Για μεγάλο χρονικό διάστημα θεωρούσαμε το εθνικό σύστημα της Μεγάλης Βρεττανίας, υποδειγματικό και δικαίως. Όσοι το έχουν γνωρίσει από κοντά ή έχουν εργασθεί εκεί, καταλαβαίνουν καλύτερα. Κοντά σε αυτό, βέβαια, και τα υγειονομικά συστήματα πολλών άλλων ανεπτυγμένων και σοβαρών χωρών της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης. Όμως, τα τελευταία χρόνια γινόμαστε μάρτυρες μιας ολοένα και διογκούμενης διαπίστωσης ότι πολλά πράγματα που πιστεύαμε ότι ήταν σταθερά, αλλάζουν δυστυχώς επί τα χείρω!
Ίσως σε αυτό να συνετέλεσε η σταδιακή γήρανση του πληθυσμού, λόγω της αύξησης του προσδόκιμου επιβίωσης που οδήγησε με τη σειρά της στην αντίστοιχη αύξηση των μακροχρόνιων ασθενειών οι οποίες απαιτούν ολοένα και αυξανόμενα κονδύλια, ίσως η πανδημία του κορονοϊού να κούρασε και επηρέασε δυσμενώς το υγειονομικό προσωπικό, ίσως σε μερικές χώρες παρατηρήθηκε φυγή μεγάλου αριθμού γιατρών για καλύτερες συνθήκες εργασίας, ίσως πολλά ακόμα να ευθύνονται για ετούτη τη λαίλαπα που οσονούπω θα πλήξει τις περισσότερες χώρες της δυτικής Ευρώπης, όπως αρχίζουμε να γνωρίζουμε στις μέρες μας.
Ήδη τοποθετήθηκε επί του σοβαρού αυτού θέματος, πέραν όλων των πολλαπλών εθνικών επισημάνσεων, και το ευρωπαϊκό τμήμα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, προειδοποιώντας τις κυβερνήσεις για την καινούργια ‘επιδημία’ για την οποία θα πρέπει να προετοιμάζονται οι ίδιες και οι πολίτες τους!
Ο αριθμός των γιατρών σε ευρωπαϊκό επίπεδο μειώνεται σταθερά κάθε χρόνο. Οι τόσο απαραίτητοι γενικοί γιατροί, οι περίφημοι οικογενειακοί γιατροί GP (General Practitioners) της Αγγλίας, είναι στις περισσότερες χώρες λιγότεροι απ’ όσους χρειάζονται, ενώ ταυτόχρονα λιγότερο εκπαιδευμένοι και με μικρότερη πείρα, ενώ σε άλλες ειδικότητες η έλλειψη είναι ακόμα μεγαλύτερη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η μεγάλη αναμονή για διενέργεια κάποιας χειρουργικής επέμβασης στις περισσότερες χώρες της γηραιάς ηπείρου.
Παράλληλα, παντού παρατηρούνται απεργίες, διαμαρτυρίες και στάσεις εργασίας όλου του υγειονομικού προσωπικού για λόγους υπερβολικών υπερωριών που είναι αναγκασμένοι να κάνουν, πολλές φορές χωρίς αμοιβή, για ελλιπή χρηματοδότηση του υγειονομικού συστήματος από τις κυβερνήσεις και για ένα σωρό άλλων προβλημάτων στα οποία δεν δίνεται διαχρονικά λύση από τις επίσημες κυβερνήσεις. Ήδη ο αριθμός των υγειονομικών που αναγκαστικά για λόγους ηλικίας βγαίνουν σε σύνταξη, αναπληρώνεται μερικώς.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό φαινόμενο που παρατηρείται στο υγειονομικό σώμα όλων των χωρών τα τελευταία χρόνια, είναι ότι οι περισσότεροι νέοι σε ηλικία γιατροί δείχνουν απροθυμία να εργασθούν σε απομονωμένες αγροτικές περιοχές, σε μικρά και απόμακρα νησιά, ή ακόμα και σε μικρά επαρχιακά νοσοκομεία με μικρές ευκαιρίες επαγγελματικής και επιστημονικής ανέλιξης, κάτι που έχει την εφαρμογή στη δική μας περίπτωση, για λόγους που οι κυβερνήσεις αδυνατούν προκλητικά να λάβουν υπ’ όψιν τους.
Όλα αυτά, είναι απολύτως βέβαιο, ότι θα τα βρούμε σε λίγο καιρό μπροστά μας. Η κατάσταση ίσως να μην είναι εκρηκτική επί του παρόντος και αόρατη για τους πολλούς, αλλά πλησιάζει απειλητικά. Θα δούμε μεγάλους χρόνους αναμονής για νοσηλεία σε νοσοκομεία, δυσκολία πρόσβασης σε οικογενειακούς γιατρούς, όχι τόσο καλή αντιμετώπιση χρονίων νοσημάτων και ενδεχομένως θανάτους οι οποίοι θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί σε άλλη περίπτωση.
Τα ίδια και απαράλλαχτα ισχύουν βεβαίως και για την περίπτωση του νοσηλευτικού προσωπικού, ειδικά, των νοσοκομείων, μεγάλη αναλογία του οποίου κατευθύνεται εδώ και καιρό σε αλλότρια επαγγέλματα και παρεμφερείς απασχολήσεις. Ήδη οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες έχουν επισημάνει όλα τα παραπάνω και προσπαθούν να σώσουν ότι μπορούν, πριν είναι πολύ αργά και η κατάσταση εξελιχθεί σε ανεξέλεγκτο κατήφορο.
Στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, στις ΗΠΑ, έχουν επισημάνει το φαινόμενο προ πολλού και προχώρησαν σε σοβαρά μέτρα αντιμετώπισης του προβλήματος, η παράθεση και αναφορά των οποίων ξεφεύγει του παρόντος κειμένου, αν και εκεί υπάρχουν κάποια ιδιαίτερα προβλήματα σε συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες.
Είναι ηλίου φαεινότερο ότι απαιτούνται δραστικές λύσεις από μεριάς των κυβερνήσεων ή πιο σωστά δραστικές παρεμβάσεις. Τα χρόνια που έρχονται θα σημαδευτούν από μεγάλες προκλήσεις στο χώρο της υγείας, ειδικότερα της ψυχικής υγείας σεβαστής μερίδας πληθυσμού όπως είδαμε τελευταία με την γνωστή πανδημία, θα απαιτηθεί φροντίδα πολλών ηλικιωμένων που ζουν μονάχοι, και αυτοί είναι πολλοί και βαίνουν αριθμητικώς συνεχώς αυξανόμενοι, ειδική μέριμνα για το φάρμακο και την διακίνησή του σε όλες τις χώρες της ευρωπαϊκής ένωσης, δραστική ψηφιοποίηση των υπηρεσιών υγείας, και το σπουδαιότερο, αυτό ισχύει για τη χώρα μας, καλά οργανωμένες δομές πρωτοβάθμιας περίθαλψης και φυσικά λιγότερα και καλύτερα νοσοκομεία, όσο και αν αυτό φαίνεται περίεργο και ίσως εξοργιστικό για κάποιους.
Το ιατρικό σώμα δεν πρόκειται ούτε να κατευθυνθεί ούτε και να παραμείνει σε νοσοκομεία χωρίς καλή στελέχωση και καλές και ικανοποιητικές συνθήκες εργασίας. Όλα τ’ άλλα είναι για τους ευφάνταστους και τους αιθεροβάμονες!