Δεν έχουν περάσει και λίγα εδώ που τα λέμε οι γυναίκες. Το φαινόμενο τελευταία της «γυναικοκτονίας», αλλά και της έξαρσης της έμφυλης βίας είναι αδιαμφισβήτητο πια. Στην αρχή πιστεύαμε ότι συμβαίνει κάτι καινούργιο, επειδή οι γυναίκες μιλούσαν και επόμενο ήταν να ακούμε ιστορίες σχετικές με βία. Τα πράγματα όμως άλλαξαν.

Η «γυναικοκτονία» δεν είναι μόνο έγκλημα κατά της ζωής, είναι έγκλημα και του γυναικείου φύλου, αποτελώντας το αποκορύφωμα μιας έμφυλης βίας. Ας έρθουμε αφήνοντας τα παραπάνω στους προικοθήρες της παλιάς Αθήνας, όπου για να παντρευτεί μια κοπέλα έπρεπε να έχει προίκα.

Σε μετρητά αλλά και σε προικιά όπως: στρώματα, πανωσέντονα, κατωσέντονα, μπατανίες, μαξιλαροθήκες. Και καλά να είχε μόνο ένα κορίτσι η οικογένεια, αν είχε περισσότερα; Οι υποψήφιοι γαμπροί είχαν αποθρασυνθεί και όσοι Αθηναίοι είχαν κόρες ανύπαντρες έκαναν μια ειδική σύσκεψη το 1733, υποβάλλοντας υπόμνημα για την προικοθηρία στον Οικουμενικό Πατριάρχη Νεόφυτο.

Ο Πατριάρχης εισάκουσε το δίκαιο αίτημά τους και τους απάντησε μέσω εγγράφου που απέστειλε προς τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Ζαχαρία. Το έγγραφο έλεγε τα εξής: «Οι μεν των Αθηνών Χριστιανοί εκ των υπερβολικών προικών έφθασαν εις κοινήν δυστυχίαν και δυσπραγίαν, διότι επεκράτησε να δίδωσιν εις τας υπανδρευομένας θυγατέρας των όχι μόνο χρήματα μετρητά, αλλά να προικοδοτώσι και με πράγματα και με κτήματα δηλαδή ελαιόδεντρα, αμπέλια, χωράφια, μάλαμα, μαργαριτάριον και φορέματα ρουχικά όχι μικράς αξίας.

Το κακόν ολοένα αυξάνει και ούτως οι πενθεροί αναγκαζόμενοι να δίδωσιν όλην την περιουσίαν εις τας θυγατέρας των, αφίνουσιν τους υιούς των απρονοήτους και ακυβερνήτους…». Καταλήγοντας το έγγραφο χώριζε σε τρεις τάξεις-κατηγορίες, την προίκα και συνιστούσε, σ’ όποιον δεν το εφάρμοζε, απειλές, αναθεματισμούς και αφορεσμούς. Βέβαια είχε πιάσει τόπο αυτό το έγγραφο και κάποιοι μέλλοντες γαμπροί αποφάσισαν να συμμορφωθούν.

Αλλά όχι για πολύ. Τότε ο διάδοχος του Πατριάρχη Νεοφύτου Σαμουήλ δεν εκάμθη και το 1767 απάντησε με αφορεσμούς, τα τραχώματα. Με τη λέξη αυτή οι ιστορικοί δεν εννοούν τη γνωστή οφθαλμική νόσο, αλλά την προίκα και τα οφειλόμενα μετρητά. Η λέξη προέρχεται από το λατινικό ρήμα trahio που σημαίνει σέρνω, τραβώ, εννοώντας τα πράγματα που έπαιρνε μαζί της η νύφη.

Όμως ο Σαμουήλ εκτός απ’ όλα αυτά κατακεραύνωνε τους προικοθήρες και με ομιλίες. Αποκαλούσε τους γαμπρούς «αργυροαγορασμένους δούλους» και προσέθετε για τις γυναίκες τα εξής: «Κυρία εις τα πράγματα, κυρία εις τα χρήματα, μέσα και έξω ακούγονται οι προσταγές του.

Ας κοπιάζει ο ταλαίπωρος άνδρας της, ας ταλαιπωρείται, ας ξενιτεύεται, ας θαλασσομαχεί, ας φέρνει και ας μη προφθάνει, ας τρέχει όλη μέρα και το βράδυ μηδ’ ένα σπολλάτη»! Ο αγώνας του Πατριάρχη Σαμουήλ ήταν ευγενικός και άρχισε ν’ αποδίδει καρπούς. Και όποιος γαμπρός πήγαινε να ζητήσει προίκα, ο πεθερός του έδειχνε το έγγραφο του Πατριάρχη.

Σιγά-σιγά άρχιζαν να πεισματώνουν και οι γυναίκες και προτιμούσαν να μείνουν στο ράφι παρά να δώσουν προίκα, έστω και ένα γρόσι. Η αντίδραση αυτή έφερε αποτέλεσμα και οι προικοθήρες άρχισαν να αλλάζουν γνώμη. Έκαναν παζάρια και η προίκα πολλές φορές μειωνόταν.

Έτσι τα πράγματα άρχισαν να χαλαρώνουν αρκετά και αυτός ο θεσμός έτεινε σε πολλές περιπτώσεις να εξαλειφθεί. Δεν ήταν πια η τρομερή πληγή των πατέρων. Τώρα μπορούσαν να κάνουν μια σχετική συμφωνία, με αμοιβαίες παραχωρήσεις. Και οι γεροντοκόρες άρχισαν να λιγοστεύουν, γιατί μπορούσαν να βρουν αποκούμπι στη ζωή τους, στον έρωτά τους, στην ευτυχία!

«Χωρίς πολλά προικιά απανωπροίκια».