Αν η ακόρεστη δίψα για την εξουσία στις μέρες μας είναι ένα ατέλειωτο ταξίδι στην Ιθάκη που μπορεί και να σε συντρίψει στα βράχια χωρίς να τη φτάσεις ποτέ, η πρόσφατη διαπόμπευση της πολιτικής αλλά και της ατομικής αξιοπρέπειας ως συστατικών του δημόσιου βίου, από τον πρώην υπουργό Αμύνης της κυβέρνησης Σύριζα, μόνο ένα τέτοιο δηκτικό ταξίδι «πολυμήχανων» μπορεί να σηματοδοτήσει.
Γιατί το θεαματικό ναυάγιο σε αβαθή ύδατα του ναυάρχου κ. Αποστολάκη, αν δεν ήταν μια τέτοια κακόγουστη προσωπική Οδύσσεια με μια καταγέλαστη συντριβή εκείνου, ως κακέκτυπου πολυμήχανου και σχεδόν ηρωποιημένου ανδρός του στρατού και της πολιτικής, τι άλλο θα μπορούσε να είναι;
Στην πατρίδα του την Κρήτη αλλά και σε όλη την Ελλάδα, μέχρι σήμερα έχει επιζήσει ο μεσαιωνικός λεκτικός ιδιωματικός τύπος με την αραβική ρίζα «ατζαμής» που μπορεί να αποδώσει πληρέστατα αυτό το καταγέλαστο πολιτικό του ναυάγιο: Είναι ο άνθρωπος που δεν γνωρίζει καλά την τέχνη του με αποτέλεσμα να κάνει συχνά λάθη. Ο αδέξιος, ο ανίκανος, ο πρωτόπειρος.
Στο θάνατο του Οδυσσέα που αποτέλεσε ήδη από το παρελθόν θέματα πολλών συγγραφέων θα προστεθεί πλέον και ο άδοξος και ντροπιαστικός πολιτικός θάνατος ενός νέου Οδυσσέα της σύγχρονης ελληνικής πολιτικής. Και εάν ανακεφαλαιώσει κανένας και διυλίσει τη σχετική αρθρογραφία της επικαιρότητας, θα νοιώσει τυχερός που ο κ. Αποστολάκης δεν χρειάστηκε να πάρει κρίσιμες αποφάσεις όταν εκείνος κατείχε τα κλειδιά της Αμύνης και της προάσπισης της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας.
Τα ομηρικά έπη διατείνονται ότι ο χρησμός του Τειρεσία για τον Οδυσσέα, ήταν ότι θα πεθάνει «ἐξ ἁλός» με δύο τρόπους. Αυτό ακολουθεί και το νέο ναύαρχο Οδυσσέα της αβαθούς πολιτικής και έχει καθορίσει τη μοίρα του: Είτε θα πεθάνει πολιτικά έξω από τη θάλασσα, είτε από τη θάλασσα. Ο κ. Αποστολάκης διάλεξε να εξευτελιστεί κατά κράτος με τον πλέον πομπώδη τρόπο «έξω από τη θάλασσα».
Με θύματα τους στοιχειώδεις κανόνες της ηθικής στην πολιτική που πρέπει να χαρακτηρίζουν την προσφορά στον τόπο και που η κατάλυσή τους τον απομυθοποίησε ακόμη και στον πολιτικό χώρο που καριεριζόταν. Η πολιτική του πονηριά στάθηκε καχεκτική για να τον δικαιώσει. Γιατί η πιο ωραία πονηριά του διαβόλου είναι να πείσει ακόμη και τους ατζαμήδες πολιτικούς, ότι αυτός δεν υπάρχει. Μέχρι να εμφανιστεί απρόκλητος μπροστά τους και να τους επιβεβαιώσει ότι, βουλή πονηρά ουκ έχει χρηστόν τέλος.
Ο κ. Αποστολάκης δεν αυτοαποδόμησε μόνον τον εαυτό του κατά τη γνωστή λαϊκή παροιμία περί των οπισθίων της μαϊμούς που ανεβαίνει τη σκάλα. Διαπόμπευσε και διακόρευσε το οικουμενικό πρότυπο κοινής αποδοχής στο μέσο Έλληνα, των στελεχών των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων στον υπέρτατο κοινό σκοπό για τη διάσωση της χώρας από τους νέους κινδύνους που την απειλούν, όπως η κλιματική αλλαγή.Για όσους μπορούν να αποκωδικοποιήσουν με ψυχραιμία και καθαρό μυαλό τα συμβάντα των τελευταίων ημερών, έτσι μόνον μπορούν να χαρακτηρίσουν το ναύαρχο: Τον ατζαμή καπετάν Οδυσσέα του γλυκού νερού, που δεν ήξερε να διαχειριστεί παλληκαρήσια και αξιοπρεπώς το θάμπωμα από το λούσο της εξουσίας που ο ίδιος θήρευε και επεδίωξε να μετοχεύσει. Και αντί τούτου επέλεξε να γίνει ρίψασπις και δειλότερος των ελαφιών.
Για να υποκύψει στις βολές των απειλών από εκείνους που αρέσκονται να βρίσκονται εσαεί στα κάγκελα και να είναι αρνητές του κοινού αθλήματος απέναντι σε εθνικούς κινδύνους.
Τρεις λέξεις στοιχειώνουν την υστεροφημία του ναυάρχου που είμαι σίγουρος ότι θα μείνουν παροιμιώδεις για να τον κηλιδώνουν όπως το «μαζί τα φάγαμε» του περιώνυμου Θ. Παγκάλου: «Πρόεδρε με παγίδευσαν» απολογήθηκε βαρώντας προσοχή με σκυμμένο το κεφάλι στους περιθωριακούς και απάτριδες της Κουμουνδούρου μόλις τον έλουζαν με το φρικτό επίθετο του «αποστάτη» που σίγουρα τον αιφνιδίαζε. Νομίζω ότι στο στρατό και τη ζωή όλοι αυτοί παρομοιάζονται με το γνωστό οικόσιτο πτηνό.
Κι έτσι επέστρεψε ανέγγιχτα τα λούσα της εξουσίας που ο ίδιος είχε ζητήσει λίγες ώρες νωρίτερα, θέτοντας μάλιστα και τις προδιαγραφές της! Μια ταπεινωτική συντριβή ενός ανθρώπου που μέχρι πριν λίγα εικοσιτετράωρα στοιχειωδώς συγκέντρωνε αυτό που λέγεται οικουμενικότητα στην αποδοχή. Εικόνα που γκρέμισε μονάχος του με αυτόν τον άδοξο, αδέξιο και γελοιόφρονα τρόπο.
Σε αυτή την απίστευτη ιστορία ναυαγίου στα ρηχά του κ. Αποστολάκη, ανακαλεί κανείς το «Che fece il gran rifiuto» του Καβάφη που κάτι θα τον δίδασκε αν είχε ξεφυλλίσει τον Αλεξανδρινό για να διέσωζε στοιχειωδώς την αξιοπρέπειά του: «Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο το Όχι να πούνε».
Η περίπτωση του κ. Αποστολάκη είναι από τις σπάνιες φορές που σε κάνει να αηδιάζεις. Και να νοιώθεις πόσο κοντά συνοικεί στους ανθρώπους και ιδίως στους πολιτικούς μιας χρήσεως το «Φαίνεσθε» με το «Είναι». Αλλά πόσο κυρίως κοντά μεταξύ τους είναι οι πύλες του παραδείσου και της κόλασης. Ευτυχώς όμως για τη χώρα, δεν τελειώνει ο κόσμος στις πολυδιαφημισμένες και σχεδόν ημιθεϊκές ικανότητες του κ. Αποστολάκη.