Ο Πίνδαρος με υψηλή αίσθηση της τραγικής κατάστασης του ανθρώπου θεωρεί ότι είμαστε απλώς το όνειρο ενός ίσκιου (Σκιάς όναρ άνθρωπος). Είμαστε μια φευγαλέα σκιά που ονειρεύεται, πλάθει και σχεδιάζει προσδοκώντας να κατακτήσει την αιωνιότητα.  Την ίδια περίπου αίσθηση εκφράζει ο Οδυσσέας στον Αίαντα του Σοφοκλή.

Μετά το θάνατο του Αχιλλέα οι Ατρείδες αποφασίζουν τα όπλα του να δοθούν στον πολυμήχανο Οδυσσέα και όχι στον Αίαντα που αναμφισβήτητα ήταν ο πιο γενναίος και ατρόμητος πολεμιστής. Εκείνος θεωρεί ότι χάνει την τιμή του και αποφασίζει να σφάξει τους Ατρείδες και τον Οδυσσέα.

Όμως η Αθηνά τον τρελαίνει και καλεί τον Οδυσσέα να παρακολουθήσει τον Αίαντα που σφάζει δυο κριάρια νομίζοντας ότι είναι οι εχθροί του. Ο Οδυσσέας συγκλονίζεται, συνειδητοποιεί την ανθρώπινη μηδαμινότητα και λέει με τρόμο « Ορώ γαρ ημάς ουδέν όντας άλλο πλην είδωλ’ όσοιπερ ζώμεν ή κούφην σκιάν» μτφ. Γιατί το βλέπω πια πως δεν είμαστε παρά είδωλα, όσοι ζούμε, ίσκιος απατηλός».

Την ίδια αίσθηση ακριβώς έχουμε όλοι οι φίλοι με την ξαφνική και άδικη αναχώρηση για τον κόσμο της σιωπής της αγαπημένης μας φίλης Εύας Πετρουγάκη, συζύγου του μαθηματικού Δημήτρη Μπουνάκη. Ήταν μια εξαιρετική φιλόλογος που τίμησε το ρόλο του δασκάλου. Εξέδιδε το σχολικό περιοδικό με κόμικς στα Αρχαία Ελληνικά «Μειράκια» που ενθουσίαζε τους μαθητές της. Ήταν επίσης ποιήτρια, είχε γράψει αρκετές επιστημονικές μελέτες και συμμετείχε σε πολλά επιστημονικά σωματεία.

Γνωριζόμαστε από παλιά, αλλά συνδεθήκαμε στενά στη Λέσχη Ανάγνωσης, «Έντεχνος Λόγος», όπου ήταν συντονίστρια. Θαύμαζα την ευαισθησία της, την ηρεμία της και τη διακριτικότητά της στο συντονισμό των συζητήσεων καθώς φρόντιζε να μην δυσαρεστήσει κανένα. Οι δικές της παρουσιάσεις ήταν πάντοτε πλήρεις και φώτιζαν το έργο του κάθε συγγραφέα. Πέρα απ’ τις μελέτες της για την Κρητική Διάλεκτο έχει εκδώσει και δυο ποιητικές συλλογές «Ενθύμιο φως», 2009 Εκδ. Ταξιδευτής  και «Σχήμα δίκαιο», 2015, Εκδ. Γαβριηλίδης.

Τώρα που η φωνή της έχει για πάντα σιωπήσει και στο ταξίδι που την πάει ο μαύρος καβαλάρης προς το άγνωστο μόνο με τη σκέψη μας και τις αναμνήσεις μπορούμε να επικοινωνήσουμε, θα ήθελα να σας μεταφέρω μιαν αίσθηση του ποιητικού της λόγου που ως «αδέσποτο» μας έχει αφήσει.

«Σαν αδέσποτο»

Εδώ σ’ αυτό το ξέφωτο

το ποίημα θ’ αφήσω

Μικρό κι ανυπεράσπιστο

Να μάθει

Μέρα με τη ημέρα

Σαν αδέσποτο

Σκληρά να επιβιώνει.

Αρκετά ποιήματά της είναι αρχαιόθεμα όπως το ποίημα «Ένας Σώφρων Αίας…».

«…Τώρα στο Πρυτανείο

σιτίζεται

Χωρίς το σπαθί του

να βάψει με αίμα

Ο Αίας

Ως μέγας ποιμένας

Σε μια στιγμή ευφορίας

θα γράψει:

« Βρήκε ένα λόγο

να φορέσει τα καλά της

η ψυχή μου επιτέλους»

Μια αναφορά στη μνήμη του πατέρα της είναι το ποίημά της «Ιδαίος Δάκτυλος».

«…κι εγώ να λέω

Ποιος Ήφαιστος

Αυτός είν’ ο πατέρας μου

Όπως τον έβλεπα

μικρό παιδί στο σιδεράδικο

Γίγαντα να κατεβάζει

την βαριά και να πετούν

οι σπίθες ν’ αναβοσβήνουν

πυρακτωμένα μέταλλα

και πίσω του το φυσερό

να ανασαίνει φλόγες

Έτσι να τη χτυπάς τη μοίρα σου

σαν σίδερο στ’ αμόνι

να τη λυγίζεις με ρυθμό.

Όσο μπορείς

μόνο σε δυνατή

φωτιά σμιλεύεις

Μου ‘λεγες το σχήμα

της ψυχής σου.

Ύστερα παραμέρισες τα χρόνια

με το χερι σου να δείξεις

το γραμμένο.»

Θα την αποχαιρετήσω με τους στίχους του Γ. Σεφέρη που είχε πάντοτε μέσα του την αίσθηση του τραγικού.

«Οι φίλοι μας έφυγαν

Ίσως να μην τους είδαμε

ποτές, ίσως

Να τους συναντήσαμε

όταν ακόμη ο ύπνος

Μας έφερνε πολύ κοντά

στο κύμα που ανασαίνει.

Ίσως να τους γυρεύουμε

γιατί γυρεύουμε την άλλη ζωή,

Πέρα από τ’ αγάλματα»

Δεν ξέρω τι είναι θάνατος και τι ζωή. Ξέρω όμως καλά ότι με κάποιους φίλους που φεύγουν, επικοινωνούμε εσωτερικά με φωτεινές στιγμές που αστράφτουν στη μνήμη.

Στον αγαπημένο φίλο Δημήτρη και στα παιδιά τους εύχομαι να βρουν τη δύναμη να προχωρήσουν στη ζωή χωρίς την Εύα που πλούτισε τον κόσμος μας.