Τη λύτρωση του απαχθέντος την βίωσα ως προσωπική λύτρωση, ωσάν ο ηρωικός και στωικός πρωταγωνιστής αυτού του δράματος ήταν οικείο και προσφιλές πρόσωπο, παρότι δεν είχα την τιμή ποτέ να γνωρίσω προσωπικά τον κο Λεμπιδάκη. Είχα όμως την σπάνια τύχη να ξεναγηθώ από έναν εξαίρετο συνεργάτη του στους χώρους της εταιρείας του, τα Πλαστικά Κρήτης, πριν από μερικά καλοκαίρια (επ’ αφορμή της επιθυμίας της κόρης μου να αποκτήσει κάποια μικρή άμεση εμπειρία ενόψει της φιλοδοξίας της να σπουδάσει χημικός μηχανικός).

Ήταν η πρώτη φορά τότε που εν μέσω κρίσης αισθάνθηκα αναπάντεχα ελπίδα για το μέλλον του τόπου μας, ένα σκίρτημα και περηφάνια για τα απίστευτα επιχειρηματικά κατορθώματα των συμπατριωτών μας. Παρ’ όλη την εκτενή εμπειρία μου από μεγάλες πολυεθνικές και εργοστάσια της αλλοδαπής, έμεινα έκθαμβος τότε από την εξωστρέφεια, την αυτοπεποίθηση, τη φιλοδοξία, την ποιότητα που συνάντησα σε κάθε βήμα εκείνης της αξέχαστης ξενάγησης. Όταν όλοι γύρω μας κλαίγονταν και μοιρολογούνταν για την κρίση και τα δεινά της (για τα οποία πάντα κάποιοι τρίτοι έφταιγαν), κάποιοι άλλοι είχαν αφήσει όλη τη μιζέρια πίσω τους και είχαν φτιάξει μια όαση δημιουργίας και αισιοδοξίας. Είχαν πάρει τη μοίρα στα χέρια τους, με επενδύσεις, με υψηλού επιπέδου επιχειρηματική διοίκηση, με επεκτάσεις, με στρατηγικές εξαγορές μέχρι και την Κίνα, με καινοτομία, με έγνοια προς τους εργαζομένους και τις (σχεδόν χίλιες) οικογένειες που τρώνε ψωμί από αυτή την κρητική πολυεθνική, την πρωταθλήτρια της τοπικής μας οικονομίας.

Για πρώτη φορά ένιωσα πως υπήρχε μια ηλιαχτίδα φωτισμένης εσπερίας στο νησί μας υπό την καθοδήγηση φωτισμένων ανθρώπων, που πάσχιζε να κατανικήσει το έρεβος της πνιγηρής καθ’ημάς σκοτεινής Ανατολής. Μια εικόνα από ένα μέλλον που μόνο στα όνειρά μου μπορούσα να φανταστώ, όπου θα μπορούσαν να σταθούν επάξια ντόπιες πολυεθνικές, υψηλής προστιθέμενης αξίας με κατοχυρωμένες ευρεσιτεχνίες, έρευνα, υψηλή τεχνολογία, ταλέντο, θάρρος, ρίσκο, που θα μπορούσαν να προσφέρουν καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας στους νέους μας, και θα μπορούσαν με το σπαθί τους να σταθούν στην παγκόσμια αγορά, όχι απλώς για να επιβιώσουν, αλλά επ’ αξιώσει, για να επιβληθούν. Αυτό το όραμα ενσαρκώνει ο Μιχάλης Λεμπιδάκης, επάξιος συνεχιστής της οικογενειακής προσπάθειας – από το όνειρο στην πράξη, έχοντας προσελκύσει γύρω του τους καλύτερους των καλύτερων.

Γι’ αυτό ο κος Λεμπιδάκης ήταν ο προσωπικός μου ήρωας, πολύ πριν γίνει ήρωας πρωτοσέλιδων για τους πρόσφατους θλιβερούς λόγους. Είναι δε προφανές πως αυτό το ίδιο σθένος, το ίδιο ισχυρό βουλητικό, που του επέτρεψε να πετύχει τέτοια θαύματα στον επιχειρηματικό τομέα, αυτό ακριβώς τον κράτησε όρθιο, αισιόδοξο και δυνατό όλους τούτους τους σκοτεινούς μήνες του προσωπικού μαρτυρίου.

Η είδηση της απαγωγής ήταν σαν κλωτσιά στο στομάχι. Οι δυνάμεις του σκότους, της εγκληματικής ανεπάρκειας, της ήσσονος προσπάθειας, της αρπαχτής, του εύκολου πλουτισμού, του άκρατου εγωισμού, του αυτάρεσκου μηδενισμού, της μίζερης και αναξιοπρεπούς αυτολύπησης, όλο αυτό το καταγέλαστο συναγέλασμα του απόλυτου μηδενός, του τίποτα από το πουθενά, όλοι τούτοι οι χαμένοι, άχρηστοι, τυχάρπαστοι, ανίκανοι και σιχαμεροί συμμορίτες επιβουλεύτηκαν την επιτυχία του συμπολίτη μας, στη λογική του “γιατί αυτός κι όχι εμείς”!

Η πράξη της απαγωγής καθαυτή αντιπροσωπεύει μια ευρύτερη παθογένεια της ελληνικής κοινωνίας. Τη μικρή και επισφαλή όαση της δημιουργίας, που αντιπροσωπεύει ο Λεμπιδάκης, περικλύει ασφυκτικά και απειλεί να πνίξει η απέραντη έρημος του κακού μας ανατολίτικου εαυτούλη, της χυδαιότητας, της αναξιοκρατίας, της υπαξίας, του κρατικού παρασιτισμού, του βολεψισμού, του αέναου διεκδικητισμού, του μπάχαλου,  της παραβατικότητας, της ανούσιας κομπορρημοσύνης, της οπλολαγνίας, της άρνησης του δικαίου και της υπονόμευσης του κράτους δικαίου, η έρημος της παράλυσης και της διάλυσης. Αυτή η έρημος του μηδενός σήκωσε επίβουλο χέρι απέναντι στη δημιουργία και την επιτυχία.

Πώς θα προκόψει άραγε ο τόπος μας την επομένη αυτής της θλιβερής ιστορίας; Χρειαζόμαστε κι άλλες εταιρείες όπως τα Πλαστικά Κρήτης, κι άλλους επιχειρηματίες σαν τον Λεμπιδάκη. Με εξωστρέφεια, αυτοπεποίθηση, επαγγελματισμό, σχέδιο και δυναμισμό, με ικανότητα να παράγουν αποτέλεσμα, όχι απλώς να πουλούν παραμύθι. Όμως, όταν η επιτυχία διαβάλλεται και μπαίνει στο στόχαστρο, όπως είναι πλέον κοινός τόπος σε τούτη την έσχατη σοβιετία της Ευρώπης, ποιος θα μείνει στον ευλογημένο καταρραμένο τούτο τόπο, να κοπιάσει, να ρισκάρει και να πετύχει;

Ο Λεμπιδάκης, το φυσικό πρόσωπο, είναι πάλι ελεύθερος και δυνατός. Δυστυχώς, αμφιβάλλω αν ο ιδεότυπος που ενσαρκώνει ο Λεμπιδάκης (περί του ελευθέρως και αδεώς επιχειρείν) παραμένει αλώβητος. Αυτός ο ιδεότυπος, ως παρακαταθήκη και κτήμα κοινό, θα χρειαστεί πολλή κοινή προσπάθεια για να ιαθεί από αυτή τη βάναυση προσβολή.

Θα μπορέσει άραγε η κοινωνία μας συνολικά να σπάσει τα δικά της δεσμά και να αποβάλει οριστικά τις ένοχες αντιεπιχειρηματικές και αντικαπιταλιστικές νοοτροπίες που όπλισαν τα χέρια των θρασύδειλων εγκληματιών και που θέτουν διαρκώς ιδεοληπτικά, πολιτικά, κοινωνικά, εγκληματικά ή άλλα εμπόδια στην υγιή επιχειρηματικότητα ή θα συνεχίσουμε στον δρόμο της παρακμής και της Σικελοποίησης; Ο Λεμπιδάκης, ενάντια στο ρεύμα, μας δείχνει τον δρόμο. Νοερά και από μακριά τού σφίγγω κι εγώ το χέρι και του εύχομαι καλή δύναμη και καλή συνέχεια: Πάντα απτόητος! Είθε ο δρόμος να γίνει λεωφόρος.