Στον άκρως απαιτητικό μας κόσμο, κάθε χώρα για να ευδοκιμήσει οφείλει να έχει σε όσο το δυνατόν υψηλότερο επίπεδο τουλάχιστον τα στρατιωτικά, τα  διπλωματικά και τα οικονομικά της προσόντα.

Είναι κάτι που πρέπει να έχουν υπ’ όψιν τους οι πολιτικοί, ειδάλλως θα το ενστερνισθούν σύντομα στην άσκηση των καθηκόντων τους.

Η σημερινή κυβέρνηση προφανώς τα γνωρίζει όλα αυτά και δηλώνει με κάθε τρόπο ότι προσπαθεί να τα υλοποιήσει, ειδικά στη δεύτερη θητεία της η οποία δεν άρχισε ούτε εξελίσσεται με τους καλύτερους οιωνούς.

Μεγάλη συζήτηση έχει γίνει τελευταία για τα εθνικά θέματα, ένα ευαίσθητο θέμα, με αποτέλεσμα τον σχετικό και έκδηλο εκνευρισμό των κυβερνητικών στελεχών, λόγω κάποιων πιθανολογούμενων  πολιτικών επιλογών.

Οι σχετικές συζητήσεις βρίσκονται ήδη καθ’ οδόν, σε διάφορα επίπεδα, και αναμένονται με ενδιαφέρον όσες πληροφορίες είναι διατεθειμένη να δώσει στη δημοσιότητα. Όμως για όλους δεν παύει να είναι γνωστός ο υπέρμετρος τουρκικός επεκτατισμός σε βάρος της Ελλάδας, της Κυπριακής μεγαλονήσου και των συμφερόντων μας.

Τι κρίμα όμως που η χώρα μας ως μέλος της Ε.Ε. να μην έχει καταφέρει να δρομολογήσει τα συμφέροντά της, ούτε τον παράνομο εποικισμό της Κύπρου, τη στιγμή που η Τουρκία είναι αυτή που έχει ανάγκη και επιθυμεί σφόδρα να ενταχθεί στη μεγάλη αυτή οικογένεια! Πόσο ευτυχής θα μπορούσε να αισθάνεται ο Έλλην πολίτης για την έκδηλη ετούτη ανικανότητα των πολιτικών μας; Πού βρίσκεται καταχωνιασμένη η στιβαρή εθνική μας στρατηγική που ασκείται κατά το δοκούν;

Βεβαίως μαζί με αυτά, υπάρχει σωρεία άλλων, επίσης κρίσιμων ζητημάτων που απειλούν με διάφορους τρόπους το έθνος και θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό το μέλλον του. Εδώ θα μπορούσαμε να κατατάξουμε την μαζική μετανάστευση μεγάλου αριθμού παράνομων μεταναστών, το ολέθριο, όπως αποδεικνύεται, δημογραφικό ζήτημα, και βεβαίως την κακή οικονομική κατάσταση της χώρας.

Είναι περιττό να τονισθούν και να αναλυθούν οι απώτερες καταλυτικές επιπτώσεις που θα έχει η σωρεία μεταναστών σε ένα κράτος στο οποίο ο πληθυσμός βαίνει συνεχώς μειούμενος.
Άπειρα κείμενα έχουν γραφτεί εδώ και δεκαετίες για την συνεχιζόμενη επικίνδυνη  μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας, αλλά εις ώτα μη ακουόντων!

Γιατί κάθε χρόνο η χώρα χάνει μια πόλη εξήντα τουλάχιστον χιλιάδων ψυχών και όπως φαίνεται έτσι θα συνεχιστεί για καιρό ακόμα.

Ίσως εν προκειμένω η κυβέρνηση αρχίζει να συναισθάνεται το κακό που θα προκύψει μελλοντικά στον πληθυσμό, στο ασφαλιστικό σύστημα, στις  εισφορές στα ταμεία, τις επενδύσεις, το ΑΕΠ, καθώς και σε άλλα θέματα, και αρχίζει να λαμβάνει κάποια μέτρα στήριξης των νέων  ζευγαριών και να επεξεργάζεται ενθαρρυντικά επιτελικά σχέδια για την ανακοπή του επιβλαβούς φαινομένου.

Όμως, δεν θα πετύχει πολλά με δεδομένη την ολοένα και επιδεινούμενη  ερήμωση των χωριών και των μικρών κωμοπόλεων, ούτε βεβαίως και εκείνη των παραμεθορίων περιοχών και των απόμακρων νησιών του ανατολικού Αιγαίου, για λόγους που άπτονται όχι μόνο στον πληθυσμό αριθμητικά αυτό καθ’ εαυτό, αλλά κυρίως στην κοινωνική του αλλοίωση.

Είναι γνωστά αυτά στους κυβερνώντες και τους πολιτικούς όλων των  κομμάτων, αλλά δεν κατάφεραν δυστυχώς να χαράξουν κάποια εθνική πολιτική σε ζητήματα πανεθνικά και ουχί αυστηρώς κομματικά.

Ως συνέχεια των παραπάνω έρχεται το μεταναστευτικό που την τελευταία δεκαετία έχει διογκώσει τους προαναφερόμενους κινδύνους.

Παρακάμπτουμε την χιλιοειπωμένη ανοησία και επιπολαιότητα ότι οι μετανάστες θα δώσουν την δέουσα λύση σε αυτό το πρόβλημα, αλλά για να είμαστε ειλικρινείς δεν γνωρίζουμε και τον ακριβή αριθμό των «ελληνοποιήσεων» που έχουν προωθήσει οι τελευταίες κυβερνήσεις για τους δικούς τους κάθε φορά λόγους.

Στις προκλήσεις φυσικά υπάγονται και η ανάπτυξη και η οικονομία της χώρας. Ο καθ’ ύλην αρμόδιος υπουργός δεν χάνει ευκαιρία να μας τονίζει ότι η χώρα  παρουσιάζει καλή ανάπτυξη και μείωση του δημόσιου χρέους της.

Όμως η αλήθεια σε απόλυτα μεγέθη είναι τελείως, μα τελείως διαφορετική!
Η πτώση του χρέους σε ποσοστό επί του ΑΕΠ δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα έξυπνο επικοινωνιακό τρικ που χρησιμοποιούν οι πολιτικοί και που απευθύνεται στους αφελείς. Σήμερα αυτό το χρέος ανέρχεται σε κάπου 430 δισ. ευρώ και αυτό πρέπει να εξοφληθεί στους δανειστές.

Το αν μειώνεται η σχέση χρέους προς ΑΕΠ, είναι μια υπόθεση ότι το κράτος μπορεί για την ώρα να ελέγχει κάπως το χρέος του.

Αλλά αν επισκεφτούμε τον σχετικό πίνακα με την πορεία του δημόσιου χρέους σε απόλυτους αριθμούς, και τι δραματικά γεγονότα διημείφθησαν ενδιαμέσως, θα κατανοήσουμε πολλά, ενδιαφέροντα, αλλά και τρομακτικά!

Ο Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης είναι τέως διευθυντής Χειρουργικής και συγγραφέας