Έφτασε επιτέλους ο Άγιος Σεπτέμβριος όπως τον αποκαλούν πολλές μητέρες όταν αισθάνονται ότι έχει παρέλθει χρόνος πολύς από τότε που έκλεισαν τα σχολεία, τα παιδιά έχουν «αγριέψει» και δεν μπορούν πλέον να τα «κάνουν καλά».
Να έρθει λοιπόν ο Άγιος Σεπτέμβριος να ανοίξουν και πάλι τα σχολεία, «και… κάθε κατεργάρης στον πάγκο του». Και ο Σεπτέμβριος είναι εδώ, τα σχολεία άνοιξαν. Πλημμύρισαν και πάλι από χαρούμενες παιδικές φωνές και γέλια. Τα παιδιά χαίρονται που συναντούν ξανά φίλους και συμμαθητές
Όμως, για μια συγκεκριμένη μερίδα μικρών μαθητών τα πράγματα είναι διαφορετικά. Αυτοί δεν έχουν να ενταχθούν σε μια τάξη με συμμαθητές γνωστούς από τα πέρυσι. Γι’ αυτούς όλα είναι νέα και σχεδόν πρωτόγνωρα. Πρόκειται για τα παιδάκια που έρχονται πρώτη φορά στο σχολείο, για τα «πρωτάκια».
Γι’ αυτά ο λόγος. Τη νέα κατάσταση που τα περιμένει και τα προβλήματα που πρόκειται να βιώσουν θα προσπαθήσω να περιγράψω στις αράδες που ακολουθούν. Και θέλω να τονίσω εξ αρχής ότι με την πρώτη εγγραφή των παιδιών στο σχολείο η ζωή τους δέχεται μεγάλη αντιστροφή.
Πρώτα πρώτα είναι αναγκασμένα να περάσουν από το θέλω στο πρέπει. Πριν από το σχολείο δηλαδή τα παιδιά μπορούν να κινηθούν ελεύθερα και ανέμελα στο σπίτι τους, τηρώντας απλώς τους βασικούς κανόνες και τα στοιχειώδη όρια που επιβάλλει η συμβίωση στην οικογένεια.
Καθώς όμως εντάσσονται στη σχολική τάξη είναι αναγκασμένα να θυσιάσουν μεγάλο μέρος της ελευθερίας τους για να μπορέσει να λειτουργήσει το σύνολο της σχολικής τάξης. Προς τούτο το παιδί πρέπει απαρεγκλίτως να:
•τιθασεύσει τον αυθορμητισμό του και να
•υποτάξει σε κανόνες την μέχρι τώρα αυθόρμητη και ελεύθερη συμπεριφορά του.
Αυτό και μόνο αλλάζει την καθημερινότητα των παιδιών ριζικά, αφού είναι υποχρεωμένα να ενταχθούν σε μια νέα κοινωνική ομάδα -τη σχολική τάξη- να αποδεχθούν τη δομή της, και με βάση τα νέα δεδομένα να διαμορφώσουν τη δική τους συμπεριφορά. Επιπλέον υπάρχει η εργασία που αναθέτει το σχολείο.
Αυτή απαιτεί συνειδητές προσπάθειες και κόπο, συνεπάγεται δέσμευση της ελευθερίας και ως ένα βαθμό καταπίεση. Πρέπει να θεωρηθεί συνεπώς βέβαιο ότι το παιδί θα προτιμούσε την αυθόρμητη διαμόρφωση του ελεύθερου χρόνου του στο σπίτι και όχι τις δεσμεύσεις που του επιβάλλονται τώρα στο σχολείο.
Και πρέπει να τονιστεί ότι όλα αυτά δεν είναι και τόσο εύκολα για όλα τα παιδιά ούτε και μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο, ότι είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις αυτές όλα τα παιδιά, επειδή έχουν κλείσει την ηλικία που προβλέπει ο νόμος για εγγραφή στο σχολείο.
Μια δεύτερη μεγάλη αντιστροφή που παρατηρείται στη ζωή των παιδιών αυτών προκύπτει από το γεγονός ότι είναι αναγκασμένα να περάσουν από τον κόσμο των πραγμάτων στον κόσμο των συμβόλων. Πιέζονται δηλαδή να μεταβούν σ’ έναν κόσμο που δεν τούς ανήκει ακόμη, λόγω του επιπέδου της ψυχο-πνευματικής τους εξέλιξης.
Αναφέρω μόνο ένα από τα πολλά παραδείγματα που θα μπορούσε να επικαλεσθεί κανείς:
Μαθήτρια και φίλη μου νηπιαγωγός από τα Χανιά μου αφηγείται το εξής:
Το παιδί της, που φοιτά στο νηπιαγωγείο, είναι άρρωστο με υψηλό πυρετό.
Όταν μετά από ένα δυο μέρες του έπεσε ο πυρετός ζητά από τη μητέρα του να βγει στην αυλή και να παίξει. Εκείνη του εξηγεί ότι αυτό δεν πρέπει να γίνει διότι φυσά αέρας, θα κρυώσει ξανά και θα του ανέβει και πάλι ο πυρετός.
Το παιδί επιμένει και αντιτείνει ότι δεν φυσά αέρας. Φυσά, του επισημαίνει η μητέρα, δεν βλέπεις το κυπαρίσσι που κουνάει τα κλαδιά του; Την επόμενη μέρα το παιδί επαναλαμβάνει ξανά την ίδια επιθυμία και η μητέρα του αντιτείνει και πάλι με το ίδιο επιχείρημα και του δείχνει το κυπαρίσσι που κουνάει.
Το βράδυ έρχεται ο πατέρας. Ο μικρός τον πλησιάζει και του λέει με τόνο ικετευτικό και επιτακτικό συγχρόνως: Μπαμπά κόψε το αυτό το κυπαρίσσι από τον κήπο, κουνάει, φυσάει αέρας και δεν με αφήνει η μαμά να παίξω.
Είναι προφανές ότι ο μικρός δεν έχει κατακτήσει ακόμη το νοητικό επίπεδο που απαιτείται για να κάνει διάκριση ανάμεσα στο αίτιο και το αιτιατό. Βρίσκεται στον δικό του κόσμο, που δεν μπορεί να κατανοήσει ακόμη τις αιτιώδεις σχέσεις και την αλληλουχία των πραγμάτων.
Πρέπει δε να θεωρηθεί βέβαιο ότι τον επόμενο χρόνο που τα παιδιά αυτά θα φοιτούν κανονικά στην Α΄ Δημοτικού δεν θα έχουν φτάσει όλα σε αυτό το επίπεδο εξέλιξης.
Κάποια δεν θα τα έχουν καταφέρει. Όμως, στο σχολείο αναγκάζονται όλα να εγκαταλείψουν τον δικό τους κόσμο που είναι κόσμος συγκεκριμένων πραγμάτων και να ενταχθούν στον κόσμο του σχολείου που είναι ως επί το πλείστον ένας αφηρημένος κόσμος συμβόλων και εννοιών.
Αυτό αναμένεται να τούς δημιουργήσει προβλήματα, αν ο δάσκαλος δεν προβεί στους κατάλληλους χειρισμούς και δεν βοηθήσει τα παιδιά. Ευτυχώς σήμερα τα περισσότερα έχουν φοιτήσει σε Νηπιαγωγείο.
Όπως είναι γνωστό το νηπιαγωγείο μεταξύ των άλλων περιλαμβάνει και προγράμματα που καλλιεργούν τις σχετικές έννοιες και προάγουν σε κάποιο βαθμό τη νοητική καλλιέργεια των παιδιών.
Πέραν τούτου βοηθά τα παιδιά να ενταχθούν με μεγαλύτερη άνεση στο σχολείο. Βέβαια κι εδώ η ομαδική ζωή έχει απαιτήσεις και κανόνες, όμως στο νηπιαγωγείο οι κανόνες είναι πιο χαλαροί και δεν διακρίνονται από την μεγαλύτερη αυστηρότητα του σχολείου.
Όπως όμως κι αν έχουν τα πράγματα, η πρώτη ένταξη του παιδιού στο σχολείο έχει τις δικές της ιδιομορφίες, που σε μερικές περιπτώσεις δημιουργούν ιδιαίτερα προβλήματα. Και δυστυχώς, τα παιδιά που καλούνται να φοιτήσουν για πρώτη φορά στο σχολείο, δεν είναι όλα έτοιμα να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις που θέτει.
Δεν διακρίνονται δηλαδή από σχολική ωριμότητα. Ο όρος αυτός υποδηλώνει την αντιστοιχία ανάμεσα στις απαιτήσεις που έχει το σχολείο και την ετοιμότητα του παιδιού να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις αυτές. Αφήνω τη συζήτηση για τα τεστ σχολικής ωριμότητας που θέσπισαν διάφορες χώρες και που αποδείχθηκαν στην πράξη ατελέσφορα.
Αντ’ αυτού προτιμώ να περιγράψω με λόγια την εικόνα ενός παιδιού που θεωρείται έτοιμο να φοιτήσει στο σχολείο, μολονότι δεν είναι και τόσο απλό. Στην προσπάθειά μου αυτή κάνω διάκριση ανάμεσα στα σωματικά και στα ψυχοπνευματικά χαρακτηριστικά.
Ως προς τα σωματικά, τα πράγματα είναι περισσότερο ορατά και συνεπώς πιο εύκολα. Tο παιδί που είναι έτοιμο να φοιτήσει στο σχολείο πρέπει κατ’ αρχάς το σώμα του να προσομοιάζει στις αναλογίες ώριμου ανθρώπου.
Πρέπει δηλαδή να έχει υποχωρήσει η βατραχοειδής κοιλία, να σχηματίζεται η μέση και, κοιτάζοντάς το από τις πλάτες, να έχει αρχίσει να διαγράφεται το τρίγωνο από τη μέση ως τις ωμοπλάτες.
Ένας πρόχειρος τρόπος για να ελέγξει κανείς αν το σώμα του παιδιού έχει πάρει τις αναλογίες ώριμου ανθρώπου, είναι να μπορεί να σηκώσει σε ανάταση το δεξί του χέρι, να το περάσει πάνω από το κεφάλι του ακουμπώντας τον βραχίονα πάνω στο δεξί αυτί και να πιάσει το αριστερό του αυτί.
H κίνηση αυτή δείχνει σε ποιο βαθμό το σώμα έχει αναπτυχθεί και έχουν μεγαλώσει τα άνω άκρα, ώστε η σχέση κεφαλής-σώματος να έχει πάρει τις σωστές αναλογίες. Ένα άλλο χαρακτηριστικό είναι η έναρξη της δεύτερης οδοντοφυΐας.
Οι προσωπικές μου εμπειρίες με έχουν διδάξει ότι το παιδί που είναι έτοιμο να φοιτήσει στο σχολείο παρουσιάζει κατά την έναρξη της σχολικής χρονιάς την τάση αλλαγής οδοντοφυΐας και αυτό αποτελεί επίσης μια σοβαρή ένδειξη.
Σε ό,τι αφορά τα ψυχο-πνευματικά και νοητικά χαρακτηριστικά, ο προσδιορισμός είναι πιο δύσκολος. Ωστόσο αν προσπαθήσει κανείς να περιγράψει περιληπτικά την εικόνα του παιδιού που είναι έτοιμο και ικανό να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του σχολείου, θα καταλήξει στην εξής περίπου εικόνα:
α) Νοητικά ο κόσμος του παιδιού είναι ακόμη κόσμος πραγμάτων.
H διανοητική του εξέλιξη δηλαδή εξακολουθεί να βρίσκεται στο στάδιο της «αισθησιοκινητικής ανάπτυξης» δεν έχει φτάσει στο αφηρημένο επίπεδο των συμβόλων, όπως τεκμαίρεται και από το παράδειγμα που αναφέραμε παραπάνω. Oι συνδυασμοί, οι σκέψεις και οι συνειρμοί του κινούνται επί αντικειμενικών πραγμάτων.
Πρέπει συνεπώς ο δάσκαλος αρχικά να χρησιμοποιεί τα πράγματα και με βάση αυτά να προσπαθήσει να περάσει στα σύμβολα.
β) Γλωσσικά το παιδί πρέπει να έχει υπερβεί το στάδιο του «εγωκεντρικού» λόγου και να βρίσκεται στο στάδιο του «επικοινωνιακού» λόγου.
Πρέπει δηλαδή να μπορεί να συνομιλεί με τους άλλους, να τούς εκθέτει τα βιώματά του με τρόπο που να γίνονται κατανοητά. Κατά τον ίδιο τρόπο οφείλει το παιδί να κατανοεί τους άλλους, όταν αυτοί του διηγούνται δικά τους βιώματα.
γ) Κοινωνικά το παιδί πρέπει να είναι σε θέση να ενταχθεί στην ομάδα. Να μπορεί δηλαδή να κατανοήσει τους βασικούς κανόνες και τις νόρμες που διέπουν τη συμπεριφορά της ομάδας και να ρυθμίσει τη συμπεριφορά του σύμφωνα με τους κανόνες αυτούς.
Δεν μπορεί να κάνει μόνο ό,τι επιθυμεί το ίδιο κάθε στιγμή, αλλά οφείλει να κάνει και πράγματα που απαιτούνται από τους κανόνες, έστω και εάν αυτά δεν είναι στις προτιμήσεις του.
δ) H βούλησή του να έχει ασκηθεί σε βαθμό που μπορεί να υποτάξει την αυθόρμητη συμπεριφορά και να προβεί σε ενέργειες που απαιτούνται για να ολοκληρωθεί ένα έργο και να μην το εγκαταλείπει κατά τη διάθεσή του.
ε) Σε ό,τι αφορά την κατανόηση του χρόνου δεν είναι βέβαιο ότι είναι πάντα σε θέση να κάνει διάκριση ανάμεσα στο παρόν, το παρελθόν και το μέλλον. Καμιά φορά ενδέχεται να πει, έστω και σπάνια, αύριο πήγα ή χθες που θα πάω κ.λπ.
Πρέπει όμως απαρεγκλίτως να είναι σε θέση να ταξινομήσει τα βιώματά του με τη σειρά που συνέβησαν και να τα αφηγηθεί με σωστή χρονική αλληλουχία. Τελειώνοντας: Πρέπει να θεωρηθεί βέβαιο ότι σε κάθε τάξη θα βρεθούν κάποιοι μαθητές που θα υστερούν σε κάποιο από τα παραπάνω χαρακτηριστικά. Kαι το ερώτημα είναι τι κάνομε τότε;
Παρακαλώ κατ’ αρχάς τα παιδιά αυτά να μην θεωρηθούν «βλάκες» και να μην τα επικρίνουν γονείς και δάσκαλοι. Κάθε παιδί έχει τους δικούς του ρυθμούς ανάπτυξης και δεν φταίει αυτό εάν οι δικοί του ρυθμοί είναι διαφορετικοί.
Οπωσδήποτε έχει ευθύνη το περιβάλλον μέσα στο οποίο μεγάλωσε, επειδή μάλλον δεν του πρόσφερε τα πολιτιστικά ερεθίσματα που θα ευνοούσαν την καλλιέργειά του. H λύση που θα μπορούσε να προταθεί είναι η αντισταθμιστική αγωγή, μια αγωγή δηλαδή που θα παρέχεται συμπληρωματικά στο σχολείο και θα αποβλέπει στην ενίσχυση των μαθητών αυτών.
Αυτό ίσως αποτελέσει θέμα ενός άλλου δημοσιεύματος. Προς το παρόν μένει να ευχηθούμε σε γονείς, μαθητές και δασκάλους καλή κι ευλογημένη χρονιά, με επιτυχία και πρόοδο για όλα τα απιδιά.
Ο Ι. Ε. Πυργιωτάκης είναι ομότιμος καθηγητής -πρ. Αντιπρύτανης Πανεπιστημίου Κρήτης, τακτικό μέλος της Εθνικής Εταιρείας των Ελλήνων Λογοτεχνών