Από ένα ρεπορτάζ στο φύλλο της εφημερίδας «Καθημερινή» της 28.12.19 με τίτλο «Ένα «Μέγαρο Μουσικής» αξιώσεων στην Κρήτη» πληροφορήθηκα ότι ο Δήμος Ηρακλείου ανέθεσε στον διεθνώς αναγνωρισμένο μαέστρο και συμπολίτη μας Μύρωνα Μιχαηλίδη (Μ.Μ.)  την καλλιτεχνική διεύθυνση του Πολιτιστικού και Συνεδριακού Κέντρου Ηρακλείου (Π.Σ.Κ.Η.).

Η κεντρική σκηνή του Κέντρου θα υποδεχθεί τον Μ.Μ. στις δύο, υπό τη διεύθυνσή του,  συναυλίες της Ορχήστρας της ΕΡΤ στις 8 και 9 Μαρτίου. Πρόκειται για μια πολύ εύστοχη επιλογή και είναι ευτυχές το γεγονός ότι εκείνος δέχτηκε να αναλάβει το δύσκολο αυτό έργο.

Δεδομένου ότι το «Μέγαρο Μουσικής Αθηνών» και το «Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης» είναι και συνεδριακά κέντρα και δεδομένου, επίσης, ότι το Π.Σ.Κ.Η. εκτός από τη μεγάλη κεντρική σκηνή, διαθέτει και άλλους χώρους για μουσικές εκδηλώσεις, θα μπορούσε να μετονομαστεί «Μέγαρο Μουσικής Ηρακλείου»  με υπότιτλο «Πολιτιστικό και Συνεδριακό Κέντρο Ηρακλείου», σε αντιστοιχία με εκείνα των Αθηνών και της Θεσσαλονίκης.

Αυτός είναι ο λόγος τόσο του τίτλου του άρθρου όσο και των όσων ακολουθούν (βλέπε τελευταίο μέρος του άρθρου αυτού). Στο  άρθρο αυτό, μετά από μια σύντομη αναφορά στην προϊστορία του Μεγάρου Μουσικής Ηρακλείου, θα αναφερθώ στο έργο που επιτέλεσε ο Μύρων Μιχαηλίδης στην Ελλάδα και, στο τέλος θα κάνω ορισμένες προτάσεις –όχι για το καλλιτεχνικό μέρος, γι’ αυτό αρμόδιοι είναι άλλοι και πρώτος από όλους ο καλλιτεχνικός διευθυντής του– αλλά για την αντιμετώπιση των σημαντικών δαπανών που απαιτούνται για τη λειτουργία του.

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ  ΜΕΓΑΡΟΥ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

Η κατασκευή και λειτουργία ενός Μεγάρου Μουσικής στο Ηράκλειο είχε προταθεί από πολλούς εδώ και δεκαετίες. Το 1975, επί δημαρχίας του αειμνήστου Μανόλη Καρέλλη, εγκρίθηκε πρόταση για την ανέγερσή του, το 1983 έγινε σχετικός αρχιτεκτονικός διαγωνισμός και το 1988 ιδρύθηκε η ΔΕΠΤΑΗ που ανέλαβε την οργάνωσή του. Το 1990 παρουσιάστηκε μια μοναδική ευκαιρία για να λάβει «σάρκα  και οστά» η κατασκευή του. Το έτος εκείνο λειτουργούσε ήδη επί πολλά χρόνια το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και η Θεσσαλονίκη διεκδίκησε και πέτυχε την ψήφιση νόμου από την τότε κυβέρνηση της Ν.Δ. γα την κατασκευή του, η οποία αποπερατώθηκε και ήδη λειτουργεί επί αρκετά χρόνια.

Το έτος εκείνο έγινε πρόταση να γίνει νόμος, όπως έγινε για το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης,   για την κατασκευή και στο Ηράκλειο ενός Μεγάρου Μουσικής και, τότε,  ως αντιπρόεδρος της Βουλής,  έστειλα στο Ηράκλειο σχετικά έγγραφα και στοιχεία. Δεδομένου ότι πρωθυπουργός ήταν τότε   ένας Κρητικός (ο Κώστας Μητσοτάκης), ο νόμος αυτός θα ψηφιζόταν από τη Βουλή και το Μέγαρο Μουσικής θα λειτουργούσε εδώ και πολλά χρόνια, όπως εκείνο, της Θεσσαλονίκης. Δυστυχώς η πρόταση αυτή απορρίφθηκε από την τότε δημοτική Αρχή.

Από το έτος εκείνο η κατασκευή του Μεγάρου Μουσικής του Ηρακλείου πέρασε «από σαράντα κύματα» και χρειάστηκε ένα τέταρτο του αιώνα για να φτάσει στο σημείο στο οποίο βρίσκεται σήμερα.  Η ιστορία και τα προβλήματα που αντιμετώπισε η κατασκευή του είναι πολύ γνωστά στους Ηρακλειώτες και δεν χρειάζεται να αναφερθούν εδώ. Αυτά για την προϊστορία του έργου αυτού.

ΙΙ. Ο ΜΥΡΩΝ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Στη διάρκεια της μακραίωνης ιστορίας της χώρας μας είναι γνωστός ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκαν όσοι θέλησαν να προσφέρουν στην πατρίδα στον τομέα στο οποίο, λόγω κατάρτισης και πείρας μπορούσαν να προσφέρουν.

Σε πολλές περιπτώσεις τούς προσφέρθηκε μια σχετική θέση, την αποδέχτηκαν και προσέφεραν πολλά. Σε κάποια στιγμή, αντί να τους αφήσουν να συνεχίσουν και να ολοκληρώσουν το έργο που ανέλαβαν, τους απέπεμψαν. Εκείνοι όμως, χάρη στην αξία τους, δεν χάθηκαν. Άλλα κράτη που εκτιμούν και τιμούν τους άξιους, τους αξιοποίησαν. Δυστυχώς η ίδια μοίρα ανέμενε και τον Μ.Μ..

Ο Μ.Μ. την πενταετία 1999-2004 κατείχε τη θέση του μόνιμου αρχιμουσικού της Όπερας της Ανατολικής Σαξονίας. Το 2004 κλήθηκε στη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή και αρχιμουσικού της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης (Κ.Ο.Θ.), στην οποία επιτέλεσε πρωτοποριακό έργο και την ανέδειξε διεθνώς με ηχογραφήσεις και συναυλίες  (το 2007 πραγματοποίησε  συναυλία στο Πεκίνο).

Το 2011, μετά  την επιτυχημένη επταετή θητεία του στην Κ.Ο.Θ., κλήθηκε στη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή της Ε.Λ.Σ. Στη διάρκεια της πρώτης τριετούς θητείας του, εκτός από την οργάνωση του ρεπερτορίου και τις επιτυχίες της Ε.Λ.Σ., ο Μ.Μ. κατόρθωσε να εξυγιάνει τα οικονομικά της και να επικρατήσει σ’ αυτήν εργασιακή ειρήνη. Την ίδια περίοδο διηύθυνε παραστάσεις όπερας στο κτήριο της Ε.Λ.Σ., στο Ηρώδειο, στο Μέγαρο Μουσικής (όλες ήταν sold out) και στο εξωτερικό.

Στη διάρκεια της δεύτερης τριετούς θητείας του, ο Μ.Μ., παράλληλα με τις παραπάνω δραστηριότητες, συνεργάστηκε  με το Ίδρυμα Σταύρου Νιάρχου  και την κατασκευαστική εταιρεία ώστε το νέο κτήριο της Λυρικής Σκηνής στο «Πάρκο Σταύρου Νιάρχου»  να πληροί όλες τις προδιαγραφές για παραστάσεις όπερας. Ταυτόχρονα έκανε όλες τις προπαρασκευαστικές ετοιμασίες για τη μεταστέγαση και την έναρξη λειτουργίας της Ε.Λ.Σ. στο κτήριο αυτό.

Και ενώ όλοι ανέμεναν να ανανεωθεί η θητεία του Μ.Μ. προκειμένου να πραγματοποιηθεί ομαλά η μεταστέγαση της Λυρικής Σκηνής  στο νέο της κτήριο, ήρθε η απόφαση της μη ανανέωσης από την τότε υπουργό Πολιτισμού. Το τραγικό  είναι ότι δέχτηκε να τον διαδεχτεί εκείνος, στον οποίο  ο Μ.Μ. είχε αναθέσει συνθέσεις μουσικών έργων,  ανάμεσα στα οποία η όπερα «Φόνισσα», την πρώτη εκτέλεση της οποίας επιμελήθηκε  ο Μ.Μ. στο Μέγαρο Μουσικής και, επιπλέον, τον είχε προσλάβει σε καίρια θέση για την εναλλακτική σκηνή της Ε.Λ.Σ. (Η αχαριστία στο «μεγαλείο» της τόσο από την πλευρά της κυβέρνησης όσο και από τον ευεργετηθέντα).

Ο Μ.Μ., όμως, δεν χάθηκε, τον αξιοποίηση και πάλι η Γερμανία και έχει αναλάβει, όπως αναφέρθηκε στο ρεπορτάζ της «Καθημερινής», τη Διεύθυνση της Όπερας και της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Ερφούρτης. Δεδομένου ότι οι εκεί υποχρεώσεις του το επιτρέπουν, δέχτηκε να αναλάβει και τη θέση του Καλλιτεχνικού Διευθυντή του Μεγάρου Μουσικής Ηρακλείου και είμαι βέβαιος ότι θα τα καταφέρει, όπως φάνηκε από τη μέχρι σήμερα «πορεία» του, και το Μέγαρο Μουσικής Ηρακλείου μπορεί να αναδειχθεί εφάμιλλο εκείνου της Θεσσαλονίκης, τηρουμένων των αναλογιών. Αυτό εξάλλου προμηνύει η σχετική δήλωση που έκανε ο Μ.Μ. όταν αποδέχτηκε την πρόταση του Δήμου Ηρακλείου. Στη δήλωσή του αυτή, ανάμεσα στα άλλα αναφέρει:

«Η Κρήτη μας είναι δύναμη. Και παίρνει επιτέλους αυτό που αξίζει στην ιστορία και τον πολιτισμό της: Ένα έργο που μπορεί να καταστεί πρότυπο και εξωστρεφές περιφερειακό πολιτιστικό κέντρο στην ανατολική Μεσόγειο. Οραματιζόμαστε υψηλότατο καλλιτεχνικό επίπεδο, έμφαση όχι μόνο στη λόγια μουσική αλλά και στον λαϊκό πολιτισμό, ανάδειξη της κρητικής παράδοσης, διάδραση μεταξύ των τεχνών και των πολιτισμών, στήριξη των σύγχρονων καλλιτεχνικών τάσεων, συμμετοχικές διαδικασίες, ανάδειξη του έργου των νέων καλλιτεχνών, τεχνολογία στην υπηρεσία της τέχνης, συνεργασίες με σημαντικούς φορείς της Ελλάδας και του εξωτερικού».

ΙΙΙ. Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΣΤΗΡΙΞΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΡΟΥ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ

Καλλιτεχνικοί οργανισμοί όπως είναι το Μέγαρο Μουσικής Ηρακλείου– και είναι ευτύχημα ότι επιδιώκεται να λειτουργήσει ως Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου ώστε να έχει μεγαλύτερη ευελιξία–  για τη επιτέλεση του σκοπού τους πρέπει να έχουν τους  πόρους για την κάλυψη της μισθοδοσίας του τεχνικού, διοικητικού και βοηθητικού προσωπικού, τον εξοπλισμό τους με τη αναγκαία υλικοτεχνική υποδομή και τη συντήρησή του.

Επιπλέον πρέπει να καλύπτουν και τις δαπάνες για τη μετάκληση καλλιτεχνικών συγκροτημάτων και καλλιτεχνών. Οι εισπράξεις από τα εισιτήρια για τις παραστάσεις δεν καλύπτουν παρά ένα πολύ μικρό ποσοστό των δαπανών αυτών. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, παγκοσμίως,  και στην Ελλάδα,  το μεγαλύτερο μέρος των δαπανών αυτών καλύπτεται με επιχορήγηση από τον κρατικό προϋπολογισμό.

Για να λειτουργήσει, επομένως, το Μέγαρο Μουσικής Ηρακλείου  πρέπει να επιχορηγείται από τον κρατικό προϋπολογισμό, όπως συμβαίνει με τα αντίστοιχα Μέγαρα Μουσικής Αθηνών και Θεσσαλονίκης, δεδομένου μάλιστα ότι το μέγεθος του πληθυσμού που καλύπτει είναι πολύ μικρό σε σύγκριση με εκείνα. Στον βαθμό που θα τους επιτρέπουν τα οικονομικά τους ο Δήμος Ηρακλείου και η Περιφέρεια Κρήτης μπορούν να συμβάλλουν στην κάλυψη του ποσού που δεν θα καλύπτει η κρατική επιχορήγηση και οι εισπράξεις από τα εισιτήρια.

Τόσο όμως η κρατική επιχορήγηση όσο και ή όποια βοήθεια από τον Δήμο και την Περιφέρεια δεν μπορούν να καλύπτουν το κόστος της μετάκλησης συγκροτημάτων και καλλιτεχνών. Γι’ αυτές απαιτούνται χορηγίες είτε από ιδρύματα και φορείς είτε από ιδιώτες. Γι’ αυτές χρειάζεται να εφαρμοστεί η κατάλληλη πολιτική, στην οποία μπορεί να βοηθήσει, με την πολυετή πείρα του, ο Μ.Μ. Το Μέγαρο Μουσικής Ηρακλείου, όμως, πρέπει να το «αγκαλιάσουν» και να το βοηθήσουν τόσο οι κάτοικοι του Ηρακλείου όσο και οι απανταχού, εντός και εκτός Ελλάδος, Ηρακλειώτες.

Για το σκοπό αυτό, όπως έχει γίνει για το «Μέγαρο Μουσικής Αθηνών»,  πρέπει να ιδρυθεί Σύλλογος Φίλων του  Μεγάρου Μουσικής Ηρακλείου,  ο οποίος, με όποιους τρόπους κρίνουν πρόσφορους τα μέλη του, θα βοηθήσει το Μέγαρο, σε συνεργασία με τον καλλιτεχνικό διευθυντή,  να πετύχει τον σκοπό του.  Κλείνω το άρθρο αυτό με μια ευχή: Στο  καλλιτεχνικό πρόγραμμα 2019/2020 που θα καταρτίσει ο Μ.Μ. να περιλαμβάνονται παραστάσεις της Εθνικής Λυρικής Σκηνής ή/και της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης υπό τη διεύθυνσή του.

 

 *Ο Μανόλης Γ. Δρεττάκης είναι πρώην: αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ