Ο κόσμος μας, είναι γνωστό αυτό, βρίθει παραδειγμάτων από δημόσιες φιγούρες που βλέπουν τη σκιά τους στη δύση του ήλιου και μπερδεύουν εαυτούς με τον Μέγα Αλέξανδρο.

Η ανθρώπινη ματαιοδοξία του ασύστολου εγωισμού για το άγγιγμα της υστεροφημίας, είναι μια πολυφορεμένη μασκαράτα από την γκαρνταρόμπα της παγκόσμιας Ιστορίας. Δεν λέμε κάτι καινούργιο. Κρούομε ανοικτές θύρες.

Πολλά δημόσια πρόσωπα των θλιβερών καιρών μας, έχουν υπερβεί το μέτρο, δίνοντας μια χροιά γραφικότητας και μωρίας, στην ένδοξη διαφορετικότητα της καταγέλαστης επικαιρότητας μας.

Πολλά από αυτά, είτε θεωρούν τους εαυτούς τους σαν αναντικατάστατους και ειδήμονες στη στρατηγική του Ναπολέοντα, είτε δόκτορες στις αναλύσεις του Σαίξπηρ και της διεθνούς πολιτιστικής διπλωματίας.

Ωστόσο, πολλοί απ’ αυτούς αν δεν διεκδικούσαν δάφνες (όπως αυτές από τα δάφνινα στεφάνια που έβαζε ο Καίσαρας το κεφάλι του για να κρύβει τη φαλάκρα του), θα μπορούσαν να κάνουν περισσότερα από τα αστεία του Σαίξπηρ, απλά και μόνον ως αστεία, για να μην πλήττουμε στην καθημερινότητά μας.

 

σπιναλόγκα
Υποψηφιότητα Σπιναλόγκας στα μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Unesco: Μια ιστορική ευγενική συλλογική προσπάθεια που ξεκίνησε πριν μια εικοσαετία από την Κοινωνία των Πολιτών και υιοθετήθηκε ως επίσημη υποψηφιότητα της χώρας, γελοιοποιήθηκε από «στυλίτες» της φρικτής εγωπάθειας και του Ηροστράτειου συνδρόμου

Η πρέπουσα ανταμοιβή, πάντοτε, των ιδιοφυιών της αυτοδιοίκησης ακόμη και στην ελληνική επαρχία, είναι η αθανασία. Εκείνη, που δεν τους ενδιαφέρει αν θα την κερδίσουν τυχαία ή ουσιαστικά, φυσικά ή πλασματικά, θετικά ή αρνητικά. Αυτήν την τελευταία μορφή της, την κακοφημία, που προκειμένου να δώσει κι αυτή ένα διαβατήριο για τη μαύρη αθανασία, οι άνθρωποι αυτοί, θα τολμήσουν τα πάντα, προκειμένου να εξευτελίσουν ένα σκοπό. Όσο υψηλός κι αν είναι αυτός.

Αναρωτιέμαι πολλές φορές, χάριν σε ποιες παραξενιές της τύχης κατορθώνει κάποιος δημόσιος άνδρας να μείνει στην Ιστορία.  Σαν απάντηση μου έρχεται γρήγορα στο νου, το παράδειγμα του Ηρόστρατου. Διαχρονική ιστορική περίπτωση, που ταιριάζει απόλυτα, αφού δεν βασίζεται σε καμιά παραξενιά της τύχης, αλλά σε δεδηλωμένη πρόθεση:

Ένας απλός πολίτης της Εφέσου με το όνομα Ηρόστρατος, τη βραδιά που  κατά την παράδοση γεννιόταν ο Μέγας Αλέξανδρος το 356 π.Χ. με πρόθεση να κάνει το όνομά του αθάνατο, πυρπόλησε το ναό της Αρτέμιδος στην Έφεσο, ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Έτσι επέζησε μέχρι σήμερα το όνομα αυτού που πυρπόλησε το ναό, ενώ χάθηκε ο μνήμη εκείνου που τον έχτισε!

Παρακολουθώ με αποτροπιασμό και πόνο ψυχής την αποτυχία από την ενταξιακή προσπάθεια της οχυρής νησίδας Σπιναλόγκας στη λίστα των μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς της Unesco, όπως ξεκίνησε, για να καταντήσει στο τέρμα του δρόμου της μια γελοιοποιημένη μασκαράτα με συγκεκριμένους πρωταγωνιστές. Και με παρασκήνια ιδιοτελών πολιτικών σκοπιμοτήτων και αυτοπροβολής, κυρίως στους υπονόμους μιας δημοτικής πολιτικής δυσοσμίας.

Αυτής που στην ουσία της είχε εκχωρηθεί αποκλειστικά τα τελευταία χρόνια όλη η εθνική προσπάθεια, για να «κάψει» εργολαβικά το χαρτί. Από σύγχρονους Ηρόστρατους που έφτασαν να καπελώνουν συστηματικά τους χειρισμούς του ίδιου του ΥΠΠΟΑ. Να το κατευθύνουν και να το υποκαθιστούν χάριν προσωπικής προβολής και εσωτερικής κατανάλωσης και λαϊκισμού. Κι ας ήταν ολοφάνερα τα σημάδια της συντριβής.

Κι ας υπήρχαν πολλές, πάμπολλες προειδοποιήσεις. Κι ας γνώριζαν ότι η επιμονή εξαπάτησης με ψεύδη και αίολα επιχειρήματα προς το Διεθνή Οργανισμό θα έκαναν τους ξένους, επιεικώς να γελούν ευγενικά. Κι ας υπήρχαν σωστικές λύσεις που μπορούσαν να περισώσουν την παταγώδη συντριβή. Κι όμως, τόσο το κεντρικό ΥΠΠΟΑ, όσο και οι τοπικοί του εντεταλμένοι spokesmen, υπηρεσιακοί και «αναντικατάστατοι» αιρετοί, έκαναν εργολαβικά ό,τι μπορούσαν για να «φάνε πόρτα».

Η μοναδική ευγενική συλλογική προσπάθεια που ξεκίνησε πριν από μια εικοσαετία από την κοινωνία των πολιτών, επισημοποιήθηκε από το ΤΕΕ/ΤΑΚ και υιοθετήθηκε από την ίδια την Ελληνική Πολιτεία, γελοιοποιήθηκε από «στυλίτες» της φρικτής εγωπάθειας, του οπορτουνισμού και του Ηροστράτειου συνδρόμου. Και ναι, παρέσυραν μαζί τους στο βάραθρο, μέσα στο δεδηλωμένο παθολογικό εγωισμό τους, μια εθνική προσπάθεια καταξίωσης ενός εμβληματικού μνημειακού συνόλου στις δέλτους της συλλογικής μνήμης της ανθρωπότητας. Μόνο το επίγραμμα «ώδινεν όρος και έτεκεν μυν» του Λουκιανού μπορεί να αποδώσει τη συντριβή.

Άνθρωποι μικροί, σε μεγάλες στιγμές. Άνθρωποι σπιθαμιαίοι και καχεκτικοί στη δημόσια διακονία των υψηλών στόχων. Άνθρωποι ανεπαρκείς στα υψηλά λειτουργήματα των Κοινών υποθέσεων. Άνθρωποι που δεν λογοδοτούν σε κανένα, παρά στον μοναδικό νομιμοποιό αφέντη τους: Στον εαυτό τους και στον πρωτογονισμό της εγωπάθειά τους.

Είναι δεκάδες οι δημόσιες παρεμβάσεις του υποφαινόμενου σε ανύποπτους χρόνους. Παρεμβάσεις που συναντούσαν την παχυδερμική απάθεια και σνομπισμό του ΥΠΠΟΑ αλλά, κυρίως, τις κακοήθεις συκοφαντίες, τη διαβολή έως και απειλές από χρισμένους τοπικούς θαλαμηπόλους του ΥΠΠΟΑ. Αντί αυτού δημιουργούσαν φανταστικούς εχθρούς και επιδίδονταν σε ένα ανελέητο κυνήγι μαγισσών γιατί τους γινόταν κριτική.

Αλλά κυρίως γιατί υπήρχε η άλλη άποψη για το τι συμβαίνει με την οχυρή νησίδα, και κυρίως με τη ζώνη επιρροής της. Για την οικτρή λιγοσύνη των δεσμεύσεων ή και τα ψεύδη ακόμη, έναντι της Διεθνούς Κοινότητας. Είναι κουραστικό και ανώφελο να επαναλαμβάνονται, άλλωστε scripta manent. Τι μένει όμως σαν επιστέγασμα από αυτήν την εικοσαετή προσπάθεια, που ναι, προσβάλλει και την ίδια τη χώρα;

Είναι πρωτόγνωρο στα χρονικά και την ιστορία αυτού του τόπου, που σε πολύ χαλεπότερους καιρούς, με πατριωτισμό, ομαδικότητα με πίστη και αγώνες, έδιωξε κάθε λογής κατακτητή με τίμημα πολύ αίμα, πόνο και δάκρυα, να μην μπορεί σήμερα σε ειρηνικούς καιρούς, να τερματίζει επιτυχώς μεγάλους και υψηλούς στόχους, επειδή υπάρχουν Ηρόστρατοι και Νέρωνες.

Η στοιχειώδης ομοουσιότητα και συλλογικότητα σε μεγάλα προτάγματα, αντί να επιβεβαιώνουν τις αγαθές δυνάμεις αυτού του λαού, επιβεβαιώνουν εν πολλοίς τις μαύρες σελίδες του: η ανιδιοτελής προσφορά, η συλλογικότητα  και ο εθελοντισμός για τον τόπο, δεν μπορούν να επιβιώσουν ανάμεσα σε Ηρόστρατους και Νέρωνες, που είτε με τον ένα, είτε με τον άλλον τρόπο, κατά σύστημα και κατά συρροή, για να κερδίσουν μια θέση στο «εγώ» τους, στις μαύρες σελίδες της Ιστορίας, είναι ικανοί να περιλούσουν τη βενζίνη και να ανάψουν το δαυλό.

Γιατί το τέλος είναι αυτό που στεφανώνει το έργο. Αδιάφορο είναι γι’ αυτούς το ολοκαύτωμα. Αδιάφορες και οι στάχτες. Και ο Νέρων, «ασυνείδητος, ήσυχος κι ευτυχής βαθειά κοιμάται» κατά πως λέει ο ποιητής. Σιγά μη φοβηθεί τις Ερινύες…