Τα ψυχικά γεγονότα της ιστορικής αυτής ημέρας, της 28πς Οκτωβρίου 1940, τα ψυχικά γεγονότα του Έλληνα εκείνης της αυγής,  η ψυχική ετοιμασία των Ελλήνων για τον πόλεμο που δεν ήθελαν, αλλά και δεν ήθελαν υποταγή σε ξένο κατακτητή, μπορούν να περιγραφούν περίπου ως εξής: Θα ’τανε δεν θα ’τανε τέσσερες το πρωί, νύχτα πυκνή, φθινοπωρινή και ήρεμη, όταν ξάφνου πόρτες σφαλιστές ανοίξαν και βγήκαν ανθρώποι λογής – λογής, με τον ύπνο στα μάτια, και αρχίσαν πρώτοι αυτοί να ψιθυρίζουν το μεγάλο μαντάτο. Φωνές χαμηλές στην αρχή, πρόσωπα ανήσυχα, αλλά αποφασιστικά, ψυχές έτοιμες από καιρό και θαρραλέες, που αξιώθηκαν τέτοια ημέρα και τέτοια δόξα: «Ο Γκράτσι πήγε στην Κηφισσιά, στον Μεταξά.

Ο Μεταξάς του είπε ΟΧΙ, του αρνήθηκε. Του αρνήθηκε και ο Γεώργιος» ΟΧΙ. Και μεμιάς τα βλέφαρα ανοίξαν διάπλατα, οι καρδιές ανοιχθήκαν και οι φωνές θριαμβικές αντιλάλησαν ΟΧΙ. Και σηκώθηκε η πέτρα από το στήθος τους, πέτρα βαρειά που την είχαν τόσο καιρό πια θεριέψει η ανησυχία και η έγνοια για την πατρίδα, πέτρα βαρειά που την είχαν θεριέψει οι ιταλικές ειρωνείες, οι απειλές, οι ύβρεις, οι προσβολές που άνθρωπος ελεύθερος και χώρα ελεύθερη δεν σηκώνουν.

Πέτρα που την είχε κάνει βαρειά και ασήκωτη η υποκρισία, το ψέμμα και η δολιότητα γείτονα «σπουδαίου» που ήθελε να φαίνεται ισχυρός, κυρίαρχος, διαφεντευτής. Και ακόμα πιο βαρειά είχε γίνει η πέτρα με την προσβολή της Παναγιάς στην Τήνο ανήμερα στην γιορτή Της. Προσβολή και ύβρις που καλούσαν την Νέμεση για την δίκαιη τιμωρία άνανδρου δολοφόνου κρυμμένου, όπως νόμιζε, στην ανωνυμία.

Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΟΣΗΜΑ
Το “ΟΧΙ” εορτάσθηκε πρώτη φορά στην ελεύθερη πλέον Ελλάδα την 28/10/1945 με την κυκλοφορία της σειράς “ΟΧΙ 28 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940”. Ο παρουσιαζόμενος φάκελος φέρει την πλήρη τετράδα της σειράς με σφραγίδα αποστολής πρώτης ημέρας κυκλοφορίας.

Και τώρα πια η πέτρα έφυγε από τα στήθη τα ελληνικά, ένιωσαν όλοι ότι η Νέμεση ερχόταν τιμωρός και ελεύθερη και μυριόστομη ακούστηκε η κραυγή στα πέρατα του κόσμου και της Ιστορίας τα πέρατα: ΟΧΙ. Και συναχθήκαν τότε από δρομάκια και γειτονιές εκατοντάδες και χιλιάδες Ελλήνων, χιλιάδες χιλιάδων και μυριάδες μυριάδων.

Και συναχθήκαν από τες χώρες και τα χωριά, από τους κάμπους τους καρπερούς και τα δάση τα βαθύσκιωτα και από τες ράχες τες κακοτράχαλες. Και συναχθήκαν από τες ακρογιαλιές και τα πέλαγα τα ελληνικά, τα γαλάζια. Και συναχθήκαν οι Ελληνες από την βολή του σπιτιού τους και      από της ξενιτειάς τον πόνο, από το εργοστάσιο και το γραφείο, από το αμόνι του σιδερά και του αγρότη το αλέτρι. Και συναχθήκαν όλοι, όλοι με μια ματιά, μια ψυχή, μια απόφαση: ΟΧΙ.

Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΟΣΗΜΑ
Και τότε, σαν συναχθήκαν απ’ όπου Ελληνισμός, πήραν την μεγάλη απόφαση, ομόφωνη, αταλάντευτη. Και κίνησαν όλοι, χιλιάδες χιλιάδων και μυριάδες μυριάδων για το μεγάλο προσκύνημα, για τη μεγάλη ευλογία. Και κίνησε το Έθνος εμπρός για την ευγενική και μεγάλη πορεία, για τη μεγάλη στιγμή. Και κίνησε με βήμα αργό, τελετουργικό, σαν που ταιριάζει στες περιστάσεις τες επίσημες.

Και μπήκαν μπροστά οι ταγοί, οι ιεροί αρχέγονοι ταγοί του γένους, ο Μέλισσος, η Αχερουσία, το Πάν- Φωτον, η απόφαση δηλαδή για θυσία των επίγειων αγαθών, για θυσία της ίδιας της ζωής, αλλά και η βέβαιη προσμονή του Φωτός της Αιωνιότητας.

Και κίνησαν ψέλνοντας ύμνους και παιάνες παλιούς όσο και ο χρόνος, περνώντας ρεματιές και ρουμάνια, θάλασσες και στεριές, περνώντας θρύλο και ιστορία, πίσω προς τον Μεγάλο Ήρωα, προς τον Μεγάλο του Γένους Άγιο.

Και κίνησαν με όποιο ο καθένας είχε μέσο. Με δίφρους και μόνιππα, με τέθριππα και με τα πόδια. Και στο διάβα τους το ιερό και δοξαστικό πρόβαλλαν από τα μονοπάτια του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος σκιές ιερές, άγιοι και μάρτυρες του μεγαλείου του ελληνικού.

Και κουβαλούσε ο καθείς το έχει του, την προσφορά του, την αποσκευή του: αίμα, όνειρα, ελπίδες, πόνο, προσμονή, προσφυγιά. Και σαν φτάσαν μπροστά στην Πύλη την τρομερή, στου Ρωμανού την Πύλη, σταμάτησαν κι ευθύς τον είδαν με τα φορέματα του απλού φαντάρου ζωσμένο, γαλήνιος να τους περιμένη.

Και τον γνώρισαν μεμιάς όλοι από τα σανδάλια του τα κεντημένα με τον δικέφαλο αετό.

Και είχε ο Άγιος Κωνσταντίνος ο Παλαιολόγος το βλέμμα γαλήνιο, ήρεμο, αποφασιστικό και σοβαρό, το ύφος γλυκό και τη μορφή ευγενική, γεμάτη φως, φως θυσίας και φως προτροπής. Κι ευθύς από τη θολή γραμμή των οριζόντων της Ιστορίας φανήκαν μορφές ελληνικές χιλιάδες χιλιάδων και μυριάδες μυριάδων. Και φανήκαν πελταστές και σαρισοφόροι φαλαγγίτες, απελάτες και βιγλάτορες και Διγενήδες και ναυτικοί με τους πορτολάνους της ιστορίας στα χέρια.

Και φανήκαν οι χιλιάδες φιλόσοφοι και συγγραφείς και επιστήμονες του φωτός του ελληνικού και οι καλλιτέχνες και όσοι λάλησαν την  Κοινή Ελληνική λαλιά και χώρεσαν στα στήθη καρδιά ελληνική. Και φάνηκε κι εκείνος, όλος μεγαλείο και λάμψη και φως και θρίαμβο, αυτός που ωδήγησε το Γένος το ελληνικό ως πέρα στην Βακτριανή, ως τους Ινδούς, αυτός ο Αλέξανδρος ο Μακεδών, που σαν αυτόν άλλος δεν δοξάστηκε. Και φθάσαν και φανήκαν ξωμάχοι και ήρωες απ’ όλα τα πλάτη και τα μήκη της Ιστορίας της ελληνικής.

Μαραθώνιοι και Σαλαμίνιοι, Θερμοπυλιώτες και παιδιά του Ηράκλειου και του Ιουστινιανού και του Βασιλείου του Μακεδόνα τα παιδιά και παιδιά του Ρήγα και του Κολοκοτρώνη και παιδιά του ‘12 και του ‘22. Και ήσαν τόσοι πολλοί! Χιλιάδες χιλιάδων και μυριάδες μυριάδων! Και ανοίξαν οι πέτρες και τα μνημεία ανεώχθησαν και τα σώματα των κεκοιμημένων Ελλήνων ηγέρθησαν και ενεφανίσθησαν τοις πάσιν. Και βουητό μεγάλο, πανίσχυρο, απέραντο σαν ουρανός ακούσθηκε απ’ όλες τις γενιές, τις πρωτινές, τις τωρινές, τις μέλλουσες, αντίλαλος στην φωνή του Μεταξά: ΟΧΙ, ΟΧΙ.

Και την ευλογία την χριστιανική, την ελληνική, την έδωσε ο Άγιος των Ελλήνων Κωνσταντίνος ο Παλαιολόγος. Και δεν χρειάστηκε λόγος κανένας στο αντάμωμα αυτό της ιστορίας από καμμιά πλευρά. Όλοι ξέρανε. Όλοι ξέρανε τον δρόμο της θυσίας, της δόξας, της αιωνιότητος.

Και κίνησε σύμπας ο λαός προς τα οπίσω με βήμα αργό, τελετουργικό, σαν που ταιριάζει στες περιστάσεις τες επίσημες. Και μπροστάρηδες ξανά οι ταγοί της ιστορίας της ελληνικής, ο Μέλισσος, η Αχερουσία, το Πάν-Φωτον. Και επέστρεψεν ο καθείς εις τα ίδια, στο αλέτρι του, στο αμόνι του, στο παραγάδι, στο γραφείο, στο εργαστήρι.

Και σαν κίνησε ο Φοίβος το άρμα του για να φέρη το φως στην Γη, σαν φάνηκε ο Ήλιος, ο Ήλιος της Δικαιοσύνης, ο Ήλιος της Δικαιοσύνης Σου, Κύριε, σαν ξημέρωσε η μέρα της Αγίας Σκέπης, της Αγίας Σκέπης Σου, Κύριε, και της Οσίας Ευνίκης η μέρα (την 28η Οκτωβρίου εορτάζει η Εκκλησία μας την Αγία Σκέπη της Θεοτόκου και την Οσία Ευνίκη), μαζώχτηκαν και πάλι χιλιάδες χιλιάδων και μυριάδες μυριάδων και ξεκίνησαν την μεγάλη προς την Δόξα πορεία. Και τούτη την φορά οδηγός και ταγός ήταν η Παναγιά, με χέρια διάπλατα ανοιχτά πάνω από το Έθνος, χέρια ανοιχτά προστασία στους πολεμιστές και υπερασπιστές της Ελευθερίας και χέρια ανοιχτά ικεσία προς τον Ύψιστο. Ήταν η άγια μορφή Της που παραστάθηκε στους φαντάρους του μετώπου, που Την είδαν, Την δόξασαν και Την προσκύνησαν. Ήταν η Παναγιά Ελλάδα που γλύκανε τον πόνο τους, το τραύμα τους, τον ιερό και άγιο θάνατό τους. Και κίνησαν χιλιάδες χιλιάδων και μυριάδες μυριάδων τα παιδιά της Ελλάδας και της Παναγιάς τα παιδιά για το μέτωπο, για την δόξα, για το πεπρωμένο του Γένους, για την μεγάλη τους θυσία, για την μεγάλη τους Νίκη.

Και κίνησαν όλα της Ελλάδας τα παιδιά με το χαμόγελο στα άδολά τους τα χείλη.

Τι προηγήθηκε,                        τι συνέβη,                                τι επακολούθησε

Τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα είναι γνωστά:

Την τρίτη πρωινή της 28ης Οκτωβρίου 1940 ο Ιταλός πρέσβυς στην Ελλάδα Εμμανουήλ Γκράτσι ανέβηκε στην οικία του τότε πρωθυπουργού της χώρας Ιωάννου Μεταξά στην Κηφισσιά, γωνία οδών Κεφαλληνίας και Δαγκλή, και του επέδωσε, σαν αρμόδιου οργάνου του Κράνους και της Κυβερνήσεως, τελεσίγραφο με το οποίο ανήγγειλε ότι η Ιταλία απεφάσισε, προς προάσπιση των συμφερόντων της, των «δικαιωμάτων» της και της ασφάλειάς της, να καταλάβη ωρισμένες περιοχές της Ελλάδος, χωρίς μάλιστα και να τις καθορίζη σαφώς, και καλούσε την Ελληνική Κυβέρνηση να αποδεχθή το τελεσίγραφο, να μη αντιτάξη αντίσταση και να επιτρέψη την διέλευση και στρατοπέδευση των ιταλικών στρατευμάτων και την κατάληψη από αυτά λιμένων, φρουρίων, σταθμών, πόλεων κλπ.

Ζητούσε δηλαδή ουσιαστικά το τελεσίγραφο αυτό να επιτρέ- ψη η ελληνική Κυβέρνηση την χωρίς αντίσταση κατάληψη όλης της χώρας. Στο τελεσίγραφο προσετίθετο ότι τα ιταλικά στρατεύματα θα εκινούντο προς τους αντικειμενικούς τους σκοπούς και στόχους από της έκτης πρωινής της ιδίας ημέρας.

Ο Μεταξάς ανέγνωσε  προσεκτικά το έγγραφο και παρετήρησε ότι και το κείμενό του και ο τρόπος που επιδόθηκε ισοδυναμούσαν προς κήρυξη πολέμου, απήντησε δε αμέσως ότι «δεν δύναται ούτε λόγος να γίνη περί ελευθέρας διαβάσεως» και ακολούθως εγειρόμενος από το κάθισμά του προσέθεσε γαλλιστί, στην τότε γλώσσα της διπλωματίας, «ΑΙors c’ est la guerre” – Πολύ καλά, λοιπόν, είναι πόλεμος.

Από την στιγμή εκείνη ο Ελληνο-Ιταλικός πόλεμος άρχισε (και ταυτόχρονα άρχισε για την Ελλάδα και ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος), ο πόλεμος που έδωσε στην Ελλάδα και στα παιδιά της την σύγχρονη δόξα. Το ΟΧΙ που πρωτακούστηκε εδώ στην Κηφισσιά από τα χείλη του δικτάτορα αλλά και πατριώτη πρωθυπουργού, ακούστηκε την ίδια στιγμή σαν αντίλαλος από κάθε ελληνικό στόμα. Η Ελλάδα έμπαινε με αλαλαγμό χαράς, κυριολεκτικά με το χαμόγελο στα χείλη, στην δίνη ενός πολέμου καταστροφικού, τρομερού όσο δεν γνώρισε ο κόσμος, πολέμου από τον οποίο εξήλθε τελικά και βάσει νομοτελειακών κανόνων της μοίρας, της ανθρώπινης μοίρας, νικήτρια.

Πώς όμως φθάσαμε στον Ελληνο-Ιταλικό     πόλεμο;

Από τις αρχές του εικοστού αιώνα η Ιταλία έδειξε τις αρπακτικές και απέναντι του ελληνικού χώρου διαθέσεις της. Με αφορμή τον πόλεμό της με την Τουρκία (1911 -1912) κατέλαβε τα Δωδεκάνησα (και το 1921 με την συνθήκη των Σεβρών και το Καστελλόριζο) τα οποία κράτησε μέχρι την κατάρρευσή της προς το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Το 1923 με ψευδή αφορμή τον βαρύτατο τραυματισμό ενός ταγματάρχη του ιταλικού στρατού από αγνώστους εντός του  αλβανικού εδάφους και τον θάνατό του εντός της Ελλάδος, όπου διεκομίσθη, κατέλαβε την Κέρκυρα για ολίγο καιρό και εξεδιώχθη (με απόφαση πρεσβευτικής διασκέψεως και της Κοινωνίας των Εθνών, όπου προσέφυγε η Ελλάς), αφού όμως είχε προβή σε δολοφονίες αθώων Κερκυραίων, σε πολλές καταστροφές και αρπαγές. Από δε το 1922 είχε ανέλθει στην εξουσία με πραξικόπημα το ιταλικό φασιστικό κόμμα με επικεφαλής της Κυβερνήσεως τον μεγαλομανή αρχηγό του Μπενίττο Μουσσολίνι (Ντούτσε) και με διακηρυγμένες ιδέες ανασυστάσεως (στον 20° αιώνα!) της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Αρκετά πριν την κήρυξη του πολέμου κατά της Ελλάδος το ιταλικό φασιστικό καθεστώς προέβαινε με αυξανόμενη ένταση σε προκλήσεις κατά της χώρας μας, σε απειλές, σε επιθέσεις και σε ανυπόστατες κατηγορίες με κορύφωμα τον τορπιλισμό του πολεμικού μας πλοίου ΕΛΛΗ την 15η Αυγούστου 1940 στον λιμένα της Τήνου, όπου είχε ναυλοχήσει σαν ευσεβής προσκυνητής, με πολλά θύματα. Η ελληνική Κυβέρνηση παρ’ ότι από την πρώτη στιγμή εγνώριζε τον δράστη, εσιώπησε. Εσιώπησε τότε και ο ελληνικός λαός, παρότι και ο ίδιος ήξερε. Και απάντησαν όλοι, Κυβέρνηση και λαός όταν χρειάστηκε, με φωνή στεντόρεια.

Παράλληλα, από τον Ιανουάριο του 1933, είχε ανέλθει στην εξουσία και το Εθνικο-Σοσιαλιστικό Κόμμα των Γερμανών Εργατών (!) (NAZIONAL SOCIALISTISCHE DEUTSCHE ARBEITER PARTEI), με επικεφαλής τον Αδόλφο Χίτλερ, τον παρανοϊκό δαίμονα του κακού, με απαράδεκτες για οποιοδήποτε ελεύθερο και λογικό άνθρωπο ιδέες περί δήθεν ανωτερότητας της Αρίας φυλής, περί δήθεν αυτοδίκαιης απαίτησης της Γερμανίας να κατακτήση και να υποδουλώση την Ευρώπη και τον κόσμο ολόκληρο κλπ.

Το χιτλερικό καθεστώς, δίδυμό προς το φασιστικό καθεστώς στην Ιταλία, προσέφερε πομπώδεις τελετές, «μεγαλειώδεις» παρελάσεις, επιφανειακή οικονομική πρόοδο και τελικά πόλεμο, θάνατο, καταστροφή για την Γερμανία και τον κόσμο.

Το 1936 τελέσθηκαν στο Βερολίνο οι Ολυμπιακοί Αγώνες, όπου τιμητικά επικεφαλής της ελληνικής αθλητικής αποστολής ήταν ο Μαρουσιώτης χρυσός Ολυμπιονίκης του Μαραθωνίου Δρόμου στην πρώτη σύγχρονη Ολυμπιάδα του 1896 στην Αθήνα, ο θρυλικός Σπύρος Λούης, ο οποίος προσέφερε στον Χίτλερ ειρηνικό κλάδο ελαίας από τον ιερό χώρο της Ολυμπίας. Ο Χίτλερ βέβαια αντιλή- φθηκε το νόημα της χειρονομίας, όμως η μοιραία γι’ αυτόν, για την Γερμανία και τον κόσμο ολόκληρο απόφασή του είχε ληφθή ήδη. Τρία χρόνια μετά την ειρηνική χειρονομία του σεμνού και σοφού Έλληνα Μαραθωνοδρόμου, ο Χίτλερ εξαπέλυσε τον πόλεμό του με τα δυστυχώς γνωστά τραγικά αποτελέσματα.

Το πρωινό της 28ης Οκτωβρίου 1940 βρήκε την Ελλάδα να κυβερνάται από Κυβέρνηση δικτατορική. Δεν ήταν η πρώτη δικτατορία στην Ελλάδα, ούτε και η τελευταία και είχε επιβληθή την 4η Αυγούστου 1936, οπότε πρωθυπουργός – δικτάτωρ ανέλαβε ο Ιωάννης Μεταξάς, μέχρι τότε κοινοβουλευτικός πρωθυπουργός, παλαιός λαμπρός επιτελικός Αξιωματικός των Βαλκανικών Πολέμων και πολιτικός με αναμφισβήτητες ικανότητες και πατριω- τισμό. Ήταν ο Δικτάτωρ Μεταξάς προσωπική επιλογή του τότε Βασιλέως Γεωργίου Β’, ο οποίος είχε επανελθεί στον θρόνο με το Δημοψήφισμα της 3/11/ I935. Η δικτατορία Μεταξά επέδειξε την συνήθη διαγωγή των Ελληνικών δικτατοριών με αυτονόητη για δικτατορικό καθεστώς απόλυτη στέρηση ή αυστηρό περιορισμό των ατομικών ελευθεριών, με σκληρά αστυνομικά μέτρα και διώξεις πολιτών για την διατήρηση της επιβολής της, χωρίς όμως ποτέ να φθάση την σκληρότητα και τα απάνθρωπα άκρα άλλων δικτατοριών της εποχής. Και πρέπει να έχουμε κατά νουν ότι κατά την εποχή εκείνη το 80% περίπου των Ευρωπαίων ζούσαν υπό καθεστώτα ανοικτής ή συγκεκαλυμμένης δικτατορίας ανεξαρτήτως χρώματος, μαύρου ή κόκκινου.

Φυσική συνέπεια της προσπάθειας της δικτατορίας Μεταξά (όπως και όποιας δικτατορίας) να διαφήμιση και να προβάλη το έργο της, τις ιδέες της, τις επιδιώξεις της, ήταν η προβολή των συνθημάτων της κλπ μέσω και των γραμματοσήμων. Πράγματι, σχεδόν όλες οι κυκλοφορήσασες σειρές κατά την διάρκεια της δικτατορίας Μεταξά έχουν χαρακτήρα πανηγυρικό, εορταστικό, πατριωτικό, συνθηματικό. Το ίδιο και οι διάφορες σφραγίδες αναμνηστικές και μη.

Την 18/11/1936 κυκλοφορεί η πένθιμη αναμνηστική σειρά για τον θάνατο του Βασιλέως Κωνσταντίνου. Είναι η πρώτη φορά που απεικονίζεται Έλλην Βασιλεύς σε ελληνικά γραμματόσημα. Ακολουθεί την 24/1/1937 η σειρά του Βασιλέως Γεωργίου Β’. Την 17/4/1937 εορτάζονται τα 100 έτη του Πανεπιστημίου Αθηνών με κυκλοφορία ωραιότατου γραμματοσήμου, την δε 1/11/ 1937 κυκλοφορεί η «ιστορική» σειρά με παραστάσεις από την αρχαία και βυζαντινή μας ιστορία, σειρά με δεκαετή περίπου περιπετειώδη σταδιοδρομία.

Ακολουθεί την 9/1/1938 η αναμνηστική σειρά των γάμων του τότε διαδόχου Παύλου με την Πριγκίπισσα Λουίζα-Φρειδερίκη. Την 8/2/1938 κυκλοφορεί αναμνηστικό γραμματόσημο για την Βαλκανική Συνδιάσκεψη (Antente Balcanique).

Την 9/10/1938 κυκλοφορεί άλλη «φιλοβασιλική» σειρά επ’ ευκαιρία των αποκαλυπτηρίων του εφίππου ανδριάντος του Βασιλέως Κωνσταντίνου στο Πεδίο του Άρεως στην Αθήνα.

Οι αναφερθείσες σειρές και οι επόμενες (είτε συμφωνεί κανείς με τα θέματά τους είτε όχι), διακρίνονται δια την άριστη χάραξη και σχεδιασμό, τα ωραία χρώματα και τα επιλεγμένα ιστορικά γεγονότα, στοιχεία τα οποία τις κατατάσσουν στις πλέον ενδιαφέρουσες σειρές της Ελλάδος. Ακολουθεί την 21/5/1939 η μνημειώδης έκδοση για τα 75 έτη της Ενώσεως των Ιονίων Νήσων με την Ελλάδα, την δε 1/10/1939 η επίσης μνημειώδης και άριστη σειρά δια τους τότε δέκατους Βαλκανικούς αθλητικούς αγώνες. Τον Μάιο 1940 κυκλοφορεί άλλη μια σειρά για την Βαλκανική Συνδιάσκεψη και τέλος τον Αύγουστο 1940 κυκλοφορούν οι δίδυμες καθαρά προπαγανδιστικές σειρές του τότε καθεστώτος για την Μεταξική Νεολαία, η κοινή σειρά και η αεροπορική.

Με τα λαμπρά του κατορθώματα στο Μέτωπο ο ελληνικός στρατός κατέλαβε και ελευθέρωσε για μία ακόμη φορά εδάφη ελληνικά και ψυχές ελληνικές της Βορείου Ηπείρου. Μαζί του στην θριαμβική πορεία μπήκαν στην Βόρειο Ήπειρο και τα γραμματόσημα της εποχής, αυτά που είδαμε παραπάνω. Και η  ιστορική σειρά και οι σειρές της Νεολαίας και ο Κωνσταντίνος και ο Γεώργιος αγιάσθηκαν με το άγγιγμά τους από τα χέρια των απελευθερωτών Ελλήνων στρατιωτών και των Ελλήνων κατοίκων της περιοχής.

Και όταν ο έτερος αρμαγεδδών με την μορφή των σιδερόφρακτων γερμανικών στρατιών πλημμύρισε την Ελλάδα με τρόμο, καταστροφή και δάκρυα, τα γραμματόσημά μας ακολούθησαν την τραγική πορεία του Έθνους, με επισημάνσεις από τις δυνάμεις κατοχής, επισημάνσεις και χρήσεις που μόλυναν τις ωραίες αυτές εκδόσεις και πρόσβαλαν και με αυτόν τον τρόπο τους ευγενείς δημιουργούς τους και τον ελληνικό λαό στο σύνολό του. Όμως οι ύβρεις προς την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, οι προσβολές προς την ελευθερία, η περιφρόνηση προς τις ηθικές και ανθρώπινες αξίες που δημιουργήθηκαν σ’ αυτόν εδώ τον τόπο από ανθρώπους ευγενικούς την καταγωγή και το πνεύμα, δεν μπορούσαν να μείνουν αναπάντητες.

Η ενεργητική και παθητική αντίσταση του λαού, η συνεχής του πολεμική προσπάθεια στο πλευρό των συμμάχων στο Αλαμέιν, στο Ρίμινι, στις θάλασσες και στους αιθέρες, οι θυσίες, το αίμα και οι καταστροφές, οι οιμωγές των αθώων θυμάτων μιας ανελέητης τυραννίας δεν ήταν δυνατόν παρά να συ- γκινήσουν τον Θεό, τον Θεό της Ελλάδος και να της ξαναδώση Αυτός την ειρήνη και την ελευθερία ώστε με την δική Του χάρη να αναφωνήσει όλος ο Ελληνικός λαός: ΝΕΝΙΚΗΚΑΜΕΝ!

 

* Ο Ανδρέας Μητάκης είναι πρόεδρος Φιλοτελικής Εταιρείας Ηρακλείου