Τον τελευταίο καιρό πολλά πράγματα που αφορούν την έννοια της βασιλείας, ήρθαν στην επικαιρότητα, όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και διεθνώς. Οι σύγχρονοι ιστορικοί αναμφίβολα θα έχουν πλούσιο και θεάρεστο έργο μπροστά τους τώρα, μετά τον θάνατο της Ελισάβετ Β’ στη Μεγάλη Βρεττανία, κυρίως για να διαπιστώσουν κατά πόσο και ειδικά τον τρόπο με τον οποίο προωθήθηκαν κάποια όχι τόσο νόμιμα πράγματα και υποθέσεις από πλευράς του Ηνωμένου Βασιλείου από τον πολύ μακρυνό καιρό της πρώτης έως την προσφάτως θανούσα δεύτερη Ελισάβετ.
Παλινδρομώντας πίσω χρονικά, κάπου προς τα τέλη της δεκαετίας του 1550, και προβαίνοντας σε έναν απολογισμό των γεγονότων όπως αυτά έδειχναν να εξελίσσονται στην γηραιά ήπειρο, η Αγγλίδα βασίλισσα Ελισάβετ η Α’ (1533-1603) άρχισε να ανησυχεί μήπως η χώρα της μείνει πίσω σε έναν νέο αγώνα που βρισκόταν σε εξέλιξη μεταξύ των άλλων μεγάλων δυνάμεων στην ήπειρο. Τουτέστιν στην οικοδόμηση μιας μακρυνής, μεγάλης, ζηλευτής και το σπουδαιότερο αρκούντως προσοδοφόρας αυτοκρατορίας. Για την ιστορία, ήταν η εποχή κατά την οποία οι Πορτογάλοι και οι Ισπανοί είχαν ήδη καταφέρει να εγκαθιδρύσουν κάποια πρώιμη κυριαρχία και μία μάλλον ζηλευτή υπεροχή σε αυτή την απαιτητική, αλλά πολλαπλώς κρίσιμη και χρήσιμη προσπάθεια.
Οι πρώτοι, τολμηροί ναυτικοί και θαρραλέοι θαλασσοπόροι, όπως υπήρξαν στα διάβα τους, είχαν αποκαλύψει και επισημάνει, άθελά τους βέβαια, στους λιγοστούς ενδιαφερόμενους το δρόμο, αποκομίζοντας τρανταχτές περιουσίες και κέρδη από το εμπόριο χρυσού με τους Δυτικοαφρικανούς από τα τέλη του 15ου αιώνα, πριν τελειοποιήσουν μια αρκούντως έξυπνη και επαναστατική φόρμουλα που συνδύαζε την καλλιέργεια της γης με την φυλετική δουλεία για την παραγωγή τροπικών προϊόντων στο μικροσκοπικό Σάο Τομέ (São Tomé), στον κόλπο της Γουινέας, το οποίο όπως γνωρίζουμε ανεξαρτητοποιήθηκε τελικά από την Πορτογαλία μόλις το έτος 1975
. Το κυριαρχούν μοντέλο που ανέπτυξαν, βασιζόταν στην καλλιέργεια ζάχαρης και στο επίσης επικερδές εμπόριο των σκλαβωμένων Αφρικανών που το τροφοδοτούσαν, και ήταν εκείνο που θα κυριαρχούσε σύντομα στην οικονομική ζωή της περιοχής του Ατλαντικού για αιώνες, βοηθώντας τις ευρωπαϊκές οικονομίες και προωθώντας την άνοδο της Δύσης έναντι των υπολοίπων.
Αν θελήσουμε τώρα να εστιαστούμε αποκλειστικά και να αναφερθούμε στην περίπτωση της Μεγάλης Βρεττανίας, παρατηρούμε ότι η αυτοκρατορική της ιστορία μέχρι την εποχή της βασίλισσας Ελισάβετ Α΄, ήταν περιορισμένη κυρίως στην κυριαρχία της γειτονικής Ιρλανδίας. Όμως εκείνη την εποχή, την οποία σήμερα συνδέουμε χάριν ευκολίας κυρίως με τον συγγραφέα Ουίλιαμ Σαίξπηρ (1564-1616), κατά τη διάρκεια της σαρανταπεντάχρονης βασιλείας της η παγκόσμια ισχύς και επιρροή της Αγγλίας ενισχύθηκε σημαντικά.
Η πρώτη Ελισάβετ, έδειχνε να μην αισθάνεται καλά με το βασίλειό της περιορισμένο στα βρεττανικά νησιά και τη γειτονική Ιρλανδία, ασφυκτιώντας και επιθυμώντας περισσότερα. Λαχταρούσε μεγαλύτερο πεδίο δραστηριοτήτων και ενθάρρυνε τους ευγενείς καθώς και τους κουρσάρους, τους δουλέμπορους και τους πειρατές των θαλασσών, όπως ο Τζον Χόκινς (John Hawkins, 1532-1595), να επιχειρούν ακόμα και πέρα από τα στενά της Μάγχης, να επιτίθενται σε πορτογαλικά και ισπανικά πλοία και να παίρνουν μέρος από τη λεία τους, δηλαδή από τον χρυσό που εξορύσσονταν από τις ακτές της Δυτικής Αφρικής και κάποιους από τους υγιείς και νέους ανθρώπους που συλλάμβαναν.
Με τον τρόπο αυτό, η πρώτη Ελισάβετ έθεσε τα αρχέγονα θεμέλια για αυτό που τελικά θα έπαιρνε τη μορφή της παντοδύναμης βρεττανικής αυτοκρατορίας που γνώρισε καλά η υπομονετική ιστορία. Οι διάδοχοί της ακολούθησαν τα βήματα εκείνης και προχώρησαν τις προσπάθειες περαιτέρω με τη δημιουργία, το 1631, της «Εταιρείας Εμπόρων του Λονδίνου» (Company of Merchant Adventurers of London). Φυσικά ο όρος ‘adventure’ στην ελληνική γλώσσα είναι δυνατόν να παραπέμπει και να υπαινίσσεται ακόμα και περιπέτεια και εξερεύνηση, ή στην προκειμένη περίπτωση και τη βίαιη αναζήτηση χρυσού και σκλάβων στους τροπικούς.
Σε λίγο καιρό, η εταιρεία μετονομάστηκε με τρόπο που αφαίρεσε όλο το μυστήριο από τον κύριο γεωγραφικό της στόχο. Βαπτίστηκε «Εταιρεία Βασιλικών Εμπόρων» (ή και Τυχοδιωκτών, εις τα καθ’ ημάς) που δραστηριοποιούνταν και εμπορεύονταν στην Αφρική (Company of Royal Adventurers Trading to Africa) και της παραχωρήθηκε φιλόδοξα το μονοπώλιο στο προσοδοφόρο εμπόριο της ηπείρου αυτής για μια περίοδο χιλίων ετών.
Την ίδια δεκαετία, όπως έχει υποστηρίξει στο βιβλίο του «Born in Blackness: Africa, Africans, and the Making of the Modern World, 1471 to the Second World War», ο έμπειρος Αμερικανός δημοσιογράφος Howard W. French (γεν. 1957), η πιο σημαντική ιδρυτική πράξη της οικοδόμησης της αγγλικής αυτοκρατορίας διαμορφώθηκε στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού Ωκεανού, όπου οι Άγγλοι αποίκισαν τα Μπαρμπέιντος, ένα μικρό νησί στην ανατολική Καραϊβική που έχει έκταση περίπου το ένα τρίτο της επιφάνειας του σημερινού Λος Άντζελες. Στα Μπαρμπέιντος, οι Άγγλοι εφάρμοσαν γρήγορα και αποτελεσματικά το ηθικά αδικαιολόγητο αλλά οικονομικά ανίκητο και ασυναγώνιστο οικονομικό μοντέλο που είχαν επινοήσει λίγο πριν οι Πορτογάλοι στο Σάο Τομέ.
Η σχεδόν ολοκληρωτική αντικατάσταση, στα μέσα του αιώνα, των λευκών μισθωτών υπαλλήλων με μαύρους σκλάβους, άνδρες και γυναίκες, που μεταφέρθηκαν αλυσοδεμένοι από την Αφρική και εργάστηκαν σκόπιμα μέχρι πλήρους εξοντώσεως και θανάτου, σχεδόν όσο και οι σκλάβοι που μεταφέρθηκαν στην ασύγκριτα μεγαλύτερη ηπειρωτική Βόρεια Αμερική, μετέτρεψε την καλλιέργεια ζάχαρης στα Μπαρμπάντος σε μια ακμάζουσα επιχείρηση και εντυπωσιακή οικονομική δύναμη.
Οι πρώτες ιστορίες της ευρωπαϊκής αυτοκρατορίας του Νέου Κόσμου που διδάσκονται συνήθως στα δυτικά σχολεία, κυριαρχούνται σε μεγάλο βαθμό από τις περίφημες πράξεις λεηλασίας των Ισπανών κατακτητών εναντίον των γνωστών μεγάλων πολιτισμών των ιθαγενών της Αμερικής, όπως υπήρξαν οι Ίνκας και οι Αζτέκοι, γεμίζοντας τις γαλέρες με εκπληκτικές ποσότητες αργύρου και χρυσού.
Ωστόσο, όπως απέδειξαν οι περισσότερο υποψιασμένοι θαλασσοπόροι Άγγλοι στα Μπαρμπέιντος, ακόμη μεγαλύτερα οικονομικά οφέλη μπορούσαν να κερδηθούν από τη γεωργία των φυτειών που χτίστηκαν στις πλάτες των υπόδουλων Αφρικανών, ξεκινώντας από τον χώρο της Καραϊβικής. Δεδομένης της απεραντοσύνης της φρίκης που προκλήθηκε μέσω της δουλείας στους μαύρους στην Καραϊβική, αρκετοί Βρεττανοί παραδοσιακά προτιμούσαν να σκέφτονται ότι η αυτοκρατορία τους είχε την έδρα της στην Ινδία.
Άλλωστε πριν από τις Βρεττανικές Ινδίες (British Raj), υπήρξαν οι λεγόμενες Δυτικές Ινδίες (West Indies) στην περιοχή του βόρειου Ατλαντικού και της Καραϊβικής , από τις πλουσιότερες αποικίες στην οικονομική ιστορία του πλανήτη. Αυτές κορυφώθηκαν στις γαλλικές φυτείες του Αγίου Δομίνικου, όπου μια εξέγερση Αφρικανών που ξεκίνησε το 1791 θα έφερνε τελικά την απελευθέρωση των σκλαβωμένων και την γέννηση της δεύτερης παλαιότερης δημοκρατίας στην αμερικανική ήπειρο, την οποία ονόμασαν Αϊτή.
Μια καλή προσπάθεια για κατανόηση του ενδιαφέροντος, για πολλούς λόγους, φαινομένου είναι το γεγονός ότι ο Ναπολέων Βοναπάρτης έστειλε τη μεγαλύτερη θαλάσσια αποστολή στον Ατλαντικό Ωκεανό που είχε ποτέ οργανώσει η Γαλλία για να καταστείλει την εξέγερση των σκλάβων στην εξαιρετικά κερδοφόρα αποικία του Αγίου Δομίνικου, μόνο και μόνο για να δει τα στρατεύματά του να ηττώνται. Γνωρίζοντας πόσο πλούσια ευκαιρία αντιπροσώπευε ο έλεγχος αυτής της κοινωνίας των σκλάβων, η Ισπανία δοκίμασε στη συνέχεια να νικήσει τους Αφρικανούς εκείνης της περιοχής, μόνο που είχε και αυτή την ίδια τύχη.
Μη αφήνοντας τα πράγματα στην ησυχία τους, η Βρεττανία, η μεγαλύτερη σε αυτή τη διαδοχή των μεγάλων αυτοκρατορικών δυνάμεων της εποχής, οργάνωσε στη συνέχεια τη δική της ισχυρότερη θαλάσσια εκστρατεία μέχρι εκείνη τη στιγμή της ιστορίας για να επιχειρήσει να αρπάξει αυτό το αξεπέραστο έπαθλο. Οι βρεττανικές δυνάμεις υπέστησαν επίσης μια ατιμωτική ήττα, χάνοντας περισσότερους άνδρες από όσους είχαν χάσει στη γνωστή Αμερικανική Επανάσταση.
Παρά τις ζωές που χάθηκαν, δεν κυματίζουν πουθενά στη Βρεττανία σημαίες του συντάγματος αφιερωμένες στη μνήμη τους, ούτε τα περισσότερα σχολεία εκεί αναφέρουν αυτή την ιστορία, θάβοντάς την στις σκοτεινές σελίδες της ιστορίας. Φυσικά, η Γαλλία δεν είχε τελειώσει την προσπάθειά της ακόμα.
Έχοντας ήδη ηττηθεί μια φορά, ο Ναπολέων έστειλε άλλο ένα εκστρατευτικό σώμα στον Άγιο Δομίνικο, ελπίζοντας αυτή τη φορά να κρατήσει τον υπόδουλο λαό στον ζυγό του. Ηττήθηκε και τότε, αναγκάζοντας λίγο αργότερα τους Γάλλους να πουλήσουν την περιοχή της Λουϊζιάνας, η οποία περιελάμβανε τμήματα δεκαπέντε Πολιτειών των ΗΠΑ και δύο καναδέζικων επαρχιών, στην κυβέρνηση του τότε προέδρου των ΗΠΑ Τόμας Τζέφερσον, διπλασιάζοντας έτσι το μέγεθος των Ηνωμένων Πολιτειών (1803). Κι αν όλα αυτά δρομολογήθηκαν εν μέρει από την πρώτη Ελισάβετ, η δεύτερη Αγγλίδα βασίλισσα που έφερε το ίδιο όνομα, υπήρξε μάρτυρας του τέλους του μεγαλείου, της παρακμής της αυτοκρατορίας και του κύματος αποαποικιοποίησης που έλαβε χώρα τον εικοστό αιώνα, για το οποίο φυσικά θα επανέλθουμε.