμε τους άλλους.

Τους αμερικάνους, του ευρωπαίους, τους καινοτόμους, τους… εκσυγχρονιστές. Τι κι αν μας αντιγράφανε εκείνοι κάποτε στα γράμματα, τις τέχνες, τον πολιτισμό και τους αγώνες μας για ελευθερία και δημοκρατία;

Από πρωταγωνιστές και πρωτοπόροι άλλων εποχών, καταντήσαμε να είμαστε τα γκαρσόνια και οι κομπάρσοι της εποχής μας, ενώ η ξενομανία και ο μιμητισμός μας, διαμόρφωναν για πολλά χρόνια και συνεχίζουν να διαμορφώνουν έως σήμερα, την κουλτούρα μας.

Μια «leasing» επαρχιώτικη υποκουλτούρα, ένα «ρούχο» δανικό που, όχι μόνο μας αρέσει να το φοράμε, αλλά και το νοιώθουμε πάνω μας «κομμένο» και «ραμμένο» στα μέτρα μας…

Όλες όμως οι ανθρώπινες συμπεριφορές έχουν την εξήγησή τους. Οι νεοέλληνες, εξαιτίας της δουλείας τόσων χρόνων, έχουμε «σφυρηλατήσει» αυτήν την συμπεριφορά και αντί να πάμε μπροστά ανοίγοντας δρόμους για τους άλλους, θεωρούμε πρόοδο να τρέχουμε ξοπίσω από τις εξελίξεις, πιθηκίζοντας και αντιγράφοντας πρότυπα και συμπεριφορές άλλων λαών.

Οι υπουργοί της Παιδείας μας, οι πιο αποτυχημένοι υπουργοί, όλων ανεξαιρέτως, των κυβερνήσεων της Μεταπολίτευσης, δεν κατάφεραν να βάλουν ούτε καν ένα μικρό λιθαράκι στο εκπαιδευτικό οικοδό- μημα ετούτης της χώρας. Ένα οικοδόμημα που πάντα «έτριζε» από μέσα, σαν τα όνειρα κάθε γενιάς που καθόταν στης «ανάγκης τα θρανία» για να μάθει λίγα γράμματα.

Από το 1974 μέχρι και σήμερα, άλλαξαν 34 φορές οι υπουργοί Παιδείας. Όλοι αυτοί οι υπουργοί είχαν κάτι κοινό μεταξύ τους: Κανένας τους δεν είχε όραμα για την Παιδεία μας! Γι’ αυτό και δεν είχαν τίποτε να δώσουν. Και δεν έδωσαν. Τα ονόματα μάλιστα των πιο αλαζόνων από αυτούς, συνδέθηκαν με τις περίφημες «μεταρρυθμίσεις» τους.

Τα σαθρά οικοδομήματα της ματαιοδοξίας τους, που ξεχαρβάλωσαν ακόμα περισσότερο τις ήδη ετοιμόρροπες δομές της δημόσιας εκπαίδευσης. Μιας δημόσιας εκπαίδευσης που ήταν πάντα το φτωχό «αποπαίδι» κάθε κυβέρνησης, το απόκληρο «παιδί» της κοινωνίας, αλλά που είχε όμως πάντα για πλούσια «προίκα», το φιλότιμο των ελλήνων εκπαιδευτικών.

Το Φινλανδικό μοντέλο εκπαίδευσης αποτέλεσε τις τελευταίες δεκαετίες το πρότυπο των ανιστόρητων και ανοραμάτιστων υπουργών της Παιδείας μας. Από εκεί «ψωνίζανε» συνήθως, την τεχνογνωσία, την επιστημοσύνη, αλλά και τις ιδέες για το μέλλον και την πρόοδο μιας Βορειοευρωπαϊκής κοινωνίας, η οποία όμως δεν είχε απολύτως τίποτα κοινό με την δική μας.

Έτσι, κούτσα-κούτσα στο διάβα των καιρών και αντιγράφοντας πάντα ξένα πρότυπα, κατάφεραν να δημιουργήσουν μια εικονική πραγματικότητα, την οποία παρουσίασαν ως «το σύγχρονο μοντέλο εκπαίδευσης της χώρας».

Έτσι φτάσαμε σήμερα σε ένα εικονικό περιβάλλον «ψευδοεκπαίδευσης» με tablets, laptops, ηλεκτρονικές τάξεις, διαδραστικούς πίνακες, ψηφιακά φροντιστήρια, και ηλεκτρονικές πλατφόρμες για μαθήματα εξ’ αποστάσεως. Το Ελληνικό Δημόσιο Σχολείο «εκσυγχρονίστηκε» – στην ψηφιακή του μορφή – με «φερτά» εκπαιδευτικά υλικά από το Βορρά της Ευρώπης.

Έτσι, νιώσαμε κι εμείς λίγο ευρωπαίοι ρε αδερφέ! Ο ψηφιακός εκσυγχρονισμός, μας βοήθησε κάπως να ξεχάσουμε λίγο και την μίζερη «αναλογική» πραγματικότητα της Δημόσιας Εκπαίδευσης.

Εκείνη που δεν προβάλλεται και δεν διαφημίζεται για ευνόητους λόγους. Εκείνη για την οποία κανένας Έλληνας δεν μπορεί και δεν πρέπει να αισθάνεται σήμερα υπερήφανος.

Είναι η άλλη όψη της εκπαίδευσης. Είναι η όψη της δύσκολης καθημερινότητας. Μιας πραγματικής εκδοχής που – σε αντίθεση με την ψηφιακή εκδοχή – συμπεριλαμβάνει και τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς και τις αίθουσες διδασκαλίας. Όχι τις ψηφιακές, αλλά τις πραγματικές. Εκείνες που πέφτουν τα ντουβάρια τους πάνω στα κεφάλια των μαθητών.

Εκείνες που μέσα τους στοιβάζονται 25 και 30 ελληνόπουλα για να κάνει οικονομία το κράτος και να μπορούν να αγοράζονται ακριβά χαλιά, λουλούδια και βασιλόπιτες στα υπουργεία του. Αρκετές από αυτές τις αίθουσες περιμένουν ακόμα – και θα περιμένουν – τους καθηγητές που πρόκειται να διοριστούν κάποια στιγμή, για να ανέβουν στην έδρα τους.

Αίθουσες που, από τη φετινή σχολική χρονιά – που μάλιστα την ονόμασαν και «χρονιά του σχολείου» – θα αριθμούν ακόμα λιγότερες, μετά από την απόφαση του υπουργείου Παιδείας για αθρόες συγχωνεύσεις και καταργήσεις σχολείων και τάξεων. Μια πρωτοφανή «επιδρομή» κατά της δημόσιας και δωρεάν Παιδείας, στο όνομα ενός οικονομικού εξορθολογισμού, τον οποίο μόνο ο υπουργός Παιδείας αντιλαμβάνεται.

Όμως, πριν καλά-καλά προλάβουν να χαρούν τα «επιτεύγματά» τους οι νεωτεριστές «γκουρού» της Παιδείας μας, βρέθηκαν προ εκπλήξεων.

Στον πηγαιμό τους για την «Ιθάκη της Φινλανδίας», συνάντησαν τους Φιλανδούς να επιστρέφουν. Όταν εμείς πηγαίναμε δηλαδή, εκείνοι γύριζαν!

Στο Ριχιμάκι της Φινλανδίας, οι μαθητές άφησαν στο σπίτι τους τα έξυπνα κινητά και τα τάμπλετς τους και γύρισαν στις τάξεις τους με βιβλία, τετράδια, μολύβια και στυλό. Οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί αυτής της μικρής πόλης που συνεργάζονται ουσιαστικά – χωρίς την διαμεσολάβηση πλατφόρμων παραπόνων όπως γίνεται σε εμάς – διαπίστωσαν από κοινού τον αρνητικό αντίκτυπο που έχουν οι οθόνες στα παιδιά τους και τις «απέβαλαν» από τα σχολεία τους.

Παρά το γεγονός ότι το Φινλανδικό εκπαιδευτικό σύστημα θεωρείται πρωτοπόρο στην εισαγωγή νέων τεχνολογιών στις αίθουσες διδασκαλίας, επανεκτιμήθηκε η κατάσταση και αποφασίστηκε να επιστρέψουν οι μαθητές και οι εκπαιδευτικοί στις παραδοσιακές μορφές διδασκαλίας και μάθησης. Μέχρι πρόσφατα, πολλά σχολεία στην Φινλανδία έδιναν δωρεάν φορητούς υπολογιστές σε όλους τους μαθητές, από την ηλικία των 11 ετών.

Οι εκπαιδευτικοί όμως παρατήρησαν ότι τα παιδιά χρησιμοποιούσαν τόσο πολύ τις ψηφιακές συσκευές, που ζούσαν και αλληλεπιδρούσαν μόνο μέσα σε οθόνες. Αυτό είχε ως συνέπεια τους συνεχείς αντιπερισπασμούς, την απώλεια της προσοχής και της συγκέντρωσής τους, ενώ σε πολλά παιδιά διέκριναν μια ιδιαίτερη νευρικότητα.

Οι περισσότεροι μαθητές έκαναν τις ασκήσεις τους όσο πιο γρήγορα μπορούσαν, για να καταφέρουν στη συνέχεια να παίζουν ηλεκτρονικά παιχνίδια κάποιοι από αυτούς και κάποιοι άλλοι να συνομιλούν σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ο αντίκτυπος όλων αυτών αποτυπώθηκε, όπως ήταν φυσικό, και στα αποτελέσματα της μάθησης.

Τα τελευταία χρόνια, σε όλη την Φινλανδία, διαπιστώθηκε μια υποχώρηση των καλών μαθησιακών αποτελεσμάτων στα παιδιά και αυτό αποδόθηκε στις σύγχρονες πρακτικές που χρησιμοποιήθηκαν, οι οποίες αρχικά θεωρήθηκαν ως καλές, αλλά δεν ήταν.

Έτσι, η κυβέρνηση σχεδίασε νέα νομοθεσία για την απαγόρευση της χρήσης συσκευών προσωπικής χρήσης, όπως έξυπνα τηλέφωνα και τάμπλετς, κατά το σχολικό ωράριο, με σκοπό να μειώσει τον χρόνο έκθεσης των παιδιών στην οθόνη.

Αλλά και οι παιδοψυχολόγοι συμφώνησαν στο ότι, η υπερβολική ψηφιακή χρήση κατά την εκπαιδευτική διαδικασία, συνοδεύεται από σοβαρούς σωματικούς και ψυχικούς κινδύνους, όπως προβλήματα με την όραση και αυξανόμενο άγχος.

Ο εγκέφαλος είναι ιδιαίτερα ευάλωτος σε παιδιά νεαρής ηλικίας που δεν μπορούν να διαχειριστούν όλη αυτήν την ψηφιακή υπερέκθεση.

Στην Φινλανδία τα κατάφεραν!

Έκαναν την αυτοκριτική τους και με περίσσεια θάρρους και πολιτικής ευθύνης, τόλμησαν να έρθουν σε ρήξη με πρακτικές που αποδείχθηκαν τελικά επιζήμιες για το εκπαιδευτικό τους σύστημα.

Για να δούμε όμως τώρα εδώ, οι δικοί μας «πεφωτισμένοι» άρχοντες – οι εμπνευστές του «κινητού στην τσάντα» – πως θα το «καταπιούν» όλο αυτό; Γιατί, «στη χώρα των απευθείας αναθέσεων», μια παρόμοια ενέργεια θα έπληττε ανεπανόρθωτα, συμφέροντα, προμηθευτές και μίζες ημετέρων…

Εμείς πάντως εδώ, ως κοινωνία, δεν φοβόμαστε απολύτως τίποτα. Όσο ο κόσμος «βγαίνει από τα ρούχα του» γιατί αγοράστηκαν ακριβά χαλιά και αγαλλιάζει γιατί αγοράστηκε ακόμα μια φρεγάτα, είμαι βέβαιος πως όλα θα πάνε καλά!

https://moschonas.wordpress.com