Στην εποχή της τεχνολογίας και της επιστήμης η ενασχόληση με την ποίηση θεωρείται πάρεργο και χαμένος χρόνος από πολλούς, ακριβώς επειδή δεν συνειδητοποιούν ότι εξίσου με τις βιολογικές υπάρχουν και οι πνευματικές ανάγκες που μας χαρίζουν την απόλαυση και μας ολοκληρώνουν. Μας βοηθούν να αυτοπροσδιοριστούμε και να κατανοήσουμε τον άνθρωπο στη διαχρονία του.

Διάλεξα σήμερα ένα γνωστό ποίημα του Κ.Π. Καβάφη που 90 χρόνια μετά το θάνατό του θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές του κόσμου. Αρκετοί γνωρίζουν στίχους του ως αποφθέγματα με βαθύ νοηματικό περιεχόμενο.

Ηγεμών εκ Δυτικής Λιβύης

Άρεσε γενικώς στην Αλεξάνδρεια,

τες δέκα μέρες που διέμεινεν αυτού,

ο ηγεμών εκ Δυτικής Λιβύης

Αριστομένης, υιός του Μενελάου.

Ως τ’ όνομά του, κι η περιβολή, κοσμίως, ελληνική.

Δέχονταν ευχαρίστως τες τιμές, αλλά

δεν τες επιζητούσεν· ήταν μετριόφρων.

Αγόραζε βιβλία ελληνικά,

ιδίως ιστορικά και φιλοσοφικά.

Προπάντων δε άνθρωπος λιγομίλητος.

Θα ’ταν βαθύς στες σκέψεις, διεδίδετο,

κι οι τέτοιοι το ’χουν φυσικό να μη μιλούν πολλά.

Μήτε βαθύς στες σκέψεις ήταν, μήτε τίποτε.

Ένας τυχαίος, αστείος άνθρωπος.

Πήρε όνομα ελληνικό, ντύθηκε σαν τους Έλληνας,

έμαθ’ επάνω, κάτω σαν τους Έλληνας να φέρεται·

κι έτρεμεν η ψυχή του μη τυχόν

χαλάσει την καλούτσικην εντύπωσι

μιλώντας με βαρβαρισμούς δεινούς τα ελληνικά,

κι οι Αλεξανδρινοί τον πάρουν στο ψιλό,

ως είναι το συνήθειο τους, οι απαίσιοι.

Γι’ αυτό και περιορίζονταν σε λίγες λέξεις,

προσέχοντας με δέος τες κλίσεις και την προφορά·

κι έπληττεν ουκ ολίγον έχοντας

κουβέντες στοιβαγμένες μέσα του.

ΚΑΒΑΦΗΣ
Ίσως δεν θα ήταν απαραίτητο κανένα σχόλιο, γιατί η μεγάλη τέχνη επιτρέπει σε όλους, ειδικούς και μη, να κατανοούν και χαίρονται το μεγαλείο της. Επιτρέψτε μου απλώς να σας μεταφέρω τη δική μου ανάγνωση. Το ποίημα γράφεται στα χρόνια της ώριμης περιόδου του ποιητή και αναφέρεται στην επίσκεψη ενός ηγεμόνα στην παρακμάζουσα Αλεξάνδρεια των Πτολεμαίων. Προέρχεται από τη Δυτική Λιβύη, τη σημερινή Τυνησία.

Χωρίζεται σε τρεις ενότητες. Στην πρώτη περιγράφεται η συμπεριφορά και οι κινήσεις του τις λίγες μέρες που κυκλοφορεί στην πόλη και γενικώς αρέσει σε όλους. Έχει ελληνικό όνομα, αγοράζει βιβλία φιλοσοφικά και ιστορικά και όχι ευκολοχώνευτα μυθιστορήματα, είναι λιγομίλητος και γι’ αυτό θεωρείται ότι είναι βαθύς στις σκέψεις, είναι μετριόφρων και υποκριτικά αρνείται τις τιμές.

Στο δεύτερο μέρος ο υποψιασμένος αφηγητής του ποιήματος που τον ξέρει καλά αποκαλύπτει όχι μόνο τη γελοιότητά του, αλλά και εκείνων που τον θαυμάζουν. Είναι ένας τυχαίος, αστείος άνθρωπος. Στο τρίτο μέρος μας δίδει την ψυχική του κατάσταση και την αιτία για την οποία ήταν λιγόλογος. Η ψυχή του τρέμει, γιατί φοβάται μήπως χαλάσει την καλή εντύπωση που προσπαθεί να δώσει. Το ποίημα καταλήγει με δυο υπέροχους στίχους που το απογειώνουν

«… κι έπληττεν ουκ ολίγον έχοντας

κουβέντες στοιβαγμένες μέσα του».

Ο ποιητής δεν ειρωνεύεται μόνο την κενότητα του ηγεμόνα με καυστικό τρόπο, αλλά και μιας ολόκληρης πόλης που με αφέλεια θαυμάζει έναν άγνωστο μόνο και μόνο γιατί ελληνίζει και προσπαθεί να παρουσιάσει μια ψεύτικη ταυτότητα, αφού η μόδα ήταν τότε η ελληνοπρέπεια. Έμμεσα ειρωνεύεται με σαρκασμό τους αλεξανδρινούς σε μια εποχή που η κοινωνία τους είναι σε διάλυση.

Σήμερα που ζούμε στην εποχή της εικόνας μπορούμε να αναλογιστούμε πολλά αντίστοιχα παραδείγματα από την πολιτική ζωή. Γι αυτό αρκετοί μιλούν για το θάνατο της πολιτικής και τη νέα εποχή της μεταπολιτικής. Ο ηγεμών πλήττει έχοντας κουβέντες στοιβαγμένες μέσα του. Αυτό είναι το δράμα του. Θα τονίσω απλώς τις στοιβαγμένες κουβέντες  που πληγώνουν την ψυχή μας, όταν αρνούμενοι την ταυτότητά μας και τα πιστεύω μας υποτασσόμαστε και σιωπούμε με δουλοπρέπεια και σκοπιμότητα για να γίνουμε αρεστοί στους άλλους. Κάποτε η μάσκα πληγώνει το πρόσωπό μας. Η ανάγνωση αυτού του ποιήματος ίσως σας πείσει ότι συχνά αυτό που θεωρούμε άχρηστο είναι πολύ χρήσιμο και αξίζει να διαθέσουμε λίγο χρόνο για να το χαρούμε.

*Ο Ζαχαρίας Καραταράκης είναι φιλόλογος