Η συζήτηση δεν είναι καινούργια. Έχει απασχολήσει πολλάκις πολίτες και περισσότερο δημοσιογράφους. Αναφέρομαι στις προτιμήσεις των περισσότερων σε δευτερεύοντα θέματα της επικαιρότητας και ειδήσεις ήσσονος σημασίας και αφήνοντας στην άκρη τις ουσιώδεις και σοβαρές.

Φαίνεται λοιπόν πως έχουμε εγκλωβισθεί στο παιχνίδι που επιθυμούν παρακμιακά και περιθωριακά άτομα της κοινωνίας μας ώστε να   μας εμπλέξουν με αντικειμενικό σκοπό τη δική τους προβολή έναντι άλλων που αξίζουν σαφώς περισσότερο.

Έτσι λοιπόν, ειδικά  τον τελευταίο καιρό με τα προβλήματα που μας δημιούργησε, φόρτωσε και μας κληρονόμησε η πανδημία του κορονοϊού,  το κακό φαίνεται πως έχει παραγίνει. Άντρες δολοφονούν γυναίκες με την παραμικρή αφορμή, συμμορίες παιδιών επιτίθενται σε άλλους ανύποπτους  μαθητές, γονείς εμποδίζουν τα παιδιά τους να παρακολουθήσουν τα μαθήματα στα σχολεία τους, τσαρλατάνοι δήθεν προστάτες του συντάγματος να ασκούν πρωτόγνωρη βία σε πολίτες και δημόσιους λειτουργούς, άλλους να εμποδίζουν γιατρούς μέσα στα νοσοκομεία να κάνουν εκείνο που έχουν μάθει και  είναι επιτετραμμένοι για αυτό, και τόσα άλλα κωμικοτραγικά.

Σε όλες αυτές και τις άλλες, δυστυχώς αναρίθμητες, περιπτώσεις, η δημοσιότητα είναι δεδομένη και το χειρότερο παίρνει την μορφή διαπραγμάτευσης και συνομιλίας με όλους εκείνους τους παρανομούντες και το ερώτημα που αναφύεται στο μυαλό αρκετών, είναι αν και κατά πόσο είναι σωστό να ασχολείται ολόκληρη η κοινωνία με τα δελτία ειδήσεων, σε δημόσια και ιδιωτικά τηλεοπτικά μέσα, εφημερίδες και ιστοσελίδες με τις ιδιαιτερότητες όλων αυτών, οι οποίοι στην πραγματικότητα αυτό ακριβώς επιδιώκουν.

Δηλαδή να έρθουν στο προσκήνιο, σε δημόσια συζήτηση και να ασχοληθούν όλοι με τις δικές τους πολυποίκλες διαταραχές.  Παρακολουθώντας τα πρωινά τηλεοπτικά δελτία ο έχων στοιχειώδη κουλτούρα και αγωνία για τα δημόσια πράγματα, εκπλήσσεται με όλα όσα βλέπει και ακούει.

Τηλεπαρουσιάστριες να αγωνιούν με την εγκυμοσύνη μιας ηθοποιού, μιας άλλης που κατάφερε να μείνει έγκυος μετά από πολλαπλές προσπάθειες εξωσωματικής γονιμοποίησης, το ενδιαφέρον κάποιας άλλης για τον χωρισμό μιας τραγουδοποιού, τη μία να κλέβει τον αγαπημένο της άλλης διάσημης ή τουλάχιστον έτσι να πιστεύεται και θεωρείται ότι είναι,  τουτέστιν γάμους, διαζύγια, χωρισμούς και διάφορες άλλες κοινωνικές και προσωπικές παρεκτροπές ή ιδιαιτερότητες με μια διάθεση αναμεμιγμένη με φαινομενική ουδετερότητα, θράσος, περισσή σοβαρότητα, έκδηλη συμπάθεια, εμφανή ναρκισσισμό, κουτσομπολιό και μπόλικη υφέρπουσα ειρωνεία.

Η είδηση θα μπορούσε να ισχυρισθεί κανείς πως μπορεί να θεωρηθεί άνευ περαιτέρω σημασίας, αλλά όταν επηρεάζει σημαντική μερίδα της κοινωνίας τότε αποκτά άλλη κοινωνική σημασία και αποκτά ύποπτη προοπτική.

Οι όποιες παράνομες πράξεις, τώρα, για να επανέλθουμε στην προηγούμενη παράγραφο, οι επιθέσεις εναντίον αστυνομικών τμημάτων, οι βανδαλισμοί κτιρίων, σχολείων, πανεπιστημίων, φωτιές σε σκουπιδοτενεκέδες,  συνθήματα σε δημόσια κτίρια, κοκ.,  ενώ καταφέρνουν και αποκτούν σεβαστό μερίδιο δημοσιότητας,  ουδόλως  επηρεάζουν την συνέχεια της ζωής της κοινωνίας.

Εκείνο που μένει ίσως από όλη αυτή την ιστορία είναι η καθυστέρηση απονομής δικαιοσύνης, η αδράνεια κάποιες φορές, αλλά οι όποιοι παρανομούντες πέτυχαν εκείνο ακριβώς που ήθελαν με την ενέργειά τους, δηλαδή την άπλετη δημοσιότητα  από τηλεοράσεις, κυρίως,  κάνοντας γνωστές τις όποιες αποκλίνουσες εμμονές τους.

Αναγκαστικά και χωρίς να κατανοούν τα μέσα μαζικής επικοινωνίας δημιουργούν κοινωνικά ινδάλματα, πρότυπα για μίμηση, κυρίως σε νεαρά άτομα με ανύπαρκτα τα αναγκαία και αποτελεσματικά φίλτρα για κατακράτηση των όποιων εκτρωματικών τρόπων σκέψεως, απολίτιστων ενεργειών και συμπεριφορών.

Ολοφάνερα λοιπόν, οι αποκαλούμενες μειοψηφίες, ειδικά όταν έχουν τη φανερή ενθάρρυνση ή την κρυφή συναίνεση κομματικών σχηματισμών,  αποκτούν μεγαλύτερη σημασία για το κοινωνικό σύνολο. Όταν τελικά τα μέσα επικοινωνίας προβάλλουν την δευτερεύουσα έναντι της σοβαρής και πρωτεύουσας, τότε το αποτέλεσμα συμβαδίζει παράλληλα με εκείνο της προπαγάνδας.

Οι αμόρφωτες, οι απολίτιστες, οι εκτρωματικές προσωπικότητες, αποτέλεσμα μάλλον αποτυχίας όσων στόχων και σκοπών έθεσαν και επιθύμησαν κάποτε,  κατά μια έννοια της ψυχολογίας, επιζητούν τη δημοσιότητα, αδιαφορώντας αν  αυτή είναι καλή ή κακή και τα μέσα άθελά τους γίνονται συνεργοί τους.

Το 1897, ο Άντολφ Οχς (Adolph S. Ochs, 1858-1935), ιδιοκτήτης τότε των Τάιμς της Νέας Υόρκης, επινόησε και δημοσίευσε  το διάσημο σλόγκαν που αφορούσε τις ειδήσεις που πρέπει να δημοσιεύονται ως δημόσια δήλωση της πρόθεσης της εφημερίδας να μεταδίδει τις ειδήσεις αμερόληπτα και αντικειμενικά. Έζησε όμως σε κάποιον άλλο αιώνα!