Αρκετές δεκαετίες αγωνίζεται η πατρίδα μας για κάποιας μορφής συμφωνία αμοιβαίας υποστήριξης σε κρίσιμες εθνικές καταστάσεις με την πέραν του Ατλαντικού υπερδύναμη,  αλλά εις μάτην. Για προφανείς φυσικά λόγους, τουτέστιν για να μην δυσαρεστήσει την Τουρκία και απομακρυνθεί από το δυτικό στρατόπεδο.

Μόνο λόγια, αόριστες υποσχέσεις και όλα εκείνα που παραπέμπουν στο τελικό συμπέρασμα, πως αφού η χώρα μας είναι μέλος του ΝΑΤΟ, έχει την κάλυψη από αυτόν τον αμυντικό στην πραγματικότητα σχηματισμό. Αλλά όλοι γνωρίζουμε καλά  όσα έλαβαν χώρα κατά καιρούς  με σπουδαιότερο παράδειγμα την περυσινή προσπάθεια της Τουρκίας να στείλει βιαίως μετανάστες στα σύνορα του Έβρου και να προσπαθεί να αλώσει τη χώρα με την απαράδεκτη χρησιμοποίησή  τους, και φυσικά την συνεχιζόμενη σε τακτά χρονικά διαστήματα με τις αλλοπρόσαλλες, και εκτός κάθε κανόνα και νόμου διεθνούς δικαίου,  συμπεριφορές σε αέρα και θάλασσα.

Η συμφωνία με τη Γαλλία που υπογράφηκε όπως γνωρίζουμε και  που οσονούπω γίνεται νόμος αυτής, έφερε αναπάντεχη ταραχή στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Ήδη  πριν λίγο καιρό ο αρχηγός της  έδωσε το σύνθημα και το στίγμα για την συμπεριφορά όλων των στελεχών του στο επίμαχο θέμα της συμφωνίας. Ως αιτιολογικό, έφερε κάποια άρθρα της, συγκεκριμένα τα 2 και 18,  που αφορούν την γεωγραφική έννοια της επικράτειας μιας χώρας. Για να  προχωρήσει στην ψήφιση του νομοσχεδίου ζήτησε επιτακτικά κάποιες αλλαγές στο κείμενο της συμφωνίας.

Σε πρόσφατες δηλώσεις του επανέλαβε όλα τα συνήθη αδύναμα επιχειρήματα για την κυβέρνηση της χώρας, χωρίς το σπουδαιότερο να αναλογισθεί τι έκανε ο ίδιος κάποια χρόνια πριν με την συμφωνία των Πρεσπών, από ποιους πιέστηκε φορτικά και γιατί υποχώρησε εξαργυρώνοντας εκείνη την υποταγή και την φιέστα που φόρτωσε δυστυχώς στη χώρα, από ευρωπαίους και αμερικανούς πάτρωνες για λίγα χρόνια παραμονής του στην εξουσία! Όπως, και έγινε!  Η ιστορία είναι σχετικά πρόσφατη και όλοι  ενθυμούνται λεπτομερώς τα καθέκαστα εκείνης της εποχής.

Η χώρα, τώρα, έχει στη διάθεσή της έναν μεγάλο σύμμαχο. Όταν κάνεις μια συμφωνία και εκνευρίζεται η διπλανή χώρα, τότε λογικά είναι καλή συμφωνία. Η στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι αχαρακτήριστη από κάθε πλευρά. Ένα κόμμα που ψήφησε την συμφωνία των Πρεσπών, είναι αδιανόητο να μην ψηφίζει τη συμφωνία με τη Γαλλία.

Ούτε υποκριτική, ούτε κάτι  άλλο είναι η στάση της. Απλώς απαράδεκτη. Απλώς  ουδόλως  κατανοεί ότι θα παραμείνει ως όνειδος στην ιστορία της εξωτερικής πολιτικής της πατρίδας μας και φυσικά της αμυντικής της ικανότητας! Προφανώς με τις δηλώσεις του ο ηγέτης της απευθύνεται στο εσωτερικό του κόμματος προσπαθώντας να προλάβει τα χειρότερα γι’ αυτόν από μια  ιστορική συμφωνία που κατάφερε η χώρα μας, δεδομένης της προκλητικής συμπεριφοράς της γείτονος Τουρκίας.

Το χειρότερο όλων είναι οι δηλώσεις στελεχών του άφησαν υπαινιγμούς για επαναφορά σε γεγονότα μίζας και λοβιτούρας παλιότερων εποχών, παραγνωρίζοντας ότι εδώ πρόκειται για διακρατική συμφωνία χωρίς την παρουσία και την εμπλοκή ιδιωτών  μεσαζόντων, ενώ κάποια άλλα προτιμούσαν «να το ρισκάρουν με την Τουρκία», αφήνοντας τη χώρα ανοχύρωτη από εξοπλισμούς και συμφωνίες.  Το ακόμα χειρότερο πρόσκομμα για την μη ψήφιση του νομοσχεδίου, είναι  ότι το κόστος των εξοπλισμών είναι πολύ υψηλό, λησμονώντας ότι σε γενόμενες διαπραγματεύσεις από μεριάς τους ήταν δυσανάλογα  μεγαλύτερο.

H αμυντική Συμφωνία Ελλάδας – Γαλλίας περιλαμβάνει όλα όσα ξέρουμε και εναγωνίως επιζητούσαμε  δεκαετίες. Ουδείς γνωρίζει επί του παρόντος αν και κατά πόσο επιδέχεται όποιας αλλαγής  στο κείμενό της. Σαφώς εξαρτάται από τα δύο μέρη της. Άλλωστε εκκρεμούν ακόμα και κάποιες άλλες συμπληρωματικές διευκρινίσεις εν όψει των κορβετών, όπου θα μπορούσε η χώρα να απαιτήσει τη διόρθωση κάποιων εδαφίων του κειμένου.

Αυτό που έχει σημασία ετούτη τη στιγμή είναι ότι μετά από πολιτικές αμφιταλαντεύσεις των πολιτικών μας και επώδυνους εκβιασμούς από πλευράς των Αμερικανών στο πρόσωπο  του Έλληνα πρωθυπουργού, φτάσαμε αισίως σε ένα ζηλευτό επίπεδο, ολοκληρώνοντας επίμαχα αιτήματα δεκαετιών, γνωστού όντος ότι κάθε χώρα έχει και ορθώς τα δικά της συμφέροντα για τα οποία και αγωνίζεται.  Είναι σίγουρο ότι οι συγκυρίες, όπως ήδη έχουμε γράψει σε τούτη την εφημερίδα, ευνόησαν την Ελλάδα, η οποία τα τελευταία χρόνια υπήρξε διστακτική να προχωρήσει για τους γνωστούς  λόγους.