Με αισθήματα οδύνης και θλίψης γράφω από την Αθήνα αυτά τα λιτά λόγια για τον πολύτιμο Φίλο για δεκαετίες Νίκο Ψιλάκη, ως νοερή παρουσία μου στην εξόδιο ακολουθία που ψάλλεται στο Ηράκλειο.

Όσο και αν η κατάσταση της υγείας του τον τελευταίο καιρό δεν ήταν καλή, το πρόωρο τέλος του αιφνιδίασε και αποτέλεσε επώδυνο πλήγμα για τους δικούς του και τους πολυάριθμους φίλους του. Αντιμετώπιζε την αρρώστια με καρτερία και στωικότητα και η σταθερή του δήλωση «το παλεύω», μέχρι και στις πολύ πρόσφατες επικοινωνίες μας, άφηνε ελπίδες και αισιοδοξία ότι θα ξεπερνούσε και τη νέα περιπέτεια, όπως και άλλες στο παρελθόν.

Όμως η μοίρα θέλησε να φύγει πνευματικά ακμαίος και πριν η ασθένεια ευτελίσει το σώμα και την ευγενική μορφή του. Ίσχυσε στην περίπτωσή του η αρχαία ρήση «Ον οι θεοί φιλούσιν αποθνήσκει νέος». Μπορεί σωματικά να «έφυγε» ο φίλτατος Νίκος, όμως ως φυσική του συνέχεια μένουν οι αγαπημένες του σύζυγος και κόρη και κυρίως τα λατρεμένα του εγγόνια, το ιλαρό φως των τελευταίων χρόνων της ζωής του.

Μένει ακόμα ως «κτήμα ες αεί» το πολυποίκιλο έργο του, που με ακατάβλητη εργατικότητα κατάφερε να μας το κληροδοτήσει σε έντυπη μορφή. Πρόλαβε να καταγράψει και να αποτυπώσει φωτογραφικά την Κρήτη στην κρίσιμη μεταβατική περίοδο της αλλαγής από την προαιώνια μορφή παραδοσιακής ζωής στη σημερινή νοθευμένη πραγματικότητα της παγκοσμιοποίησης. Θρησκεία και λατρευτικά δρώμενα, ιστορία και μυθολογία του νησιού, αγροτικός και ποιμενικός βίος, κρητική φύση με την πανίδα και τη χλωρίδα της, αρώματα και γεύσεις, παροιμίες και λαϊκός πολιτισμός βρήκαν στον Νίκο Ψιλάκη τον ιδανικό καταγραφέα τους.

Όχι τον λόγιο του Γραφείου και της πολυθρόνας, αλλά τον ακάματο περιπατητή και ορειβάτη, τον φιλακόλουθο πιστό που μετείχε σε ολονυχτίες και λιτανείες, τον εξερευνητή που καταδύθηκε σε σπήλαια και αναρριχήθηκε σε απόκρημνα κελλιά ασκητών, τον ενεργό πολίτη και δημοσιογράφο που είχε καίριο λόγο στα κοινωνικά δρώμενα. Ο λόγος του ακούγεται αληθινός ακριβώς γιατί καταγράφει τη βιωμένη πραγματικότητα.

Ακόμη και ως λογοτέχνης κατάφερε να προσδώσει αληθοφάνεια στους ήρωες των μυθιστορημάτων του, κρύβοντας κάτω από τον λογοτεχνικό μανδύα την ιστορική πραγματικότητα και τεκμηρίωση, που με κοπιώδη έρευνα είχε συλλέξει.

Τον μακρινό 6ο αιώνα π.Χ. ένας εγγράμματος που τον έλεγαν Σπενσίθιο είχε προσληφθεί από την πόλη Δατάλλα (ίσως το Αφρατί, λίγο νοτιότερα από την Κασταμονίτσα όπου γεννήθηκε ο Νίκος Ψιλάκης) για να φοινικάζει (να γράφει δηλαδή τα δημόσια έγγραφα με τα καινοφανή τότε φοινική ια ελληνικά γράμματα) και να μνημονεύει (να είναι δηλαδή ο μνήμων, ο αρχειοφύλακας και υποθηκοφύλακας της πόλης).

Αιώνες μετά, ο πολύτιμος φίλος που αποχαιρετούμε, υπηρέτησε με ζήλο αυτές τις δύο αποστολές: Έγραψε με τα ωραία ελληνικά του πολλά και σοφά, ενώ ως μνήμων διέσωσε από τη λήθη υλικά και άυλα στοιχεία του Κρητικού πολιτισμού. Τον ευγνωμονούμε γι’ αυτό και του ευχόμαστε να βρει αιώνια ανάπαυση στους λειμώνες του παραδείσου.