εποχούμενος περιπατητής

Τυχαία νυκτερινή συνάντησή μου με τον εκλεκτό φιλόλογο και τακτικό συνεργάτη στη σελίδα αυτή, κ. Ζαχαρία Καραταράκη, μου έδωσε την ιδέα για το σημερινό άρθρο. Αν και τα ιστορικά στιγμιότυπα που ακολουθούν, μπορεί να ανήκουν στη δική του «δικαιοδοσία», εν τούτοις, είναι βέβαιο ότι με τις πλούσιες γνώσεις του στον τομέα αυτό, μπορεί κι εκείνος να εμπνευστεί και να δημοσιεύσει κείμενα σχετικά, από σαφώς «επιστημονικότερη» σκοπιά!

Με την επικείμενη συζήτηση της Συνθήκης των Πρεσπών, στην Ελληνική Βουλή, σίγουρα θα γίνουν αναφορές στον M. Αλέξανδρο, ίσως και στον πατέρα του Φίλιππο Β!, που υπήρξαν βασιλείς της Μακεδονίας. Κάποτε, λοιπόν, ο Φίλιππος, φιλονικούσε με την Ολυμπιάδα, τη σύζυγό του. Τη στιγμή εκείνη φτάνει στο παλάτι ως απεσταλμένος από την Κόρινθο, ο Δημάρατος και ο Φίλιππος τον ρωτά: «Πώς πάνε από ομόνοια οι Έλληνες;». Ο Δημάρατος του απαντά: «Πολύ ενδιαφέρεσαι για την ομόνοια των Ελλήνων, τη στιγμή που μέσα στο σπίτι σου δεν βλέπω να βασιλεύει ομόνοια».

Αρχαία ελληνικά ανέκδοτα

Σε άλλη περίπτωση, ο Φίλιππος, παρακολουθούσε τους Ολυμπιακούς αγώνες. Οι Πελοποννήσιοι όμως, αν και ευεργετημένοι απ’ αυτόν, τον γιουχάϊζαν. Όταν οι φίλοι του, εξοργισμένοι από τη συμπεριφορά των Πελοποννησίων απευθύνθηκαν στον Φίλιππο, εκείνος τους είπε: «Αν οι ευεργετημένοι Πελοποννήσιοι, συμπεριφέρονται έτσι φαντάζεστε τι θα κάνουν, αν τους βλάψω;».

Ο κυνικός φιλόσοφος Διογένης, ήταν σύγχρονος του Αλεξάνδρου, με τον οποίο απεβίωσαν την ίδια μέρα, ο Αλέξανδρος στα 33 του και ο Διογένης στα 90. Μας άφησε πολλές και ευτράπελες ιστορίες, όπως:  Όταν ο Αλέξανδρος βρέθηκε στην Κόρινθο, ήθελε να γνωρίσει τον Διογένη.

Η συνάντηση φαίνεται να έγινε μπροστά από το πιθάρι – σπίτι του φιλοσόφου, με το Διογένη να κάθεται κατά γης και να απολαμβάνει τον ήλιο. Ο Αλέξανδρος τον ρώτησε  ποια χάρη ήθελε να του κάνει και ο φιλόσοφος του απάντησε: «Αποσκότισόν με», που είχε διπλή έννοια. Είτε, δηλ. «Βγάλε με από το σκοτάδι (της άγνοιας)» ή «Κάνε στην άκρη, γιατί μου κρύβεις τον ήλιο, με τη σκιά σου!».

Ο Φωκίων ήταν Αθηναίος πολιτικός και στρατηγός. Ήταν δίκαιος, έντιμος, γενναίος και αφιλοκερδής. Το μόνο του μειονέκτημα ήταν η αντιδημοτικότητά του. Διαφωνούσε συνήθως με όλους στα πολιτικά θέματα. Μια φορά, όμως, όταν μίλησε στην εκκλησία του δήμου, όλοι ασπάστηκαν τις ιδέες του. Απορημένος γύρισε προς τους φίλους του και τους ρώτησε: «Μήπως είπα σήμερα κάποια ανοησία, χωρίς να το καταλάβω;».

Κάποτε, ο Μ. Αλέξανδρος έστειλε στον Φωκίωνα 100 τάλαντα. Ο Αθηναίος πολιτικός ρώτησε τους ανθρώπους που του έφεραν το μεγάλο αυτό ποσό: «Γιατί ο Αλέξανδρος διάλεξε εμένα απ’ όλους τους Αθηναίους για να μου χαρίσει 100 τάλαντα;». Οι απεσταλμένοι απάντησαν: «Διότι μόνο εσένα θεωρεί έντιμο άνθρωπο». Ο Φωκίων αρνήθηκε να δεχθεί το δώρο λέγοντας: «Ας μ’ αφήσει λοιπόν να συνεχίσω να είμαι έντιμος».

Ένας μοχθηρός άνθρωπος ήθελε να προφυλάξει το σπίτι του από κάθε κακό. Προς τούτο τοποθέτησε στην πόρτα μια επιγραφή που έλεγε: “Κανένα κακό μη μπει στο σπίτι αυτό”. Ο Διογένης διαβάζοντας την επιγραφή παρατήρησε:«Μα ο ιδιοκτήτης του σπιτιού από που θα μπει;»

Όταν είδε ο Διογένης κρατικούς ταμίες να έχουν πιάσει κάποιον που είχε κλέψει ένα μπουκάλι, παρατήρησε: «Οι μεγάλοι κλέφτες έχουν συλλάβει το μικρό κλέφτη».

Ο γιος μιας εταίρας πέταγε πέτρες σε περαστικούς. Ο Διογένης του είπε: «Πρόσεχε, μήπως ανάμεσα στους άλλους, χτυπήσεις και τον πατέρα σου, που δεν γνωρίζεις».

Κάποτε ο Διογένης φώναζε: «Ελάτε εδώ άνθρωποι!». Και όταν μαζεύτηκαν πολλοί, τους κυνήγησε με το μπαστούνι του λέγοντας: «Ανθρώπους κάλεσα, όχι καθάρματα!».

Ο Αριστείδης και ο Θεμιστοκλής, πολιτικοί αντίπαλοι, στάλθηκαν πρεσβευτές σε μια πόλη. Ο Αριστείδης τότε είπε στον Θεμιστοκλή: «Θέλεις να αφήσουμε την έχθρα στα σύνορα της χώρας μας; Κι αν το κρίνεις απαραίτητο, συνεχίζουμε μόλις επιστρέφουμε στην πατρίδα». Ρώτησαν τον Αριστείδη τι τον στενοχωρούσε πιο πολύ στην εξορία. Εκείνος απάντησε: «Η κακή φήμη της πατρίδας μου. Όλοι την κακολογούν επειδή με εξόρισε».

Ο Δημοσθένης έλεγε ότι πολλές φορές ήθελε να ευχηθεί να χαθούν οι κακοί, φοβόταν όμως μήπως με την ευχή αυτή ερημωθεί εντελώς η πόλη.

Σε ένα νεαρό στρατιώτη που δεν έδειχνε την ίδια ανδρεία με τον πατέρα του, απαιτούσε όμως να παίρνει την ίδια αμοιβή μ’ αυτόν, ο βασιλιάς Αντίγονος, ο Β!, είπε: «Εγώ νεαρέ, πληρώνω μισθό και δίνω δώρα όχι για πατραγαθία, αλλά για ανδραγαθία».

Ρώτησαν τον Αριστοτέλη: «Τι κερδίζουν όσοι λένε ψέματα;». Ο φιλόσοφος απάντησε: «Να μην τους πιστεύει κανείς και όταν ακόμα λένε την αλήθεια».

Ο Εμπεδοκλής ήταν πυθαγόρειος φιλόσοφος, φυσικός, μηχανικός, εφευρέτης, ιατρός, μουσικός και ποιητής. Κάποτε τον ρώτησαν γιατί αγανακτεί, όταν τον βρίζουν. Ο φιλόσοφος απάντησε: «Αν δεν λυπάμαι όταν με κακολογούν, δεν θα είναι δυνατό να χαίρομαι όταν με επαινούν».

Ο τύραννος των Συρακουσών Διονύσιος, ο πρεσβύτερος, τοποθέτησε σε ανώτερη θέση έναν κακοήθη άνθρωπο και πολύ αντιπαθή στο λαό. Όταν τον ρώτησαν, γιατί έκανε κάτι τέτοιο, απάντησε: «Θέλω να υπάρχει κάποιος, που να τον μισούν περισσότερο απ’ όσο εμένα».

Ρωτούσαν τον Διονύσιο, τον νεότερο, πώς ο πατέρας του, αν και απλός πολίτης μπόρεσε να καταλάβει την εξουσία και γιατί ο ίδιος, αν και γιος τυράννου την έχασε. Ο Διονύσιος έδωσε την απάντηση: «Ο πατέρας μου έκανε την προσπάθειά του, όταν η δημοκρατία προκαλούσε μίσος, ενώ εγώ αγωνιζόμουν, όταν η τυραννίδα κινούσε φθόνο».

Ο φιλόσοφος Αντισθένης συμβούλευε τους Αθηναίους να ανακηρύξουν με την ψήφο τους τα γαϊδούρια σε άλογα… Όταν του είπαν ότι κάτι τέτοιο είναι έξω από κάθε λογική, ο Αντισθένης παρατήρησε: «Μήπως και στρατηγούς δεν αναδεικνύετε με την ψήφο σας χωρίς να έχουν πάρει καμία απολύτως εκπαίδευση;»

Ο Επαμεινώνδας, Θηβαίος στρατηγός, όταν είδε ένα μεγάλο στρατό, που δεν είχε ικανό στρατηγό, είπε: «Μεγάλο θηρίο αλλά χωρίς κεφαλή».

Κάποιος πολίτης αριστοκρατικής καταγωγής, αλλά μοχθηρός, υπενθύμιζε στον Σωκράτη την άσημη καταγωγή του. Ο φιλόσοφος του έδωσε την απάντηση: «Αν εγώ πρέπει να ντρέπομαι για τους άσημους προγόνους μου, οι υπέροχοι πρόγονοί σου πρέπει να νιώθουν ντροπή για σένα, τον ανάξιο απόγονό τους».

[email protected]