Θέλετε να μάθετε με ποιες έγνοιες, στενοχώριες, προσδοκίες, χαρές, με ποιους πόθους, με ποια βάσανα… ζούσαν οι αρχαίοι πρόγονοί μας; Ελάτε να ψάξομε ανάμεσα στα ευρήματα που προέρχονται από τους σκουπιδότοπους της εξελληνισμένης Αιγύπτου των Πτολεμαίων. Ιδίως να ψάξομε τα σκουπίδια της αρχαίας Οξυρρύγχου, πόλης της Άνω Αιγύπτου. Μέσα στα διάφορα άλλα θα βρούμε και πολλές ιδιωτικές επιστολές γραμμένες σε παπύρους πεταμένους εκεί. Ανήκουν στην περίοδο 3ος αι. π. Χ – 6ος αι. μ. Χ.

Ο πάπυρος ήταν το χαρτί της αρχαιότητας. Κατασκευαζόταν με τις ίνες υδρόβιου φυτού, που, και αυτό, ονομάζεται πάπυρος. Από αυτήν τη λέξη, πάπυρος, προέρχονται και οι λέξεις paper (αγγλικά), papier (γαλλικά), papier (γερμανικά). Και παρεμπιπτόντως ας σημειωθεί ότι και η λέξη που χρησιμοποιούν για τη μελάνη οι Άγγλοι (ink), και οι Γάλλοι (encre) προέρχεται, και αυτή, από την ελληνική λέξη έγκαυστον. Με καύση κατασκεύαζαν οι αρχαίοι ένα είδος κόκκινης μελάνης. Με αυτά θέλω να εξηγήσω ότι, εκτός από τα ολοφάνερα δάνεια από την ελληνική, οι ξένοι έχουν δανειστεί από εμάς και λέξεις που εκ πρώτης όψεως η καταγωγή τους δεν φαίνεται.

Αλλά ας επανέλθομε στο θέμα μας. Στους σκουπιδότοπους λοιπόν ιδίως της αρχαίας Οξυρρύγχου βρέθηκαν έγγραφα και πολλές ιδιωτικές επιστολές. Ας διαβάσομε μερικές από αυτές σε ελεύθερη μετάφραση – σε κάποιες περιπτώσεις αποσπασματικά – χωρίς παράθεση αρχαίου κειμένου. Με τη βοήθειά τους ας προσπαθήσομε να φανταστούμε τη  ζωή τους. Τις επιστολές τις μετέφεραν συνήθως άτομα που τύχαινε να ταξιδέψουν.

1) Αναφορά της Φιλίστας εναντίον του Πετεχώντος, υπηρέτη των λουτρών, που της έκαψε την κοιλιά με ζεματιστό νερό (έτος 221 π. Χ.)

«Προς τον βασιλιά Πτολεμαίο, με σεβασμό, η Φιλίστα κόρη του Λυσία, κάτοικος Τρικωμίας. Καταγγέλλω τον Πετεχώντα. Διότι, αφού λούστηκα στα λουτρά της προαναφερόμενης κωμόπολης τον μήνα Τύβι (σ. σ. αιγυπτιακό μηνολόγιο) στον γυναικείο θάλαμο, όταν βγήκα για να σκουπιστώ, αυτός έφερε καυτό νερό, σκόρπισε τα μυροδοχεία μου και ζεμάτισε την κοιλιά μου και τον αριστερό μου μηρό ως το γόνατο, ώστε κινδύνεψε η υγεία μου… Σε παρακαλώ, βασιλιά μου,  εάν βλέπεις την αδικία, μην παραβλέψεις την υπόθεσή μου, που τόσο βάναυσα κακοποιήθηκα, που ζω με ό,τι κερδίζω δουλεύοντας μόνη μου, αλλά να διατάξεις τον στρατηγό Διοφάνη να διενεργήσει δικαστική έρευνα γι’ αυτά, ώστε, αφού κατέφυγα σ’ εσένα, τον κοινό ευεργέτη όλων,  να βρω το δίκιο μου. Με σεβασμό».

2) Ένας εργάτης που δουλεύει στην μεγαλούπολη Αλεξάνδρεια γράφει στην γυναίκα του στο χωριό (1ος αι. π. Χ.).

«Ιλαρίων προς την Άλι, την αδερφή μου, με πολλούς χαιρετισμούς, και προς την Βερού, την γυναίκα μου, και προς τον μικρό Απολλώνιο. Μάθε ότι ακόμη βρίσκομαι στην Αλεξάνδρεια. Μη στενοχωριέσαι αν όλοι οι άλλοι επιστρέφουν, ενώ εγώ μένω στην Αλεξάνδρεια. Σε θερμοπαρακαλώ, φρόντιζε για το παιδί μας και, μόλις πληρωθώ, θα σου στείλω χρήματα. Εάν τελικά γεννήσεις, αν είναι αγόρι, κράτησέ το. Εάν είναι κορίτσι, πέταξέ το. Είπες στην Αφροδισία να μη σε ξεχάσω. Πώς μπορώ να σε ξεχάσω; Σε παρακαλώ,  μη στενοχωριέσαι». Ιλαρίων. Να παραδοθεί στην Άλι”.

3) Ένας ναύτης που κατατάχθηκε στον ρωμαϊκό στόλο, στην εκατονταρχία Αθηνονίκη, γράφει προς τον πατέρα του (2ος αι. μ. Χ.).

«Ο Απίων προς τον Επίμαχο τον πατέρα και κύριό του πολλούς χαιρετισμούς. Πριν από όλα εύχομαι να έχεις υγεία και, πάντοτε δυνατός, να ευτυχείς μαζί με την αδερφή μου και την κόρη της και τον αδερφό μου. Ευχαριστώ τον παντοδύναμο θεό Σέραπι, γιατί ολοφάνερα με έσωσε από κίνδυνο στη θάλασσα.

Όταν πιάσαμε λιμάνι στους Μησήνους, πήρα από τον Καίσαρα μισθό τρεις χρυσές λίρες, και χάρηκα πολύ. Σε παρακαλώ, πατέρα μου και κύριέ μου, γράψε μου γράμμα πρώτον για την υγεία σου, δεύτερον για την υγεία των αδελφών μου, τρίτον για να σου φιλήσω το χέρι που με σπούδασες σωστά και με αυτό ελπίζω να προκόψω, αν το θέλουν οι θεοί. Φιλιά πολλά στον Καπίτωνα και στους αδελφούς μου και στην Σερηνίλλα και στους φίλους μου. Σου έστειλα τη ζωγραφιά μου μέσω του Ευκτήμονος. Στο ναυτικό μου έδωσαν το όνομα Αντώνης Μάξιμος. Εύχομαι να υγιαίνεις.

Εκατονταρχία Αθηνονίκη».

(Βέβαια φωτογραφίες τότε δεν υπήρχαν).

4) Άσωτος γιος που προσπαθεί να συμφιλιωθεί με τη μητέρα του (2ος αι. μ. Χ.).

«Ο Αντώνης Λόγγος προς τη Νειλού την μητέρα του πολλούς χαιρετισμούς. Πάντοτε εύχομαι να έχεις υγεία. Προσεύχομαι κάθε μέρα για σένα στον θεό Σέραπι. Θέλω να ξέρεις ότι μου φαίνεται απίστευτο το ότι έρχεσαι στην πρωτεύουσα. Εξαιτίας αυτού εγώ δεν ήρθα στην πόλη. Ντρεπόμουν να μπω μέσα στην Κρανίδα, γιατί περιφέρομαι κουρελιάρης.

Σου έχω γράψει ότι ζω γυμνός. Σε παρακαλώ, μητέρα, συμφιλιώσου μαζί μου. Δεν βλέπω τίποτα πια να μου μένει. Χίλια δυο βάσανα περνώ. Το ξέρω ότι έσφαλα. Άκουσα ότι ο Πόστουμος σε συνάντησε στον Αρσενοήτη και με αυθάδεια σου τα διηγήθηκε όλα. Δεν καταλαβαίνεις ότι θα με σακατέψουν, αν μάθουν πόσα λεφτά χρωστώ; Εσύ να πάρεις την πρωτοβουλία να με πλησιάσεις… σε παρακαλώ… σε παρακαλώ…

Προς τη Νειλού τη μητέρα μου, από τον Αντώνιο Λόγγο τον γιο της».

Επιστολή με πάρα πολλά σφάλματα, ορθογραφικά, συντακτικά… Χαρακτηριστικό δείγμα άσωτου γιου.

5) Κάποιος ονομαζόμενος Ασκληπιάδης ρωτά τον αιγυπτιακό θεό Σοκνοπαίο αν τελικά θα μπορέσει να παντρευτεί κάποιαν που λεγόταν Ταπεθεύς, με την οποία, φαίνεται, ήταν ερωτευμένος (6ος αι. μ. Χ.).

«Από τον Ασκληπιάδη, γιο του Αρείου, προς τον μέγιστο και κραταιό θεό Σοκνοπαίο: Θα έχω την καλή τύχη να γίνει γυναίκα μου η Ταπεθεύς και να μην παντρευτεί άλλον; Κάνε μού το φανερό και επιβεβαίωσε την επιστολή μου. Η Ταπεθεύς παλαιότερα ήταν γυναίκα του Ωρίωνα».

Έτσι περνούσαν τη ζωή τους και τότε. (Αλήθεια, πόσες εκατοντάδες χρόνια πριν!) Αυτές ήταν οι χαρές τους, τα προβλήματά τους, οι λύπες τους, οι έρωτές τους… Παρόμοια δηλαδή με τα δικά μας σήμερα.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ. Τα κείμενα των επιστολών καθώς και κάποια σχόλια τα πήρα από τα «Άπαντα» του Μ. Τριανταφυλλίδη, τόμος Γ’, κεφ. «Ελληνιστική κοινή – πάπυροι».

* Ο Αιμίλιος Ψαθάς είναι πτυχιούχος Ελληνικής και Αγγλικής Φιλολογίας και επίτιμος Σχολικός Σύμβουλος Φιλολόγων