Δικτατορία και Δημοκρατία. Και τα δύο αρχίζουν από «Δ»… 18 Απριλίου, 1967. Η βασίλισσα-μητέρα Φρειδερίκη γιορτάζει τα 50 γενέθλιά της. Στον εορτασμό είχε έλθει από τη Μαδρίτη και η τότε Πριγκίπισσα Σοφία με τις κόρες της Έλενα και Χριστίνα. Κορυφαίο πολιτιστικό γεγονός ήταν το ρεσιτάλ του διάσημου Ρωσοεβραίου, στην καταγωγή, αλλά Αμερικανού βιολινίστα Γεχούντι Μενουχίν, που δόθηκε εκείνες τις μέρες προς τιμήν των γενεθλίων.

Στην πρώτη σειρά, παρούσα ήταν η εορτάζουσα, τα μέλη της βασιλικής οικογένειας και άλλοι προσκεκλημένοι. Μετά τη συναυλία, όλοι πόζαραν, έχοντας στη μέση το μεγάλο βιολιστή. Το πραξικόπημα της 21 Απριλίου βρήκε τον Γεχούντι Μενουχίν στην Αθήνα. Κατά την άφιξή του στο Λονδίνο, ρωτήθηκε από τους δημοσιογράφους για την κατάσταση στην Ελλάδα, κατάσταση θολή και αδιαμόρφωτη, με τα μέσα πληροφόρησης να μεταδίδουν φειδωλά πληροφορίες. Ο Μενουχίν είπε: «Μου φάνηκε σαν μια ειρηνική επανάσταση…».

Ίσως, με τη δήλωσή του αυτή, ευνοϊκή για τους πραξικοπηματίες, να έγινε –ερήμην του- ο ανάδοχος της Δικτατορίας. Ενδέχεται, η δήλωση αυτή να ενέπνευσε το καθεστώς να επενδύσει τη Δικτατορική διακυβέρνηση της χώρας με το «χαϊδευτικό» όνομα: Επανάσταση! Η καλύτερα «Εθνοσωτήριος Επανάστασις». Το τρίπτυχό της ήταν βασισμένο στην παλιά, καλή συνταγή: Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια• τρίπτυχο που πριν λίγο καιρό ο πρόεδρος της Βουλής αποδοκίμασε ως παρωχημένο και οπισθοδρομικό. Τα αποτελέσματα των επόμενων εκλογών θα επιβεβαιώσουν ποια θα είναι η θέση του λαού, επ’ αυτού. Μπορεί, με την αλλαγή του τρόπου ζωής, ο θεσμός της οικογένειας να έχει υποστεί κάποιες αλλαγές και να έχει κλονιστεί, όμως η Πατρίς και η Θρησκεία φαίνονται ανεπηρέαστες.

Έτσι, στις πρώτες μεταμεσονύκτιες ώρες τη 21ης Απριλίου, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος και η παρέα του, εφαρμόζοντας το ΝΑΤΟϊκό σχέδιο ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ, κατέλυσαν, σε λίγες ώρες, το δημοκρατικό πολίτευμα και εγκαθίδρυσαν τη δικτατορία. Οι τηλεπικοινωνίες διακόπηκαν, όλοι οι πολιτικοί συνελήφθησαν, πολλοί από τους οποίους εξορίστηκαν και ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, παρά τις αντιρρήσεις του, αλλά με κοινό παρονομαστή το αντικομουνιστικό μένος, συγκατατέθηκε και όρκισε την επομένη μέρα, την πρώτη δικτατορική κυβέρνηση με πρόεδρο τον Κωνσταντίνο Κόλλια, εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και πολλούς στρατιωτικούς ως υπουργούς. Στις 13 Δεκεμβρίου του ’67, ο Κωσταντίνος επιχειρεί αντικίνημα, ανεπιτυχώς• αυτό τον αναγκάζει να εγκαταλείψει την Ελλάδα, με την οικογένειά του, για τη Ρώμη. Μετά από αυτό, μία – μία οι ξένες χώρες αναγνωρίζουν το καθεστώς, ξεκινώντας με τις ΗΠΑ (Ιαν. ’68) και φτάνοντας στη Σοβιετική Ένωση.

Μελανότερο σημείο, το ανώτατο πνευματικό ίδρυμα της χώρας, η Ακαδημία Αθηνών, όπου το Μάϊο του ’68, ο πρόεδρος του ιδρύματος εκφώνησε πανηγυρικό λόγο με ύμνους, επαίνους και ευχές προς το καθεστώς της 21ης Απριλίου, γεγονός που επαναλαμβάνεται, σταθερά και κατά τα επόμενα έτη. Γενικά, μέχρι το ’70 το δικτατορικό καθεστώς δείχνει να έχει σταθεροποιηθεί, όμως η ΕΟΚ (σημερινή ΕΕ) διακόπτει τις διαπραγματεύσεις για την ένταξη της Ελλάδος, ωσότου αποκατασταθεί το δημοκρατικό πολίτευμα.

Μέσα στους «νεοτερισμούς» που εισήγαγε το δικτατορικό καθεστώς, ήταν και η κατεδάφιση πολλών παλαιών κτισμάτων, ιδιαίτερα στην Αθήνα και η ανέγερση πολυώροφων πύργων. Έτσι, παρά τις αντιδράσεις της τοπικής κοινωνίας, το ’70 είναι που κατεδαφίστηκε στο Ηράκλειο ο ναός του Σωτήρα, στην πλατεία Κορνάρου, που τελούσε υπό εγκατάλειψη και ήταν ετοιμόρροπο.

Περιέργως, όμως και επειδή «ουδέν κακόν αμιγές καλού», κατασκευάστηκε ο νέος λιμενοβραχίονας, διπλασιάζοντας το χώρο του λιμανιού του Ηρακλείου, το αεροδρόμιο απέκτησε τα πρώτα κεντρικά κτήριά του και έγινε Διεθνές και μέσα σε 17 μήνες κατασκευάστηκε η Εθνική Οδός της Κρήτης, γνωστή ως Βόρειος Οδικός Άξονας (ΒΟΑΚ). Φυσικά, ένα τέτοιο μεγάλο έργο, που κατασκευάστηκε με τόση σπουδή, φυσικό ήταν να έχει και κάποια ελαττώματα. Αυτό όμως, αποτέλεσε … κίνητρο για τις μετέπειτα δημοκρατικές κυβερνήσεις να προβληματιστούν με υπομονή και νηφαλιότητα και χωρίς βιασύνη (σπεύδε βραδέως), μέσα στα επόμενα 48 χρόνια, για το πώς μπορεί να βελτιωθεί και να διορθωθεί αυτό το μεγάλο και χρήσιμο για την Κρήτη έργο. Και διαφαίνεται ότι είναι μάλλον ή βέβαιο, πως κάτι μπορεί να γίνει μέσα στον αιώνα που διανύουμε!

Δυστυχώς, ο δικτατορικό καθεστώς, έχοντας στόχο την επικράτησή του, ασχολήθηκε περισσότερο με τη βιτρίνα και λιγότερο με την ουσία. Οι νέοι με μακρύ μαλλί και οι κοπέλες με μίνι δεν ήταν τα πρότυπα της επίσημης γραμμής. Το κούρεμα «με την ψιλή», που σήμερα είναι μόδα, ήταν μάλλον ένα μέσο τιμωρίας για την εποχή εκείνη. Θέματα κοινωνικά, όπως η δημόσια υγεία, το ασφαλιστικό, το συνταξιοδοτικό, η εργατική νομοθεσία και τόσα άλλα που θα μπορούσαν να είχαν δρομολογηθεί, παραμένουν ακόμα και σήμερα υπό συζήτηση ή αναθεώρηση.  Ένα άλλο χαρακτηριστικό της περιόδου εκείνης ήταν η αστυνόμευση. Με στολή ή και με πολιτικά, η αστυνομία είχε μάτια και αυτιά παντού.

Έτσι, υπήρχε το παράδοξο, να γίνονται συλλήψεις πριν εκδηλωθεί η παραβατική πράξη (κάλλιο το προλαμβάνειν ή το θεραπεύειν), σε αντίθεση με τη σημερινή νοοτροπία, όπου το σύμβολο της Δημοκρατίας μας, το Πολυτεχνείο και η γύρω περιοχή έχουν γίνει άντρο αναρχικών, που κατά βούληση δημιουργούν εστίες μάχης εκσφενδονίζοντας βόμβες μολότοφ και η αστυνομία δεν αφήνεται να δράσει, από την (δημοκρατική) πολιτεία (που εκπροσωπείται από την κυβέρνηση)…

Επειδή, λόγω της πολιτικής κατάστασης ο δανεισμός από το εξωτερικό ήταν δύσκολος, το κράτος κατέφευγε σε εσωτερικό δανεισμό. Αυτό σημαίνει ότι ως δημόσιος υπάλληλος ή στρατιωτικός μπορούσες να δείξεις την «επαναστατική» αφοσίωσή σου, αγοράζοντας κάποια ομόλογα που κατά διαστήματα εξέδιδε το κράτος.  Η συνέχεια είναι γνωστή… μετά την προσπάθεια φιλελευθεροποίησης από τον Γ. Παπαδόπουλο, το ΄73, είχαμε την κατάληψη της Νομικής (Μάρτιος ’73) και μετά το Πολυτεχνείο (Νοέμβριος ’75). Ακολούθησε η πιο σκληρή χούντα με τον ταξίαρχο Ιωαννίδη.

Αυτός, ανέτρεψε τον Παπαδόπουλο και έτσι φτάσαμε, μετά τα γεγονότα για την ανατροπή του Μακαρίου στην Κύπρο, η στρατιωτική ηγεσία, υπό την πίεση των περιστάσεων να εξαφανίζεται και να αναλαμβάνουν οι πολιτικοί με την έλευση του Κωνσταντίνου Καραμανλή από το Παρίσι. Έτσι, το ’74, περνάμε στη Μεταπολίτευση!

Η Χούντα καλλιέργησε και προώθησε το φαινόμενο της ευνοιοκρατίας και του νεποτισμού, πράγμα που συνέχισαν και ανέδειξαν με ζήλο όλες ανεξαιρέτως οι δημοκρατικές κυβερνήσεις που ακολούθησαν. Τα σκάνδαλα, κυρίως στο δημόσιο τομέα, που τόσο μαστίζουν σήμερα την καθημερινότητά μας, ήταν και τότε παρόντα.

Απλώς, δεν είχαν τη σημερινή δημοσιότητα, κυρίως λόγω της λογοκρισίας στα ΜΜΕ και της απουσίας του διαδικτύου. Επίσης, κατά την περίοδο αυτή, σχεδόν μισό εκατομμύριο Έλληνες εγκατέλειψαν τη χώρα σε αναζήτηση εργασίας στο εξωτερικό. Ακριβώς, ο ίδιος αριθμός νέων, πτυχιούχων, έχει μεταναστεύσει τα τελευταία χρόνια σε άλλες χώρες, στερώντας τη χώρα μας από αυτό το πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό. Φαίνεται ότι ισχύει το δόγμα που λέει ότι η «ιστορία επαναλαμβάνεται», ασχέτως πολιτικού συστήματος. Κοινό σημείο του τότε με το τώρα είναι ότι, με τους άνεργους να έχουν μεταναστεύσει, οι εκάστοτε κυβερνήσεις κομπάζουν… για τη μείωση της ανεργίας, εδώ!

Τελικά, η Δικτατορία απέτυχε… και καλά να πάθει! Η Δημοκρατία δεν μπόρεσε και καλά να πάθουμε, γιατί δεν προσέξαμε το ρητό: «Τα μεταξωτά βρακιά (η δημοκρατία επί του προκειμένου) θέλουν επιτήδειους κώλους». Το συνήθως λεγόμενο, ότι «στη Δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα» είναι φράση καθησυχαστική μεν, αλλά ισχύει θεωρητικά, γιατί η συνεχής παραμονή στο τούνελ, λίγο διαφέρει από το αδιέξοδο. Μένουμε στο ότι η Ελπίδα πεθαίνει τελευταία. Το ερώτημα είναι: θα αντέξουμε να πεθάνουμε όταν θα πεθάνει και η ελπίδα ή θα πεθάνουμε… ελπίζοντες;

[email protected]