Μια εμβληματική μορφή του αθλητισμού και της ηρακλειώτικης κοινωνίας, ταξίδεψε πρόσφατα για την αιωνιότητα. Ο αξέχαστος Μιχάλης Λέκκας.
Οι συναρπαστικές επιδόσεις του στον αθλητισμό, το λατρευτικό πάθος του για τον ΟΦΗ, την ομάδα της καρδιάς του, η ανεπανάληπτη, εικόνα του αγνού και συνειδητοποιημένου αθλητή, του αξεπέραστου τερματοφύλακα, αν και είναι πανελληνίως γνωστά, είναι αρμοδιότητα άλλων να τα εξάρουν.
Προσωπικά θέλω να κάνω μια αναδρομή το 1957. Ήμουν σπουδάστρια στο 2ο έτος της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ηρακλείου, όταν για πρώτη φορά άκουσα την αναφορά του ονόματος Λέκκας. Σ’ ένα διάλειμμα των μαθήματων, είδα τις συσπουδάστριές μου να τρέχουν στον περίβολο της Σχολής, να σκαρφαλώνουν στα κάγκελα και να επαναλαμβάνουν με ενθουσιασμό: Ο Λέκκας, ο Λέκκας. Ήμουνα χωριατάκι και είχα άγνοια του θέματος. Τι έτρεχε;!
Από τη λεωφόρο Ακαδημάις έξω απ’ τη Σχολή περνούσε ομαδικά ένα δημοτικό Σχολείο, προφανώς με εκδρομικό προορισμό. Επικεφαλής ήταν νέας ευσταλής νέος, ωραίος σαν αρχαίος Θεός! Ήταν ο Μιχάλης Λέκκας που υπηρετούσε δάσκαλος στο Εκπαιδευτήριο της Χρυσούλας Μπουρλώτου.
Όταν αργότερα γνώρισα τον άνθρωπο της ζωής μου, το μοναδικό μου Απολλόδωρο με περίμενε μια πολύ μεγάλη έκπληξη: Ο εξ απορρήτων επιστήθιος φίλος, ο αδελφός, που δεν είχε, δεν ήταν άλλος από το δάσκαλο για τον οποίο παραληρούσαν οι συσπουδάστριές μου, όταν περνούσε έξω από τη Σχολή΄. Ο Μιχάλης Λέκκας.
Τότε γνώρισα τον πιο σπάνιο άνθρωπο όλης μου της ζωής. Τον πιο δοτικό τον πιο γενναιόδωρο, τον πιο αφοσιωμένο φίλο. Στάθηκε σε δύσκολες ώρες πολύτιμος εμψυχωτής και συμπαραστάτης.
Στην πιο οδυνηρή μου περιπέτεια, ενός εξαιρετικά δύσκολου τοκετού, δεν ήταν απλά παρών. Στην κλινική απ’ όπου δεν έλειψε στιγμή, έσπευσε ένα κάνει αεροβάπτισμα στο νεογέννητο, του οποίου κινδύνευε η ζωή και να πρωτοστατήσει στην εσπευσμένη μεταφορά στο Νοσοκομείο Παίδων της Αθήνας, ενέργεια που υπήρξε η σωτηρία του βρέφους.
Ο πολυαγαπημένος νονός του μονάκριβου γιού μου. Του Νεκτάριου. Ο ακριβός και ξεχωριστός για όλη την οικογένεια που έφερνε στο σπίτι μου την ευλογία της άδολης αγάπης του, τη χαρά, τη ζεστασιά, την αισιοδοξία.
Ξέρω καλά, πως θα επικριθώ γι αυτό το σημείωμα. Γιατί δεν συνάδει ο τρόπος γραφής, με αποχαιρετισμό σ’ ένα μεταστάντα. Μα ξέρω επίσης καλά, αγαπημένε μου σύντεκνε πως δεν θα ήθελες άλλο τρόπο αποχαιρετισμού.
Σ’ ευχαριστώ, που μετουσίωσες την ομορφιά της ψυχής σου, σε απροσποίητη και βαθιά αγάπη για όλους.
Σ’ ευχαριστώ, που εμφύσησες αυτή τη μετουσίωση, στην αγαπημένη σου Καίτη, κι είναι δοσμένη ολόψυχα σ’ εκείνους που αγαπήσατε μαζί.
Ελένη Πλαγιωτάκη – Σαατσάκη