Η ημέρα της Αναστάσεως του Χριστού είναι συνδεδεμένη με δυο έννοιες. Με το πνευματικό φως και την Ελευθερία.
Ήδη, ο Ιησούς είχε πει για τον εαυτό του ότι “εγώ ειμί το φως του κόσμου” (Ιωάννης, 8, 12). Το ίδιο είχε πει στους μαθητές του και συνεκδοχικά και για τους πιστούς: “υμείς εστέ το φως του κόσμου” (Ματθαίος, 5, 14). Έκανε λόγο όχι για το αυτόφωτο γήινο φως, αλλά το προερχόμενο από “τον ήλιο της δικαιοσύνης”, τον Θεό, που αντικατέστησε, με τον ερχομό του, τον solus invictus των Ρωμαίων.
Από την Ανάσταση, λοιπόν, του Ιησού προτρεπόμεθα, υμνολογικά, “καθαρθώμεν τας αισθήσεις και οψόμεθα τω απροσίτω φωτί της Αναστάσεως”. Γιατί όπως το πυρακτωμένο φως θερμαίνει, καίει και φωτίζει, έτσι και η Ανάσταση έχει τις τρεις ιδιότητες για τον πιστό. Θερμαίνει την ψυχή του για τον “άλλο”, τον συνάνθρωπο, καθαρίζει από τα ψυχικά σφάλματα και φωτίζει τον άνθρωπο, για να γνωρίσει τη θεϊκή αλήθεια.
Συνεπώς, με τον τρόπο αυτό η Ανάσταση του Ιησού ταυτίζεται με την πανανθρώπινη ελευθερία και την απελευθέρωση του ανθρώπου από κάθε δεινό. Από τα δεσμά του παρελθόντος, προπατορικά, προκαταλήψεις και μαγείες, αλλά και συγχρόνως παρέχει την υπαρξιακή απελευθέρωση από κάθε φόβο, αγωνία ή σκλαβιά. Με σκοπό ένα “καινό”, καινούργιο τρόπο ζωής, που αναγεννά τα πάντα.
Όπως, μάλιστα, μας έλεγε και ο αγωνιστής παπα-Γιώργης Πυρουνάκης, επιγραμματικά: “Ο σκοπός του ερχομού του Ιησού στον κόσμο είναι για να καταστεί ο άνθρωπος ελεύθερος”. Διπλός, λοιπόν, ο συμβολισμός της Αναστάσεως και ο χαιρετισμός “Χριστός Ανέστη” των πιστών: Φως και ελευθερία στους ανθρώπους.
Για τους Έλληνες κρατούμενους, στο κολαστήριο του στρατοπέδου “Μαουτχάουζεν”, η ημέρα της απελευθέρωσης όσων επέζησαν, όπως διαπιστώνουμε σήμερα ημερολογιακά, ήταν Μεγάλο Σάββατο, κατά το βράδυ του οποίου εορτάζεται η Ανάσταση.
Η ημέρα αυτή είχε διπλή σημασία αλλά και συμβολισμό: Θρησκευτική γιορτή, αφενός, με το αναστάσιμο “φως Χριστού φαίνει πάσι”, αλλά και την απελευθέρωση των κρατουμένων από το στρατόπεδο.
Ο συμπολίτης μας Σήφης Μηλιαράκης, στην καταγραφή της μαρτυρίας του, μας παρέδωσε και ένα σύντομο ημερολόγιο, αναφερόμενος στις ημέρες, από 1ης Μαΐου έως 12ης Μαΐου 1945, που συμπεριλαμβάνεται στις σελίδες 79 έως 104 του βιβλίου μας: Σήφη Μηλιαράκη, Κνωσός, Αθήνα 1986.
Ειδικότερα, για την 5η Μαΐου 1945, ημέρα του Μεγάλου Σαββάτου, δηλαδή ημέρα Αναστάσεως, αλλά και ημέρα της απελευθέρωσής τους, μαζί με τον Κρουσανιώτη γιατρό Φουντουλάκη, ο Μηλιαράκης γράφει για τις τελευταίες μάχες τον S.S. με τα αμερικανικά στρατεύματα και τον ερχομό των τελευταίων στο Μαουτχάουζεν.
“5 Μαΐου.
Η μάχη εξηκολούθησε όλη τη νύχτα. Εξακολουθεί και σήμερα άνευ διακοπής μα πλησιέστερα τώρα.
Είναι δύο η ώρα μ.μ. που ξαφνικά ακούω τους ασθενείς του block να ξεσπούν σε ζωηρές επευφημίες και να φωνάζουν.
– Αγγλοαμερικάνοι!!
Τρέχω, βγαίνω από το block μαζί με το συρφετό των αρρώστων που εν τω μεταξύ τρέχουν έξω.
Σταματώ έξω στην αυλή, κυττάζω τον ανωφερικό δρόμο που οδηγεί στο κεντρικό στρατόπεδο. Βλέπω ένα μικρό αυτοκίνητο με μια λευκή σημαία να προπορεύεται και να ακολουθούν δυο μεγάλα και πέντε ως έξε μικρά θωρακισμένα αυτοκίνητα.
Είναι οι Αμερικάνοι, που μας ήλθαν ελευθερωταί. Ο κόσμος όλος από το Νοσοκομείο και το κεντρικό στρατόπεδο ξεχύνεται σε υποδοχή. Οι Γερμανοί φρουροί δεν τολμούν να μιλήσουν. Παρακολουθώ ένα ο οποίος μόλις είδε τους Αμερικάνους κατέβασε το οπλοπολυβόλο που είχε στήσει στον τρίποδα της σκοπιάς του και τον ανήρτησε με τον αορτήρα. Είναι η στιγμή που ο Γερμανός στρατιώτης, αυτό το ανθρωπόμορφο κτήνος ή θηρίο, καταθέτει το όπλο.
Τρέχω και εγώ, με το πλήθος, σε προϋπάντηση των ελευθερωτών. Είναι στιγμές συγκινητικές. Ο κόσμος των σκλάβων κλαίει από συγκίνηση. Αγκαλιάζει ο ένας τον άλλον, φιλιούνται.
Συναντώ στο δρόμο τον ιατρό Φουντουλάκη, αγκαλιαζόμαστε, φιλιούμαστε.
– Χριστός ανέστη!
– Αληθώς ανέστη!, βροντοφωνούμε.
Φτάνομε κοντά στους ελευθερωτάς μας, Αμερικανούς.
’’Μερικές σκλάβες, γιατί τους τελευταίους μήνας στο στρατόπεδό μας είναι εγκλεισμένες μερικές χιλιάδες απ’ αυτές, προσφέρουν στα Αμερικανάκια λίγα αγριολούλουδα που τρέχοντας σε προϋπάντηση μάζεψαν στο δρόμο.
Πιο συμβολική και πιο συγκινητική πράξις δεν μπορούσε κανείς να φαντασθεί. Τα ανθρώπινα αυτά πλάσματα δεν είχαν τίποτ’ άλλο να προσφέρουν από τα λίγα αυτά αγριολούλουδα, μα μου φαίνεται πως δεν ήτανε ωραιότερη και ειλικρινέστερη εκδήλωση σκλάβων σ’ ελευθερωτές”.
(Αντ. Σανουδάκη, Μαουτχάουζεν, Σήφη Μηλιαράκη, σ. 77-78).
Είχε, συνεπώς, διπλή σημασία και συμβολισμό η 5 Μαΐου, Μεγάλο Σάββατο, 1945 για τους έγκλειστους στο Μαουτχάουζεν. Ήταν ημέρα της θρησκευτικής αλλά και της προσωπικής ελευθερίας τους.
Και σε άλλες, όμως, εποχές, εσωτερικής κατοχής, όπως της τελευταίας Δικτατορίας, χρησιμοποιήθηκε ο συμβολισμός για την ελευθερία.
Η μάνα μου, Ειρήνη, μέλος της ΕΠΟΝ και εν συνεχεία του ΕΑΜ Χερσονήσου, την Κατοχή, γνώριζε από συνομωτικές αρχές. Έτσι, λοιπόν, τη σκοτεινή περίοδο της επταετίας, χαιρετούσε φωναχτά τους φίλους και συντρόφους μου, Νίκο Γιαννόπουλο, Πέτρο Ρεμούνδο και άλλους στην προδικτατορική Νεολαία ΕΔΗΝ ή το ΠΑΚ της περιόδου, στην πλατεία του Γκύζη και τους αθηναϊκούς δρόμους, κατά τη συνάντησή τους. Ανεξαρτήτως αν ήταν παντρεμένοι ή και ανύπαντροι, με τον συμβολικό χαιρετισμό:
– Καλή λευτεριααά!… στη γυναίκα σου!.
Με κάποια χρονική απόσταση του πρώτου μέρους “καλή λευτεριά” από το δεύτερο “στη γυναίκα σου”, εννοούσε, φυσικά, όχι γεννητούρια αλλά τον αγώνα για την απελευθέρωση από το καθεστώς.
* Ο Αντώνης Σανουδάκης – Σανούδος είναι επίτ. καθηγητής Ιστορίας -συγγραφέας