Στο περίφημο μυθιστόρημά του «Έγκλημα και τιμωρία» ο μεγαλοφυής Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι παρουσιάζει τον κεντρικό ήρωα Ρασκόλνικοφ να διαπράττει ένα φόνο με ιδεολογικά κίνητρα και σιγά-σιγά να έρχεται αντιμέτωπος με τις συνέπειες της πράξεώς του.

Έτσι, προτού τιμωρηθεί από το νόμο, αντιμετωπίζει μια αληθινή ψυχική κόλαση που όχι απλώς τον ωθεί να ομολογήσει το έγκλημά του και να ζητήσει συγχώρεση από το Θεό και την ανθρωπότητα, αλλά και να γνωρίσει τον άλλο, το φωτεινό εαυτό του, αυτόν που κρύβει μέσα του.

Πρόκειται για μια ανατομία της ανθρώπινης ψυχής στην οποία προβαίνει ο Ντοστογιέφσκι, αποκαλύπτοντας όχι μόνο τη διαστροφή που μπορεί να επιφέρει στον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου η ιδεολογική αγκύλωση αλλά και τη λύτρωση που μπορεί να επέλθει από την αποδοχή της υπαιτιότητας και των ευθυνών σε περίπτωση μιας εγκληματικής πράξεως.

Είχαμε τούτες τις μέρες στη χώρα μας ένα τεράστιο δράμα με τις πυρκαγιές στην Αττική, που επέφεραν το φρικτό θάνατο πολλών δεκάδων συνανθρώπων μας και κατέστρεψαν περιουσίες και το φυσικό περιβάλλον.

Ακούμε τις ανταποκρίσεις των δημοσιογράφων και βλέπουμε τις εικόνες καταστροφής από τον τόπο του δράματος και καταλαβαίνουμε πως οι λέξεις, σε πολλές περιπτώσεις, είναι ανίκανες να περιγράψουν το μέγεθος της καταστροφής και τον πόνο, την οδύνη και την οργή των ανθρώπων.

Το ερώτημα εγείρεται αμείλικτο: πρόκειται για ένα φαινόμενο περίπου φυσικό και αναμενόμενο σε τόπους σαν κι αυτόν στον οποίο έσπειρε το θάνατο και την καταστροφή η φωτιά κι επομένως δεν πρέπει να αναζητούμε ενόχους, πέραν αυτών που έχτισαν τα σπίτια τους εκεί (αυθαίρετα ή μη), ή πρόκειται για ένα έγκλημα, οπότε υπάρχουν κι άλλοι ένοχοι, που πρέπει να αναζητηθούν και να τιμωρηθούν;

Θα πρέπει προφανώς να δεχτούμε ότι κάθε πευκόφυτη περιοχή είναι εύκολη λεία της φωτιάς σε περίπτωση πυρκαγιάς κι ότι εκεί η επικινδυνότητα είναι πολύ μεγάλη. Στις περιοχές αυτές η φωτιά μπορεί να ξεσπάσει από πολλές αιτίες: κεραυνό, γυαλιά εκτεθειμένα στον ήλιο, καλώδια της ΔΕΗ, ένα αποτσίγαρο κάποιου απρόσεκτου, εμπρησμό κ.ά.

Αφού, λοιπόν, τέτοιες περιοχές είναι τόσο επικίνδυνες σε περίπτωση  πυρκαγιάς, κακώς που επιτρέπεται το χτίσιμο σπιτιών και η διαμονή ανθρώπων. Και ποιος επιτρέπει να χτίζονται τα σπίτια ή, όταν χτίζονται, ποιος δεν παρεμβαίνει ανασταλτικά ή ποιος δεν σχεδιάζει τον πολεοδομικό ιστό της περιοχής με όλες τις απαραίτητες υποδομές; Και ποιος δεν υλοποιεί λεπτομερώς το σχέδιο διαφυγής;

Η απάντηση είναι απλή: το ελληνικό κράτος:  Και με τη λέξη «κράτος» εννοώ όλους εκείνους τους παράγοντες που ασκούν εξουσία: την κυβέρνηση, τις περιφέρειες και τους δήμους με τις υπηρεσίες που διαθέτουν.

Υπάρχει, επομένως, ένοχος (και μάλιστα διαχρονικός) κι αυτός είναι το κράτος και οι υπηρεσίες του. Στην Ελλάδα, δυστυχώς, ποτέ το κράτος δεν οργανώθηκε σωστά, ορθολογικά, καθώς βρισκόταν πάντοτε κάτω από τις κομματικές εντολές: το ελληνικό κράτος υπήρξε πάντοτε κράτος κομματικό, δηλαδή πελατειακό.

Επομένως, κανείς δεν τολμούσε, δεν τολμά και μάλλον δεν θα τολμήσει να αλλάξει την κατάσταση, όσο το κομματικό κράτος εξακολουθεί να ζει και να βασιλεύει. Διότι, αν τα πράγματα αλλάξουν, θα χαθεί η κομματική πελατεία. Έτσι λειτουργούσε το ελληνικό κράτος από της συστάσεώς του κι έτσι εξακολουθεί να λειτουργεί και σήμερα που κυβερνά η αλλήθωρη αριστεροδεξιά, αυτή που υποσχέθηκε να αλλάξει την κατάσταση, αλλά χτίζει τη δική της κομματική πελατεία.

Ποιος, όμως, και πώς θα τιμωρήσει το κράτος; Ποιος και πώς θα βρει τους ενόχους μέσα στον κυκεώνα της γραφειοκρατίας και της πολυνομίας; Ποιος θα βρεθεί να αλλάξει με μια ειρηνική, δημοκρατική επανάσταση την κοινωνία, τις κρατικές δομές και την κρατική λειτουργία;

Αυτό είναι το μεγάλο μας πρόβλημα, εφόσον όλες οι κυβερνήσεις παραδέρνουν στο φαύλο κύκλο που ο Παπαδιαμάντης προσδιόρισε στους «Χαλασοχώρηδες» ως εξής: «Η ακαθαρσία παράγει τον φθείρα και ο φθειρ παράγει την ακαθαρσίαν»: το κόμμα παράγει την πελατεία και η πελατεία το κόμμα.

Ωστόσο, αυτό το πρόβλημα δεν λύνεται από τη μια μέρα στην άλλη. Χρειάζεται ν’ αλλάξουν πολλά πράγματα, ξεκινώντας από την παιδεία του λαού και φτάνοντας στην πολιτική συνείδηση των ασκούντων την εξουσία.

Οι ασκούντες την εξουσία! Ας το συγκεκριμενοποιήσουμε, έχοντας ως παράδειγμα τους παρόντες. Τους είδαμε στην περίπτωση των πλημμυρών της Μάνδρας, τους είδαμε και τώρα. Δεν ιδρώνει το αυτί τους. Εκατοντάδες άνθρωποι, νέοι, γέροι και μικρά παιδιά πνίγονται στα λασπόνερα ή καίγονται σαν λαμπάδες, περιουσίες καταστρέφονται, το φυσικό περιβάλλον δέχεται ένα σοβαρότατο χτύπημα, και δεν βρίσκεται ένας άνθρωπος της εξουσίας με ευαισθησία, που θα αναλάβει τις ευθύνες του, εκτός από δυο αντιδημάρχους στο Μαραθώνα και μπράβο τους!

Ανέλαβε ο πρωθυπουργός μας την «πολιτική», λέει, ευθύνη για την καταστροφή. Αλήθεια, τι σημαίνει αυτό; Τι σημαίνει ότι κάποιος είναι πολιτικά υπεύθυνος; Μήπως είναι μόνο ωραία λόγια που έχουν εφεύρει οι πολιτικοί (οι οποίοι, σημειωτέον, είναι «μανούλες» σε αυτά τα λεκτικά τερτίπια), για να καλύπτουν τις βαρύτατες ευθύνες τους σε περιπτώσεις καταστροφικής αποτυχίας τους και να μένουν κολλημένοι στις θέσεις εξουσίας;

Ας καταλάβουν, όμως, τόσο ο πρωθυπουργός όσο και οι υπουργοί, που βγήκαν στην τηλεόραση και κοντολογίς μας είπαν πως όλα λειτούργησαν τέλεια, ότι εδώ δεν πρόκειται για αυτοκίνητα και σπίτια μόνο. Πρόκειται για ανθρώπους, για μικρά παιδιά, για οικογένειες που ξεκληρίστηκαν με φρικτό τρόπο. Απέναντι σε ένα τέτοιο γεγονός δεν βρίσκεις δικαιολογίες ούτε λες ότι μένεις για να δώσεις τη μάχη, αφού ήδη την έδωσες και ηττήθηκες.

Ήδη οι εμπλεκόμενοι υπουργοί (αλλά και η περιφερειάρχης και οι δήμαρχοι) έπρεπε να έχουν υποβάλει τις παραιτήσεις τους και ο πρωθυπουργός να τις έχει κάνει αποδεκτές, δείχνοντας έτσι ότι σέβεται τη μνήμη των νεκρών. Έγραψα στην αρχή ότι ο Ρασκόλνικοφ, μετά το έγκλημά του, αντιμετώπισε μια ψυχική κόλαση, καθώς τον έτυπτε η συνείδησή του για το έγκλημα που επιτέλεσε.

Οι υπουργοί μας νιώθουν συνειδησιακά τόσο άνετα, ώστε να επιμένουν, σαν να ήταν εντελώς αθώοι, να παραμένουν στις θέσεις τους; Πού πήγε, αλήθεια, το περίφημο ελληνικό φιλότιμο; Και ο πρωθυπουργός γιατί δεν αφουγκράζεται την οργή των πολιτών και τις κραυγές των θυμάτων, που ζητούν δικαίωση;

Αποτελεί υψηλή πράξη μεγάλης ηθικής αξίας η έμπρακτη ανάληψη των ευθυνών που αναλογούν στον καθένα, που εν προκειμένω μεταφράζεται σε παραίτηση. Αλλά, δυστυχώς, από τη στιγμή που η πολιτική μετέβη από την πράξη που επιβάλλει ο ρεαλισμός στα θεωρητικά ιδεολογήματα, η ηθική εξαφανίστηκε από τους προβληματισμούς της πολιτικής και κατέληξε στην ιδεολογικοποίηση (Wolfgang Kulmann, Η πολιτική σκέψη του Αριστοτέλη, σ. 17).

Πρόκειται για την κατάσταση που ζούμε σήμερα στην Ελλάδα. Φαίνεται πως οι «ιδεολόγοι» πολιτικοί μας αφενός «ποντάρουν» στη λήθη των ανθρώπων και, αφετέρου, πιστεύουν πως μόνο κάποια οικονομικής φύσεως (απαραίτητα) μέτρα είναι αρκετά για την επίλυση του τεράστιου ηθικού, πολιτικού και ποινικού ζητήματος που εγείρουν τα γεγονότα.

Ωστόσο, ένα είναι βέβαιο: οι Ερινύες της συνείδησης, θέλοντας και μη, θα τους ακολουθούν σε όλη τους τη ζωή. Για να κλείσω, δανείζομαι τον τίτλο του μυθιστορήματος της Διδώς Σωτηρίου: «Οι νεκροί περιμένουν».