Μπορεί ακόμα οι πιο πολλοί από μας να μην έχουμε πάρει τις άδειές μας προκειμένου ν’ απολαύσουμε τις καλοκαιρινές μας διακοπές. Ίσως αυτό να είναι το ωραιότερο κατά τη γνώμη μου, αφού κάτι που περιμένει κανείς έχει μεγαλύτερη αξία σε αντίθεση με κάτι που τελειώνει και περνά, αφήνοντας μόνο αναμνήσεις και κάνοντάς σε ν’ αναπολείς τα περασμένα!

Σε αναμονή λοιπόν της καλοκαιρινής άδειας και ευχές για ήρεμες και ξεκούραστες διακοπές. Δε θα ήταν παράλογο να ευχόμασταν να είναι και “λίγο” φτηνές, αφού οι τιμές των εισιτηρίων και της διαμονής φαίνεται ότι έχουν φθάσει στο απροχώρητο. Για όσους τολμήσουν να επιλέξουν διάφορα νησιά, ας ευχηθούμε τύχη αγαθή και καλό προορισμό, αφού οι συχνές καθημερινές βλάβες διαφόρων πλοίων έχουν γίνει πια… τρόπος ζωής.

Πριν από ενάμιση αιώνα!

Οι κάτοικοι του “κλεινού άστεως”, της τότε ήσυχης, μικρής και ανθρώπινης Αθήνας, έβρισκαν καταφύγιο στο Νέο Φάληρο για να δροσιστούν, κάνοντας το μπάνιο τους στα πεντακάθαρα φαληριώτικα νερά.

Φυσικά καμμία σχέση με τη σημερινή εικόνα στις παραλίες, αφού οι άνδρες κολυμπούσαν ξεχωριστά από τις γυναίκες και οι καμπίνες τους ήταν ξεχωριστές. Ένα μέτρο αυστηρό για τα σημερινά δεδομένα θα έλεγα, αλλά είχαν τουλάχιστο… μερικοί το κεφάλι τους ήσυχο, προς στιγμήν!

Μια τέτοια εικόνα μας διασώζει ο Εμμανουήλ Ροΐδης, ένας από τους πιο επιδέξιους σατιρικούς εκείνης της εποχής. Το μεγαλύτερο μέρος του σατιρικού του έργου έχει χαθεί, όμως παρόλα αυτά, διασώθηκε ένα κομμάτι χάρη στην σατιρική εφημερίδα “Ασμοδαίος”.

Ο Ροΐδης γράφοντας τα σατιρικά του κείμενα εμπνεόταν από γενικότερες αντιλήψεις. Πάντα τον οδηγούσε μια ανώτερη ηθική για την ανόρθωση και τη βελτίωση της χώρας, τόσο από πολιτικής, όσο και από ηθικής πλευράς. Πίστευε ότι θα μπορούσε όχι μονο ν΄αναμορώσει την αθηναϊκή και γενικότερα την ελληνική κοινωνία, αλλά ότι θα κατηύθυνε και την πολιτική ζωή σε δρόμους πιο ευθείς και ηθικότερους. Ο αγώνας που έδωσε ήταν σκληρός και πάλεψε με την καρδιά του. Όμως απογοητεύθηκε από τους πολιτικούς για τις παρανομίες τους και ακόμα γιατί πολλοί απ’ αυτούς, ενώ ήταν τίμιοι, άφηναν το κοπάδι των “κοινοβουλευτικών λύκων” να ξεκοκαλίζει τον προϋπολογισμό. Ας είναι! Η ζέστη του καλοκαιριού αναγκάζει τον Ροΐδη να κατευθυνθεί προς το Φάληρο, βλέπει τους λουόμενους και αποφασίζει να κάνει την κριτική του στον “Ασμοδαίο”.

Αρχίζει με τις “Συστάσεις εις τον αστυνόμον κ. Ε. Χατζηπέτρον περί ληπτέων μέτρων εν Φαλήρω”.

1) Να απαγορευθεί στον νεανία τάδε να κάθεται di profilo στο θέατρο, διότι όπισθεν αυτού στήλη ολόκληρος θεατών, στερείται της εν τη σκηνή θέας

2) Να μην επιτρέπεται εις την πελώριαν κυρίαν με το βουρνούζιον να πηγαινοέρχται εν όσω διαρκεί η παράστασις, διότι συμπαρασύρει κάθε τι που τυχαίνει μπροστά της.

3) Να μην γίνονται δεκτοί σκύλοι και βρέφη ως θεατές.

4) Να ειδοποιηθώσιν αι κυρίαι και μάλιστα αι μικρού αναστήματος να απέχουν των θαλασσίων λουτρών, διότι τα παραπήγματα από σκοπού ετοποθετήθησαν εις βαθέα ύδατα.

5) Να κατασχεθούν οι μπριζόλες του μεγάλου ξενοδοχείου και να πωληθούν στους υποδηματοποιους, υπέρ της σχολής των απόρων Παίδων.

Δεν παραλείπει επίσης να γράψει στην εφημερίδα “Ασμοδαίος” πολλά, για την παραμονή του ωραίου φύλου στην παραλία του Φαλήρου, όπως: “Παρατηρούντες προχθές εν Φαλήρω τας καλλίστας εκεί δεσποινίδας και ωραίας κυρίας, ομολογούμεν ότι αληθές κηπουρικόν θαύμα συνέβη. Κατορθώθηκαν και μεταφυτεύθηκαν επί αλμυράς άμμου τοσαύτα εύοσμα άνθη και τοιούτοι ορεκτικοί καρποί! Έπρεπε όμως να φυτευθώσιν εν τω γυμνώ τούτω παραδείσω και δέντρα τινά οιουδήποτε είδους.

Πιστέυομεν, ότι το της γνώσεως του καλού και του κακού ήθελεν αναπτυχθεί εκεί θαυμασίως».

Η γνώμη του Ροΐδη περί των συγχρόνων του Ελλήνων, που φυσικά δεν διαφέρει των σημερινών, δεν ήταν και τόσο καλή. Είχε μελετήσει ο ίδιος τα ελαττώματα της φυλής και γνώριζε τα μίση και τα πάθη της.

Πολλά απ’ αυτά αντικατοπτρίζουν περασμένες αλλά και σύγχρονες δυστυχώς αθεράπευτες καταστάσεις.

Για παράδειγμα η γνώμη του για τα κόμματα: “Αλλαχού τα κόμματα γεννώνται, διότι εκεί υπάρχουν άνθρωποι διαφωνούντες και καθένας άλλα θέλει. Εν  Ελλάδι συμβαίνει ακριβώς το αντίθετον.

Αιτία της γεννήσεως και της πάλης των κομμάτων είναι η θαυμαστή συμφωνία μετά της οποίας όλοι θέλουν το ίδιο πράγμα, δηλαδή, να τρέφονται δαπάνη του δημοσίου». Ο δε ορισμός του κόμματος κατά τον ίδιο ήταν: «Ομάς ανθρώπων ειδότων ν’ αναγιγνώσκωσι και ν’ ανορθογραφώσιν, εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσανδ εργασίαν, οίτινες, ενούμενοι υπό ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν’ αναβιβάσωσιν αυτόν διά παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού (εδώ τα πράγματα είναι πιο ελαστικά, με τα σημερινά δεδομένα έχουμε τα αξιώματα και τας εμμίσθους θέσεις) ίνα παρέχωσιν αυτοίς τα μέσα να ζώσι, χωρίς να σκάπτωσι».