«Μαζί μας απόψε ήταν ο γνωστός αρχιμουσικός του Δήμου Ηρακλείου Μηνάς Τζωρτζάκης. Αγαπητοί ακροατές, καληνύχτα σας». Η ευγενική φωνή του Μηνά, παρουσιαστή της ραδιοφωνικής εκπομπής, ηχούσε ακόμα στα αυτιά του αν και είχαν περάσει πάνω από τριάντα χρόνια από τότε που την είχε πρωτακούσει στον τοπικό ραδιοσταθμό.
Φίλοι έγιναν είκοσι χρόνια αργότερα. Ο Μηνάς, γνωστός και καταξιωμένος αρχιτέκτονας του Μεγάλου Κάστρου, είχε δικό του Μουσείο Εικαστικών Τεχνών, όπου φιλοξενούσε δωρεάν εκθέσεις Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών, ενώ στο παρελθόν είχε δημοσιεύσει διηγήματα στο περιοδικό «Παλίμψηστον» της Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης. Είχαν χαθεί για λίγο, αλλά η πρόσφατη έκδοση συλλογής διηγημάτων από τον Μηνά τον επανέφερε στο προσκήνιο της μνήμης του. Έτσι, βρέθηκαν για καφέ στον αγαπημένο χώρο του αρχιτέκτονα, το ιστορικό «ΝΤΟΡΕ».
Ο Μηνάς τον περίμενε ήδη μιλώντας στο κινητό του. Ο ασπρομάλλης αρχιτέκτονας με τα ατημέλητα μακριά μαλλιά και το κάζουαλ ντύσιμο είχε μια έμφυτη κομψότητα στους τρόπους και την ομιλία. Μίλησαν εναλλάξ, ταίριαξαν οι ρυθμοί των λόγων τους, πάντρεψαν τα ενδιαφέροντά τους.
Οι λεκτικές περιγραφές για το θέατρο, το χορό, τη μουσική, τη λογοτεχνία και την αρχιτεκτονική, έγιναν νοερές εικόνες στα μάτια των συνομιλητών. Ήταν ένα «λεκτικό» βαλς, καθώς οι λέξεις ηχούσαν ταιριαστά σαν αέρινοι ρυθμικοί στρόβιλοι.
«Ξέρεις, ετοιμάζω ένα μυθιστόρημα μαζί με έναν άλλο συγγραφέα. Η πρωτοτυπία είναι ότι το γράψαμε εναλλάξ, μια σελίδα εγώ και μια σελίδα εκείνος», είπε χαμογελαστά ο Μηνάς. Εξήρε την προσπάθεια και τον παρότρυνε να μάθει χορό, αφού θα διοργάνωνε μια βραδιά τζαζ στο εγγύς μέλλον, όπως του προανέφερε.
«Μα δεν πάει το σώμα μου, δεν θα τα καταφέρω», δικαιολογήθηκε.
Εξήγησε στον καστρινό ευπατρίδη του πολιτισμού ότι ο χορός δεν έχει όρια, ηλικιακά και σωματικά. Είναι μια μη λεκτική έκφραση της ψυχής, τρόπος επικοινωνίας με τον συνάνθρωπο, την Τέχνη, μα πάνω απ’ όλα με τον ίδιο μας τον εαυτό. Πείστηκε.
Σηκώθηκαν να φύγουν και στην είσοδο του «ΝΤΟΡΕ» ο Μηνάς του έδειξε μια τεράστια παλιά φωτογραφία, με παρέες που κάθονταν στα τραπέζια σε έναν αποκριάτικο χορό. Ξεχώριζαν ένας άνδρας με μαύρο σμόκιν και μια όμορφη γυναίκα με λευκή τουαλέτα.
«Οι γονείς μου, αρραβωνιασμένοι το 1938, σ’ αυτή εδώ την αίθουσα. Γι’ αυτό έρχομαι εδώ», του είπε δείχνοντας τις δυο φιγούρες νοσταλγικά. Άφησε τη φαντασία του ελεύθερη να «δει» ένα αέρινο βαλς στις τζαμαρίες του «ΝΤΟΡΕ» από τους γονείς του Μηνά…
* Ο Αγησίλαος Κ. Αλιγιζάκης είναι ιατρός ορθοπεδικός, πολιτισμολόγος