Η οικογένειά του, οι συγγενείς, εμείς οι φίλοι του, η κοινωνία του Αρκαλοχωρίου και του Ηρακλείου, όλοι όσοι είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν, αποχαιρετούν σήμερα με την παρουσία τους ή, όσοι αδυνατούν να παραστούν, με τη σκέψη τους, το Μανόλη Μακράκη. Με σεβασμό, εκτίμηση και αγάπη. Τον ευχαριστούμε για ό,τι ωραίο μας έκανε να νοιώσουμε. Για την ευγένεια, την αξιοπρέπεια, τη γλυκιά ηρεμία, τον πολιτισμό που ακτινοβολούσε με τη στάση του, το βήμα του, το πρόσωπο, τη ματιά, την έκφρασή του.
Προπάντων με τον περιεκτικό και συναισθηματικό του λόγο, που ένιωθες πως έβγαινε από το μυαλό και την καρδιά του αυθόρμητα και ειλικρινά. Ένας χαρισματικός και χαριτωμένος άνθρωπος, κυριαρχημένος από τον ανθρωπιστικό πολιτισμό, τον οποίο διψούσε να μεταδώσει από αγάπη στους γύρω του, για να είναι πλήρεις, οι γύρω του, αυτάρκεις και ευδαίμονες.
Ο Μανόλης Μακράκης υπήρξε ένας αυτοδημιούργητος επιχειρηματίας. Ξεκίνησε με το κασελάκι του μικροπωλητή στα σοκάκια του Αρκαλοχωρίου στα δύσκολα χρόνια του Μεσοπολέμου και της Κατοχής και έφτασε στην επαγγελματική αυτοπραγμάτωση ως κάτοχος της μεγάλης επιχείρησης ΡΑΔΙΟ ΜΑΚΡΑΚΗ. Με την εξυπνάδα, την εργατικότητα, την επιμονή και την υπομονή του.
Σίγουρα συνέτειναν και οι συγκυρίες, αλλά οι κύριοι παράγοντες της επιτυχημένης του καριέρας ήταν το δυνατό του μυαλό και ο χαρακτήρας του. Σ΄αυτά τα χαρίσματα οφείλεται και η ωραία οικογένεια που δημιούργησε και χάρηκε, καθώς έφυγε πλήρης ημερών. Μαζί με την αγαπημένη του Χρυσούλα αντιμετώπισαν τα εύκολα και τα δύσκολα της ζωής, απολαμβάνοντας με λιτή απλότητα τα δώρα της ζωής ταπεινά, χωρίς τις υπερβολές της νεόπλουτης ξιπασιάς, που συχνά μας χαλούν την αισθητική της καθημερινότητάς μας.
Βίωσε βέβαια τις συνέπειες της τελευταίας κρίσης, την οποία είδε νωρίς να έρχεται πριν ακόμη ξεσπάσει, μα είμαι σίγουρη πως δεν τον πόνεσε πολύ, γιατί ήξερε τα βαθιά κοινωνιολογικά της αίτια, (παγκόσμια και ντόπια) και γιατί τον είχε ωριμάσει ο μακρύς συνειδητός αγώνας.
Ο Μανόλης Μακράκης δεν υπηρέτησε στη ζωή του μόνο τις επιχειρήσεις. Τα ενδιαφέροντά του ήταν πολλά και ποικίλα. Τον ενδιέφερε η μοίρα του ανθρώπου, η πορεία της κοινωνίας, η πολιτική, η τέχνη, ο πολιτισμός. Όχι στα λόγια, αλλά έμπρακτα, όπως έδειχναν οι γεμάτες από ιστορικό υλικό της Εθνικής Αντίστασης βιτρίνες του καταστήματός του, το ωραίο περιοδικό που χρόνια εξέδιδε με τον τίτλο «Σταλακτίτες» και η παρουσία του σε όλες τις πολιτιστικές εκδηλώσεις του τόπου, κυρίως του Αρκαλοχωρίου από τις οποίες σπάνια απουσίαζε.
Γιατί ο Μανόλης Μακράκης, όπου κι αν έφτασε, δεν ξέχασε ποτέ από πού ξεκίνησε και δεν περιφρόνησε τα κάτω σκαλοπάτια. Τον έκαιγε κάθε ζήτημα του Αρκαλοχωρίου στο οποίο ήταν ευγνώμων. Γιατί το Αρκαλοχώρι στο Μεσοπόλεμο (εποχή της εποποιίας του) ανοιχτό λόγω του παζαριού, άνοιξε την αγκαλιά του και δέχτηκε όσους από άλλα μέρη της Κρήτης θέλησαν να εγκατασταθούν σε αυτό. Χωρίς προκαταλήψεις και διακρίσεις. Και τους έδωσε τις προϋποθέσεις να ευδοκιμήσουν.
Το παζάρι του, το πρώτο της Κρήτης από την τουρκοκρατία ακόμη, άνοιξε δρόμους στο Μανόλη, δρόμους που δακτυλοδεικτούσαν το οικονομικό του μέλλον. Διεξόδους στο εμπορικό του δαιμόνιο, στις οποίες οδήγησε και όλα του τα αδέρφια ως πρωτότοκος. Όλα αυτά αποδεικνύουν την ωραία του προσωπικότητα, την ουσιαστικότητα, τη σοβαρότητά του, το σοφό Μέτρο που τον χαρακτήριζε πάντοτε. Όλα αυτά δεν τον άφησαν να γίνει μονοδιάστατος, αλλά προσωπικότητα σφαιρικά αναπτυγμένη και πολύπλευρη, σπάνιο επίτευγμα στην εποχής μας.
Με το Μανόλη Μακράκη, το γλυκύτατο φίλο μου, με έδεναν πολλά κοινά στοιχεία, όπως η αγάπη μας για τον Άνθρωπο, για το Αρκαλοχώρι, για την Ιστορία, για την αληθινή μόρφωση και τη δια βίου μάθηση, την οποία υπηρετούσε κάθε μέρα διαβάζοντας, παρακολουθώντας τις πολιτιστικές εκδηλώσεις του τόπου κλπ.
Ήταν ένας ξεχωριστός Αρκαλοχωρίτης, ένας αγαπημένος φίλος που ένιωθα δίπλα στο Μανόλη, στα παιδιά μας και σε μένα πάντοτε… Και συχνά ανησυχούσα για το φυσιολογικό φυσικό του τέλος.
Σήμερα κατανοώ βαθιά και συλλυπούμαι τους ανθρώπους του, που τον χάνουν. Τον αποχαιρετώ με πόνο για το κενό που μου αφήνει. Οι άνθρωποι που αγαπάς και τιμάς σου προσφέρουν όχι μόνο με την παρουσία τους και την παρέα τους, αλλά με την ύπαρξή τους.
Με παρηγορεί όμως η πεποίθηση πως και η σκέψη τους και η άσβηστη μνήμη τους, τους καθιστά παρόντες με ό,τι αυτό συνεπάγεται…