Είναι εκ προοιμίου δύσκολο να πιστέψουμε ότι ενώ ο συριακός εμφύλιος πόλεμος διήρκεσε δώδεκα ολόκληρα χρόνια, θα τελείωνε σε μόλις δώδεκα ημέρες! Η ταχύτητα προέλασης των επαναστατών που γκρέμισε το καθεστώς Μπασάρ αλ-Άσαντ ήταν αξιοσημείωτη.
Στις 27 Νοεμβρίου, ο συνασπισμός των αντιπολιτευόμενων δυνάμεων που εδρεύει στην επαρχία Ιντλίμπ, γνωστός ως Χαγιάτ Ταχρίρ αλ-Σαμ (Οργανισμός για την Απελευθέρωση του Λεβάντε), ανακοίνωνε την πρώτη του μεγάλη επιχείρηση εδώ και χρόνια. Μέσα σε λίγες μέρες είχαν προωθηθεί στο Χαλέπι, τη Χαμά και τη Χομς, ενώ στις 8 Δεκεμβρίου κατέλαβαν τη Δαμασκό αναγκάζοντας τον Άσαντ να τραπεί σε φυγή στη Μόσχα για ασφάλεια.
Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι έλειψαν οι σοβαρές στρατιωτικές εμπλοκές γιατί οι κυβερνητικές δυνάμεις ετράπησαν σε φυγή ή κατέρρευσαν. Ακόμα και στη Δαμασκό δεν υπήρξε στοιχειώδης, έστω τελευταία αντίσταση από τον πυρήνα των πιστών δυνάμεων και φυσικά είναι απίθανο να ανέμενε και η Ταχρίρ αλ-Σαμ τέτοια επιτυχία.
Αρχικά ήλπιζαν να καταλάβουν μόνο το Χαλέπι και η πτώση του καθεστώτος ήταν, μάλλον, πέρα από τις προσδοκίες τους. Οι σκηνές στη Δαμασκό θύμιζαν κυβερνητική κατάρρευση. Αγάλματα γκρεμίστηκαν μανιωδώς, απλοί πολίτες περιπλανήθηκαν στο προεδρικό μέγαρο, χάζευαν τα έπιπλα και έψαχναν στα ψυγεία.
Ο ηγέτης τους, Αμπού Μοχάμεντ αλ-Τζουλάνι, αποθεώθηκε στο τζαμί των Ομεϊάδων, όταν μεταξύ των άλλων είπε ότι ο Άσαντ είχε κάνει σημαία του τη διαφθορά και τον σεχταρισμό, αλλά τώρα η Συρία θα απαλλαχτεί απ’ όλα αυτά! Στη Δαμασκό, διάχυτα σημάδια λεηλασίας και αταξίας.
Στην αρχή δωδεκάωρη απαγόρευση κυκλοφορίας για να αποτραπεί η εγκληματικότητα και οι ληστείες. Με το άνοιγμα της πύλης της στρατιωτικής φυλακής Σεντνάγια, χιλιάδες κρατούμενοι απελευθερώθηκαν. Συγγενείς δεκάδων χιλιάδων εξαφανισμένων επισκέπτονται το συγκρότημα των φυλακών αναζητώντας ίχνη μελών της οικογένειάς τους, αλλά πολλοί θα πρέπει να αναζητήσουν τα πτώματά τους στους ομαδικούς τάφους στην άκρη της πρωτεύουσας.
Από την εξέγερση του 2011, η κυβέρνηση είχε παραμείνει στην εξουσία χάρη στη δική της κτηνωδία, αφού ήταν πολιτικό σύστημα στηριζόμενο σε μαζικές φυλακίσεις και βασανιστήρια. Στα υπόγεια της φυλακής Σεντνάγια γίνονταν τακτικά μαζικοί απαγχονισμοί.
Η πολιτική εξουσία που κάποτε εκφραζόταν μέσω του κόμματος Μπάαθ, συγκεντρωνόταν όλο και περισσότερο στον στενό κύκλο του Άσαντ και οι άλλοτε ισχυροί θεσμοί είχαν αποψιλωθεί. Ένας λόγος για την ταχεία κατάρρευση του Άσαντ, είναι ότι οι διεθνείς υποστηρικτές του, Ρωσία, Ιράν και Χεζμπολάχ, ήταν την ίδια στιγμή στραμμένοι αλλού, ή αποδυναμωμένοι.
Αλλά αυτό δεν εξηγεί γιατί το καθεστώς δεν μπόρεσε να ενισχύσει τις δυνάμεις του κατά την προηγούμενη περίοδο ανάπαυλας, δεδομένου ότι από το 2020, η ένταση του εμφυλίου πολέμου είχε μειωθεί, ενώ η ημιτελής προσπάθεια των ΗΠΑ και των συμμάχων τους να ρίξουν τον Άσαντ, είχε μείνει πίσω.
Η ένοπλη αντιπολίτευση είχε περιοριστεί κυρίως στην Ιντλίμπ και οι συριακές κουρδικές δυνάμεις σταθερά στα βορειοανατολικά. Υπό αυτές τις συνθήκες, το καθεστώς θα μπορούσε να είχε εδραιώσει την κυριαρχία στις περιοχές που εξακολουθούσαν να βρίσκονται υπό τον έλεγχό του.
Τώρα αποδείχτηκε ότι δεν το έπραξε. Ίσως οι κυρώσεις των ΗΠΑ, οι οποίες τέθηκαν σε ισχύ το 2020 και διπλασίασαν τον αριθμό των Σύρων που στερούνταν στοιχειωδών υλικών αγαθών, να διαδραμάτισαν κάποιο ρόλο.
Αλλά τώρα είναι σαφές ότι το σύστημα διακυβέρνησης του Άσαντ με την βάναυση καταστολή τελείωσε, όπως είχε γίνει και με το κόμμα Μπάαθ. Η διαχείριση του εμφυλίου πολέμου απαιτούσε συγκέντρωση της εξουσίας στον άμεσο κύκλο του Άσαντ, η οποία τελικά αποδείχτηκε και η καταστροφή του καθεστώτος!
Η Χαγιάτ Ταχρίρ αλ-Σαμ, βασικά αποτελείται από πρώην στελέχη της Αλ Κάιντα και βετεράνους τζιχαντιστές του εμφυλίου πολέμου. Ο αλ-Τζουλάνι προέρχεται από μικροαστικό συριακό περιβάλλον.
Μεγαλωμένος σε πλούσια συνοικία της Δαμασκού, στράφηκε από νωρίς στον θρησκευτικό φονταμενταλισμό και το 2003 ταξίδεψε ως εθελοντής για να πολεμήσει τους Αμερικανούς στο Ιράκ. Εκεί εντάχθηκε στην Αλ Κάιντα και πέρασε πέντε χρόνια κρατούμενος από τις ΗΠΑ σε στρατόπεδα.
Το 2011 αφέθηκε ελεύθερος, για να επιστρέψει στη Συρία και να ιδρύσει ένα παρακλάδι της Αλ Κάιντα, την Τζαμπχάτ αλ-Νούσρα, τον πρόδρομο της σημερινής Χαγιάτ Ταχρίρ αλ-Σαμ. Το 2016, όμως, διέκοψε τους δεσμούς του με την Αλ Κάιντα και το υπερεθνικό της όραμα για να επικεντρωθεί στο πιο επείγον πρόβλημα της ένοπλης αντιπολίτευσης στη Συρία.
Οι παραμεθόριες πόλεις της νότιας Τουρκίας, Χατάϊ, Σανλιούρφα και Μαρντίν, ήταν για καιρό οι συνήθεις εστίες τόσο των τζιχαντιστών όσο και των θρησκευτικών και συντηρητικών πολιτοφυλάκων, ενώ η δυτική υποστήριξη προς την ένοπλη αντιπολίτευση γινόταν μέσω του Γκαζιαντέπ. Αλλά η σχέση της Ταχρίρ αλ-Σαμ με την Τουρκία είναι περίπλοκη.
Αυτή παρείχε προστασία στην αντιπολίτευση στο Ιντλίμπ, αλλά είναι απίθανο να είχε προβλέψει ότι η ομάδα αυτή θα έριχνε το καθεστώς Άσαντ. Η Χαγιάτ Ταχρίρ αλ-Σαμ κυβερνά ουσιαστικά την επαρχία από τα μέσα του 2017 σε μια δύσκολη συμμαχία με δυνάμεις παρακλάδια της Τουρκίας.
Εάν πρόκειται να διαδραματίσει μεγαλύτερο ρόλο σε μια μελλοντική Συρία, το παρελθόν της θα αποτελούσε ένδειξη για το πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό εφικτό. Το πλησιέστερο διεθνές ανάλογό της θα ήταν πιθανώς οι Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν.
Παρείχε βασικές υπηρεσίες, εισέπραττε φόρους, επέβαλε συντηρητικούς κοινωνικούς κανόνες και σίγουρα είχε μυστικές επαφές με αντιπάλους της. Οι προηγούμενες εκδοχές της είχαν καταγράψει σφαγές σε χωριά των Δρούζων και των Αλαουιτών.
Μέχρι στιγμής δεν έχει επαναληφθεί αυτό και η ομάδα έχει επιδείξει στρατιωτική πειθαρχία. Ο αλ-Τζουλάνι ίσως να μην είναι σε θέση να ελέγξει τις δυνάμεις που προσχώρησαν στην οργάνωση τελευταία, πόσο μάλλον τη χώρα στο σύνολό της, αφού και άλλες δυνάμεις εμπλέκονται στα γεγονότα που εξελίσσονται με ραγδαίο ρυθμό. Αλλά θα χρειασθεί, οπωσδήποτε, να συνεχίσουμε.
Ο Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης είναι τέως διευθυντής Χειρουργικής και συγγραφέας