Στις 28 Μαρτίου, διάβασα το άκρως ενδιαφέρον άρθρο ‘‘Οι ξεχασμένοι, ‘ανύπαρκτοι’, ατίμητοι, κρητικοί γαϊδάροι’’ του Βαγγέλη Μπαριτάκη  που δημοσιεύτηκε στην πάντα φιλόξενη εφημερίδα ‘Πατρίς’. Αφορά  την αξία των γαϊδάρων για πολλές δεκαετίες πριν και την συνολική τους προσφορά στις ελληνικές οικογένειες.

Το άρθρο κάνει αναφορά στις ιδιαιτερότητες  του συγκεκριμένου ζώου και πόσο εξαρτημένοι ήταν οι άνθρωποι στα χωριά της Κρήτης από αυτά δεδομένου ότι χρησιμοποιούνταν σε αρκετές δύσκολες και απαιτητικές δουλειές της καθημερινότητας και κυρίως τις μεταφορές. Βεβαίως η στενή αυτή εξάρτηση υπήρχε στα περισσότερα μέρη της πατρίδας μας. Κι εκεί τα καλοσυνάτα αυτά ζώα έκαναν όσα δεν μπορούσαν να φέρουν εις πέρας τα αφεντικά τους. Μεγάλωσα στα Τρίκαλα της Θεσσαλίας και αρκετές φορές πηγαίναμε στο σπίτι του παππού μου στην ορεινή Πίνδο.

Από ένα σημείο και ύστερα, η μετακίνηση δεκάδων χιλιομέτρων γινόταν με τη βοήθεια βαρειά φορτωμένων γαϊδουριών και μουλαριών μέσα σε δύσβατα και απόκρημνα περάσματα. Τα μονοπάτια, ελλείψει δρόμου, θυμάμαι τότε στα μέσα του προηγούμενου αιώνα, ήταν γεμάτα τέτοια καραβάνια με ζώα και ανθρώπους  που πήγαιναν και έρχονταν συνεχώς. Εποχές παλιές που είναι γνωστές σε όλους εμάς τους παλιότερους.

Το άρθρο του Βαγγέλη Μπαριτάκη  αναφέρεται σε πολλά που αφορούν τα ζώα αυτά και την μεγάλη προσφορά τους και το συστήνω ανεπιφύλακτα σε όσους δεν το διάβασαν. Έχει ενδιαφέρον κατά τη γνώμη μου γιατί σε ένα σημείο προτείνει να φτιάξουν σε κάθε χωριό έναν ανδριάντα για το συμπαθητικό αυτό ζώο που τείνει να εξαφανισθεί  και να εξηγείται  πάνω σε μια μαρμάρινη πλάκα η  συμβολή των γαϊδουριών στους προγόνους μας.

Το γνωστό άγαλμα του γαϊδουριού του Χότζα στο παλιό κέντρο στη Μπουχάρα
Νικ. Σχορετσανίτη*

 

Είναι άλλωστε γνωστό, να προσθέσουμε, πως για τους συγγενείς των γαϊδουριών, τα περήφανα, δυνατότερα και ογκωδέστερα άλογα, σχεδόν σε όλες τις πόλεις και σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη, υπάρχουν μνημεία, ομοιώματα και  ανδριάντες, από μάρμαρο ή κάποιο μέταλλο, συνήθως χάλκινα, σε περίοπτα μέρη του αστικού τους ιστού, όπως δρόμους, πλατείες, πάρκα κλπ. Πάνω τους κατά κανόνα βρίσκονται καθισμένες εξέχουσες προσωπικότητες των περιοχών που άφησαν το δικό τους βαρυσήμαντο αποτύπωμα στην πολιτική, κοινωνική και στρατιωτική ζωή της χώρας τους.

Διαβάζοντας λοιπόν το άρθρο, αναγκαστικά θυμήθηκα κάποιους λαούς και κάποιες κοινωνίες που επισκέφτηκα στην αχανή ασιατική ήπειρο και οι οποίες ήδη έκαναν πραγματικότητα την επιθυμία ή την προτροπή του κ. Μπαριτάκη για τα δικά μας μέρη.

Εκατόν είκοσι περίπου χιλιόμετρα, λοιπόν,  νοτιοανατολικά της Τιφλίδας, της πρωτεύουσας της Γεωργίας, στα οκτακόσια μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και στο ανατολικότερο τμήμα της επαρχίας της Καχετίας, βρίσκεται η κωμόπολη που ακούει στο όνομα   Σιγνάχι.   Είναι η έδρα  πολλών ιστορικών και πολιτιστικών μνημείων και φτάνεις εκεί οδηγώντας ανάμεσα σε στριφογυριστούς δρόμους,  λόφους και δάση με  πράσινα πανύψηλα δέντρα.

Η παραγωγή κρασιού εδώ είναι διαδεδομένη, όπως και η ύφανση παραδοσιακών χαλιών, αλλά ετούτη η μικρή κουκλίστικη πόλη και τα περίχωρά της είναι επίσης γνωστά και δημοφιλή για τα ελκυστικά τοπία  και τα ιστορικά τους μνημεία, τα οποία τα τελευταία χρόνια με την ενεργοποίηση ενός θεμελιώδους προγράμματος ανασυγκρότησης μεταβλήθηκαν σε ένα σημαντικό κέντρο της ολοένα και ανερχόμενης τουριστικής βιομηχανίας της Γεωργίας.

Σε μια γωνιά της ελκυστικής κωμόπολης βρέθηκα μπροστά σε ένα τέτοιο συμπαθητικό γαϊδουράκι με ένα γιατρό στις πλάτες ο οποίος κρατά στο αριστερό χέρι την ιατρική του τσάντα. Ήταν, όπως μου εξομολογήθηκαν οι ντόπιοι,  ο κύριος τρόπος μεταφοράς του γιατρού τα παλαιότερα χρόνια και σε εκείνη την απομονωμένη  περιοχή του Καυκάσου.

Αρκετά ανατολικότερα, τώρα, στα βάθη της κεντρικής Ασίας, βρίσκεται η μυθική πολιτεία της Μπουχάρα, η οποία σήμερα ανήκει γεωγραφικά στο Ουζμπεκιστάν. Η περιοχή αυτή δεν έχει μόνο καμήλες, αλλά οι κάτοικοί της έχουν επίσης καλές σχέσεις με τους γαϊδάρους. Στο παλιό και ιστορικό κέντρο της πόλης βρίσκονται μια λίμνη, τρεις υπέροχοι μεντρεσέδες, δηλαδή τα γνωστά ισλαμικά σχολεία, τα παραδοσιακά τσάι χανέ, παραδοσιακά καταστήματα, αρκετοί περίεργοι τουρίστες, περαστικοί, έμποροι και ντόπιοι.

Ένα πανέμορφο κυριολεκτικά  μέρος όπου η ίδια η ψυχή της Κεντρικής Ασίας βρίσκεται αιώνες παρούσα και αντικατοπτρίζεται μέσα σε όλα αυτά. Τα τελευταία χρόνια, πολλά άλλαξαν και ένα μεγάλο ποσοστό των ντόπιων κατοίκων προσαρμόστηκαν στους νέους ρυθμούς και στις απαιτήσεις των καιρών μας.  Εδώ στη λίμνη, κάποιες εποχές γέμιζαν οι άκρως απαραίτητοι τότε επαγγελματίες μεταφορείς νερού τους δερμάτινους ασκούς, που κουβαλούσαν υπομονετικά στις πλάτες τους ή στα γαϊδούρια τους και το μοίραζαν στα σπίτια των πλούσιων πελατών τους.

Σήμερα ετούτη η περιοχή μπορεί ακόμα να είναι ειδυλλιακή, τα δέντρα και οι  μουριές να βρίσκονται στη θέση τους από τον δέκατο πέμπτο αιώνα, και να  δημιουργούν ένα ομολογουμένως ευχάριστο κλίμα, το οποίο προσελκύει τους κατοίκους και τους επισκέπτες της πόλης, αλλά στην επιφάνεια της λίμνης και στα πανάρχαια πέτρινα σκαλοπάτια της, τα πράγματα είναι σίγουρα διαφορετικά. Ο ανδριάντας του Νασρεντίν Χότζα, συμπληρώνει τα αξιόλογα πράγματα της πλατείας που περιλαμβάνει το συγκρότημα Lyabi-Hauz.

Το δύστροπο γαϊδούρι του παμπόνηρου και καλοκάγαθου σοφού της ανατολής,  έξω από έναν  μεντρεσέ, βρισκόταν εκεί και είχε και εκείνες τις μέρες που έζησα στη Μπουχάρα  την τιμητική του! Αλλά και σε πολλά ακόμα μέρη που πλανήτη μπορώ να βρω  ανάλογες τιμητικές εκδηλώσεις των ντόπιων κατοίκων στα καλοκάγαθα ζώα με τα οποία συζούσαν κάποτε. Συμφωνώ φυσικά με την ιδέα  του Βαγγέλη Μπαριτάκη  την οποία βρίσκω απολύτως πρωτότυπη, συγκινητική και άκρως ενδιαφέρουσα για πολλές τοποθεσίες του νησιού μας!