«Ευλογημένη να ‘ναι η αμφιβολία!», γράφει ο Μπέρτολτ Μπρεχτ, εγκωμιάζοντας την αμφιβολία. Δεν μπορεί βέβαια παρά να είναι ευλογημένο ένα τέτοιο κορυφαίο συναίσθημα, το οποίο μπορεί να εμπνέει κοινωνίες, ανθρώπους, επιστήμονες, πολιτικούς.

Η αμφιβολία τροφοδοτεί την αμφισβήτηση, που αποτελεί τον θεμέλιο λίθο της επιστημονικής γνώσης. Σε τελική ανάλυση όμως, η αμφιβολία σου δίνει τη δυνατότητα, αλλά και το χρόνο, να σκεφτείς και να διαπιστώσεις αν έχεις κάνει κάπου λάθος, αλλά και κάτι ακόμα πιο σημαντικό: Να αποδεχτείς ότι ο άλλος είχε τελικά δίκιο. Δεν υπάρχει πιο ωραίος, πιο ευγενικός τρόπος να οδηγηθείς στην αλήθεια, αλλά και στην αυτογνωσία!

Δεν θα πρέπει όμως, σε καμία περίπτωση, να συγχέουμε την αμφιβολία με τον αρνητισμό! Οι αρνητές της πραγματικότητας ήταν παρόντες σε όλα τα μεγάλα γεγονότα που είναι καταγεγραμμένα στις σελίδες της παγκόσμιας ιστορίας. Έτσι και στην εποχή μας, οι αρνητές της πανδημίας COVID-19 δίνουν το δικό τους «παρών», εκμεταλλευόμενοι τις επιστημονικές αβεβαιότητες, που είναι λογικό να υπάρχουν. Ενισχύουν βεβαίως την άποψή τους και οι δηλώσεις παρανοϊκών ηγετών παγκόσμιας εμβέλειας…

Οι συνομωσιολογικές ασυναρτησίες πολλαπλασιάζονται ακόμα πιο γρήγορα και από τον κορονοϊό, όταν αυτές εισέρχονται σε ψηφιακό περιβάλλον. Λες και «επωάζονται» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου η δυσπιστία και η αμφισβήτηση «γονιμοποιούν» την άρνηση.

Δεν πρέπει όμως να ταυτίζουμε τους αρνητές της πανδημίας με τους αντιεμβολιαστές.

Ο φόβος, η αμφιβολία, η αβεβαιότητα, ο δισταγμός, η καχυποψία, η δυσπιστία και η αμφισβήτηση, τροφοδοτούν τις αντιστάσεις των αρνητών των εμβολίων. Ο φόβος ότι τα εμβόλια δεν είναι ασφαλή και περιέχουν επικίνδυνες και βλαβερές ουσίες. Η αμφιβολία μήπως επιβαρυνθεί το ανοσοποιητικό τους σύστημα. Η καχυποψία ότι αυξάνει ο κίνδυνος για αυτοάνοσα νοσήματα. Η αβεβαιότητα μήπως και χάσουν την ίδια τους τη ζωή από κάποιο εμβόλιο, όπως συνέβη στα λίγα, αλλά υπαρκτά περιστατικά, που είδαν το φως της δημοσιότητας.

Τα εμβόλια αναμφίβολα αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο επίτευγμα στην Ιατρική και στην προστασία της Δημόσιας Υγείας, καθώς έχουν οδηγήσει σε αποτελεσματική μείωση ή ακόμα και εξάλειψη νοσημάτων, στις χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου.

Η διστακτικότητα απέναντι στον εμβολιασμό, δεν είναι καινούρια. Είναι τόσο παλιά όσο και το πρώτο εμβόλιο που έγινε στις αρχές του 1800, όταν ο  Eduard Jenner εφάρμοσε με επιστημονικό τρόπο, εκείνο που οι Κινέζοι αγρότες εφάρμοζαν ήδη από τον 15ο αιώνα, εντελώς εμπειρικά, αφού είχαν παρατηρήσει πως, όποιος νοσούσε από δαμαλίαση δεν κολλούσε ευλογιά. Ο Jenner χορηγούσε υλικό από τις βλάβες ατόμων που νοσούσαν από δαμαλίαση, σε υγιείς, κάνοντας μικρές τομές στο δέρμα, επιτυγχάνοντας όμως έτσι την πρόληψη της ευλογιάς.

Η δυσπιστία, τόσο του κοινού, όσο και της επιστημονικής κοινότητας εκείνης της εποχής, είναι απόλυτα κατανοητή. Παρ’ όλα αυτά, ο Jenner με το τολμηρό του εγχείρημα, κατόρθωσε να σώσει περισσότερους ανθρώπους στην ιστορία, από οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο.

αρνητες αντιεμβολιαστές
Το αυτοαποκαλούμενο «κίνημα» του αντιεμβολιασμού, ακολούθησε την εξελικτική πορεία των εμβολιασμών και της ιατρικής επιστήμης, από τα τέλη του 17ου αιώνα, αμείωτο έως τις μέρες μας. Το σύγχρονο αντιεμβολιαστικό «κύμα» έχει αφετηρία το 1998, όταν δημοσιεύτηκε άρθρο του Αμερικανού επιστήμονα Andrew Wakefield στο ιατρικό περιοδικό «Lancet» που ενοχοποιούσε το εμβόλιο MMR για αυτισμό. Ο ισχυρισμός αυτός ουδέποτε επεδείχθη και το περιοδικό απέσυρε το άρθρο για λόγους δεοντολογίας.

Το κακό όμως είχε ήδη συμβεί. Το κόστος από την διακοπή του εμβολίου για την Ιλαρά, καθώς σε αρκετές χώρες αφαιρέθηκε από το τριπλό MMR, είναι πολύ μεγάλο, αφού η Ευρώπη μαστίζεται ακόμα και σήμερα από περιστατικά Ιλαράς.

Ας δούμε όμως ποια είναι τα κυριότερα αίτια της άρνησης του εμβολισμού και πως μπορούν αυτά να ταξινομηθούν σε ατομικά και σε πολιτικοκοινωνικά: Τα ατομικά αίτια περιλαμβάνουν υποκειμενικούς παράγοντες, που ενισχύονται από τις γνώσεις και τις αντιλήψεις μας, αλλά και από την ανάγκη μας να διαστρεβλώνουμε τα δεδομένα, έτσι ώστε να ταιριάζουν με τις θεωρίες, τις επιθυμίες και τους πόθους μας. Ενισχύονται επίσης από την ελλιπή μας ενημέρωση και την άρνησή μας να αντιληφθούμε τα σφάλματα, τις αντιφάσεις και τις παρερμηνείες που συνθέτουν τις αντιεμβολιαστικές θεωρίες.

Στα πολιτικοκοινωνικά αίτια συγκαταλέγουμε, την έλλειψη εμπιστοσύνης σε κυβερνήσεις, σε φορείς Δημόσιας Υγείας και στην επιστημονική κοινότητα. Ο σφικτός «εναγκαλισμός» της επιστήμης με την εξουσία ενισχύει την δυσπιστία και την αμφισβήτηση. Οι διφορούμενες και πολλές φορές αντιφατικές απαντήσεις από επαγγελματίες της υγείας, σε ρωτήσεις που αφορούν τους εμβολιασμούς, δημιουργούν σύγχυση και ανασφάλεια. Η παραπληροφόρηση και οι διαστρεβλωμένες θεωρίες που κατακλύζουν το διαδίκτυο, υποστηρίζουν και συντηρούν τις αντιδράσεις.

Στις δημοκρατίες όλες οι φωνές πρέπει να ακούγονται. Ακόμα και οι απόψεις  αυτές των αρνητών της πραγματικότητας είναι απόλυτα σεβαστές, αλλά δεν παύουν ταυτόχρονα να είναι και εντελώς ανυπόστατες! Οι προτάσεις που διαρρέουν καθημερινά για λήψη μέτρων κατά των μη εμβολιασμένων, αγγίζουν τα όρια του κοινωνικού ρατσισμού. Δεν θα λυθεί όμως έτσι το πρόβλημα. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, για να επιτευχθεί η ανοσία στην κοινότητα, θα πρέπει να εμβολιαστεί το 60% με 70% του πληθυσμού.

Το ερώτημα είναι, υπάρχει άραγε τόσο μεγάλο ποσοστό αρνητών του εμβολιασμού, ώστε να απειλείται αυτός ο στόχος; Κάθε άλλο! Σε πρόσφατη έρευνα της «Metron Analysis», το ποσοστό των Ελλήνων που δήλωσαν ότι σίγουρα δεν θα εμβολιαστούν, περιορίζεται στο 6,2%. Άρα, η επίτευξη του παραπάνω στόχου δεν απειλείται από τους αρνητές των εμβολιασμών. Απειλείται όμως! Από ποιους άραγε; Στην Ελλάδα απειλείται από την ανεπιτυχή διαχείριση της εμβολιαστικής εκστρατείας, η οποία έχει δημιουργήσει σύγχυση και αβεβαιότητα στο γενικό πληθυσμό.

Στον υπόλοιπο κόσμο, με μεγαλύτερα ποσοστά αρνητών, απειλείται από τις ισχυρές δυτικές χώρες που έχουν αποκλείσει – για λόγους ανταγωνισμού και ελέγχου των φαρμακευτικών αγορών – τα εμβόλια από τη Ρωσία και την Κίνα, αποκλείοντας έτσι τη δυνατότητα του ταχύτερου εμβολιασμού του πληθυσμού.

Απειλείται από τις πολυεθνικές εταιρείες των εμβολίων, οι οποίες, προκειμένου να αυξήσουν τις πωλήσεις τους, αξιοποιούν κάθε ευκαιρία για να δυσφημίσουν το εμβόλιο των ανταγωνιστών τους, υπονομεύοντας όμως έτσι την πρόθεση των πολιτών να εμβολιαστούν, ενώ ταυτόχρονα ενισχύουν το δισταγμό, τη δυσπιστία, την καχυποψία και την αμφισβήτηση.

Αναμφίβολα, τα εμβόλια είναι πολύ περισσότερο ασφαλή από τη φυσική νόσο και σίγουρα ασφαλέστερα από τις διάφορες φαρμακευτικές θεραπείες, ενώ η ασφάλειά τους, ακολουθώντας την επιστημονική και τεχνολογική εξέλιξη, έχει βελτιωθεί σημαντικά.

Η διστακτικότητα απέναντι στον εμβολιασμό, φαίνεται να συνδέεται με τρία διαχρονικά ζητήματα: Την ασφάλεια των εμβολίων. Τη θέση του υποχρεωτικού εμβολιασμού σε σχέση με τις ατομικές ελευθερίες. Τις στάσεις και τις συμπεριφορές των επαγγελματιών του χώρου της υγείας.

Στα περισσότερα κράτη της Δύσης, εκατομμύρια άνθρωποι παραμένουν ακόμα και σήμερα ανεμβολίαστοι, ρισκάροντας μπροστά στο μεγαλύτερο κίνδυνο, να προκύψει κάποια μετάλλαξη του ιού, τινάζοντας στον αέρα, την όποια πρόοδο έχει γίνει μέχρι σήμερα στον πλανήτη. Η παραλλαγή «Δέλτα», που εντοπίστηκε για πρώτη φορά στην Ινδία, εξαπλώνεται ταχύτατα σε όλο τον κόσμο. Το ενδεχόμενο της έλευσης ενός επόμενου πανδημικού κύματος φαντάζει σήμερα περισσότερο πιθανό, από την άρση της αμφισβήτησης απέναντι στο εμβόλιο.

https://moschonas.wordpress.com