Από μια σύμπτωση έπεσε στα χέρια μου ένα τετράδιο του 1904. Πρόκειται για το τετράδιο εκθέσεων του Αντωνίου Μελισσείδη (τότε Αντωνίου Παπαδάκη), σπουδαστή στο νεοϊδρυθέν την εποχή εκείνη Διδασκαλείο Ηρακλείου, προκειμένου να διδαχθεί τη διδασκαλική τέχνη, να γίνει δηλαδή δάσκαλος.
Ένα τετράδιο που χρονολογείται από το 1904 είναι προφανές ότι έχει να πει σήμερα πολύ περισσότερα από όσα αναγράφονται στις σελίδες του. Ας επιχειρήσομε λοιπόν μια σύντομη διαδρομή στα κυριότερα από αυτά που το τετράδιο αυτό έχει να μας πει.
Εκείνο που εντυπωσιάζει με την πρώτη κιόλας οπτική επαφή είναι η γραφή του. Πρόκειται για μια γραφή που έπαυσε να χρησιμοποιείται σήμερα και που οι παλαιότεροι την βλέπομε με πολλή νοσταλγία και μεγάλο θαυμασμό˙ πλάγια καλλιγραφική γραφή με απλή καλλιγραφική πέννα και μελάνι μελανοδοχείου, όπως ήταν ο κανόνας τότε. Γιατί στην εποχή εκείνη η πλάκα και το κονδύλι, ήταν τα πρώτα και βασικά σύνεργα κάθε μαθητή. Το χαρτί ήταν σπάνιο, τα στυλό διαρκείας παντελώς άγνωστα, και κάθε άλλο μέσο γραφής ανύπαρκτο.
Στα χρόνια αυτά υπήρχε μόνο η καθιερωμένη πλάκα, που ήταν ένα είδος μικρού πίνακα σε διαστάσεις σημερινού τετραδίου, όπου μπορούσες να χαράξεις τα γράμματα με το κονδύλι, που ήταν κι αυτό ένα είδος μολυβιού. Όλα τα άλλα ήταν δυσεύρετα, σπάνια και παντελώς ανύπαρκτα τα περισσότερα. Υπήρχε ακόμη ο κονδυλοφόρος πάνω στον οποίο τοποθετούσες μια μικρή πέννα, τη βουτούσες στο δοχείο της μελάνης και έγραφες, όσο η πέννα είχε μελάνι.
Μετά βουτούσες ξανά την πέννα στο μελανοδοχείο και συνέχιζες. Ύστερα πάλι ξανά και ξανά, γιατί με κάθε βούτηγμα της πέννας μπορούσες μα γράψεις μόνο λίγα γράμματα, το πολύ μια μικρή λέξη. Και εννοείται έπρεπε να είσαι πολύ προσεκτικός, να μην πέσει καμιά σταγόνα από το μελάνι πάνω στο τετράδιο γιατί τότε όλα ήταν μάταια.
Κι εδώ είναι το πρώτο αξιοθαύμαστο που έχει να πει το τετράδιο αυτό για τον ιδιοκτήτη του μαθητή: Η καθαρότητα και η τάξη. Καμιά μουτζούρα ή μελανιά σε όλο το τετράδιο του 1904, παντού άριστη διευθέτηση των πάντων.
Και αυτή η καθαρότητα και η τάξη αντικατοπτρίζεται και στο περιεχόμενο των εκθέσεων, στον συστηματικό τρόπο με τον οποίο εκθέτει τις ιδέες του ο Διδασκαλιστής (μαθητής Διδασκαλείου) Αντώνιος Μελισσείδης, που είναι πραγματικά αξιοθαύμαστος.
Γι’ αυτό και υπήρξε ένας λαμπρός δάσκαλος που οι μαθητές του τον θυμούνταν εφ’ όρου ζωής. Και είναι προφανές ότι όλη αυτή την καθαρότητα της σκέψης και των ιδεών και όλες αυτές τις αρετές της φιλομάθειας, της νοικοκυροσύνης και της σοφίας, τις μετέδωσε στα παιδιά του.
Έτσι εξηγείται γιατί ο γιος του, ο γιατρός Κωνσταντίνος Μελισσείδης που έφυγε πρόσφατα από τη ζωή, δεν υπήρξε μόνο ένας άριστος επιστήμων, αλλά κι ένας λαμπρός άνθρωπος με βαθύτατη παιδεία, εξαιρετική καλλιέργεια και κουλτούρα. Ας είναι λοιπόν το δημοσίευμα τούτο ένα μικρό μνημόσυνο και για τους δύο εξαίρετους γεραπετρίτες.
Και επειδή οι σημερινοί δάσκαλοι μπορεί να απορούν, πώς και γιατί ένα τετράδιο εκθέσεων σε μαθητή Διδασκαλείου, αφού εμείς δεν διδαχθήκαμε και δεν γράφαμε εκθέσεις στα χρόνια που σπουδάζαμε, σπεύδω να εξηγήσω. Στις Παιδαγωγικές Ακαδημίες που διαδέχθηκαν τα Διδασκαλεία το 1933 οι σπουδαστές εισάγονταν μετά από εξετάσεις βέβαια, έχοντας περατώσει τις εγκύκλιες σπουδές τους στο εξαετές τότε Γυμνάσιο.
Είχαν δηλαδή ήδη τις γενικές σπουδές για να επιδοθούν στις εξειδικευμένες παιδαγωγικές σπουδές και τη διδασκαλία. Στα Διδασκαλία όμως οι μαθητές εισέρχονταν με λίγες μόνο τάξεις του Γυμνασίου ή του Σχολαρχείου και έτσι συνέχιζαν τις εγκύκλιες σπουδές τους στα πρώτα χρόνια για να δεχθούν κατόπιν όσες ειδικές παιδαγωγικές γνώσεις έπαιρναν.
Οι δάσκαλοι των Διδασκαλείων ήταν οι πρώτοι που είχαν κάποια εξειδίκευση στα παιδαγωγικά και στη διδασκαλία. Οι προκάτοχοί τους ήταν οι Γραμματοδιδάσκαλοι που ήξεραν λίγα μόνο «κολλυβογράμματα», όπως τα έλεγαν υποτιμητικά και τα οποία προσπαθούσαν να διδάξουν στους μαθητές τους. Διορίζονταν από το Δήμαρχο και πληρώνονταν (αν πληρώνονταν κάπου κάπου) από το δήμο, εξ ού και η ονομασία δημοδιδάσκαλοι.
Ας αναφερθεί εδώ ότι τότε, με βάση τον νόμο για την διοικητική οργάνωση της χώρας δεν υπήρχαν οι γνωστές μας κοινότητες που έγιναν αργότερα˙ γι’ αυτό και τα μικρά χωριά ακόμη αποτελούσαν δήμο και διοικούνταν από δήμαρχο και όχι πρόεδρο κοινότητας όπως συνέβη αργότερα. Οι ενδιαφερόμενοι έκαναν αίτηση λοιπόν στο δήμο και ο δήμαρχος τους καλούσε για εξέταση, με βάση τα κολλυβογράμματα που ήξερε και ο ίδιος, αν ήξερε.
Συνήθως όμως δεν γινόταν καμιά εξέταση. Η ιδιόχειρη αίτηση διορισμού θεωρείτο αρκετή για να αποδείξει ο ενδιαφερόμενος ότι ήξερε γράμματα και άρα μπορούσε να διορισθεί ως δάσκαλος. Όλα όμως αυτά ήταν εντελώς τυπικά.
Επί της ουσίας έπαιρνε τη θέση αυτός που υποστηριζόταν από τον Βουλευτή ή άλλον ισχυρό παράγοντα, οπότε και αν ακόμη δεν ήταν σε θέση να συντάξει την αίτηση διορισμού, ο δήμαρχος του έδινε να αντιγράψει την αίτηση του προηγούμενου και όλα έβαιναν καλώς.
Τα κωμικοτραγικά όμως που συνέβαιναν στις περιπτώσεις αυτές είναι ανεκδιήγητα και δεν έχουν τελειωμό. Σε αυτή την απαράδεκτη κατάσταση έβαλε τέλος η ίδρυση των Διδασκαλείων και οι δάσκαλοί που αποφοίτησαν από αυτά είχαν επίγνωση της όλης κατάστασης και ήταν περήφανοι για τούτο. Όλα αυτά έρχεται να μας υπενθυμίσει και να τα επιβεβαιώσει σήμερα το τετράδιο του 1904.
Αν υπεισέλθομε έστω και ακροθιγώς στα περιεχόμενα του, διαπιστώνομε ότι το τετράδιο αυτό του 1904, έχει να πει πολλά, για όποιον γνωρίζει να διαβάζει όχι μόνο αυτά που περιέχονται στις γραμμές του, αλλά και όσα υπονοούνται ανάμεσα στις αράδες. Το πρώτο που έχει να παρατηρήσει κανείς είναι τα θέματα των εκθέσεων.
Δειγματοληπτικά ας πάρομε τα τρία πρώτα, «περί φιλίας», «περί φιλοπονίας», «περί φιλοπατρίας». Πρόκειται για θέματα που επιδιώκουν να καλλιεργήσουν στους διδασκαλιστές αρετές πολύτιμες όχι μόνο για το ίδιο το άτομο, αλλά και για τον συνάνθρωπο, για την κοινωνία και την πατρίδα ολόκληρη.
Για αρετές που μετασχηματίζουν βαθμιαία το «άτομο» σε Άνθρωπο και προσδίδουν ιδιότητες και χαρακτηριστικά για να συσταθεί μια «κοινωνία του Ανθρώπου». Καλλιεργούν ανθρωπιά και δίνουν έμφαση στις ηθικές και τις πνευματικές αξίες. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τα υπόλοιπα θέματα, στα οποία καλούνται οι διδασκαλιστές να εκθέσουν τις ιδέες τους.
Πρόκειται για ανάπτυξη παροιμιών ή αρχαίων ρητών που προϋποθέτουν κατά κανόνα φιλοσοφικό και μεταφυσικό στοχασμό και μια λογική επιχειρηματολογία για την τεκμηρίωση των ιδεών τους. Και εν πάσει περιπτώσει σε όλα τα θέματα δεσπόζει πάντα ο άνθρωπος και ο ανθρωπισμός.
Κι αν εμβαθύνομε λιγάκι στα νοήματα που το τετράδιο αυτό κομίζει από το παρελθόν, θα διαπιστώσομε ότι σήμερα όλη η Ευρώπη εγκατέλειψε αυτές ακριβώς τις αξίες που γεννήθηκαν σε αυτόν εδώ τον τόπο. Και μαζί με αυτούς κι εμείς.
Χωρίς ενδεχομένως να το καταλάβομε, αρνηθήκαμε την κοινωνία των ηθικών και των πνευματικών αξιών επί των οποίων στηρίχθηκε ο ελληνικός και ο ευρωπαϊκός πολιτισμός και ενδώσαμε στην κοινωνία των υλικών αξιών και του κέρδους. Έτσι από την κοινωνία των αξιών μεταπηδήσαμε στην κοινωνία των συμφερόντων.
Μέσα στα πλαίσια αυτά μετατρέψαμε την παγκοσμιοποίηση σε ένα στυγνό ανταγωνιστικό σύστημα, όπου ακόμη και η υπέρτατες αξίες, όπως η αξία ανθρώπινης ζωής, η αξία της ειρήνης, της ελευθερίας ή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κλπ. αντιμετωπίζονται με βάση οικονομικά και συντεχνιακά συμφέροντα.
Το άλμα είναι μεγάλο και το τίμημα βαρύ. Το εισπράττομε σήμερα με το περιπλέον, βλέποντας τον παρανοϊκό Ερντογκάν να προκαλεί, να απειλεί, να προβοκάρει και να εκβιάζει ακάθεκτος και από την άλλη πλευρά οι φίλοι μας Ευρωπαίοι να μένουν σε παραινετικούς λόγους και ευχολόγια, φοβούμενοι μην βλάψουν τα συμφέροντά τους.
Και το χειρότερο μέσα σε όλη αυτή την απειλή και την κρίση εξακολουθούν να του προμηθεύουν όπλα και μηχανές του θανάτου. Και αυτός να αποθρασύνεται και να υπονομεύει κάθε προσπάθεια εδραίωσης της διεθνούς ειρήνης, του Διεθνούς Δικαίου, του Χάρτη του ΟΗΕ και τις οικουμενικές αξίες.
Και όλα αυτά μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί αν δεν απεμπολούσαμε τις αρχές και τις αξίες που μας φέρνει από το παρελθόν το τετράδιο του Διδασκαλιστή Αντωνίου Μελισσείδη.
*Ο Ι. Ε. Πυργιωτάκης είναι ομότιμος καθηγητής και πρ. αντιπρύτανης Πανεπιστημίου Κρήτης