Του Γ. Η. Ορφανού
Δεν έγραψε μονάχα ο απόστολος Παύλος επιστολές. Έγραψαν, όπως είναι γνωστό, και άλλοι μαθητές του Χριστού. Και με τα γραφτά τους, που έφτασαν έως τα χρόνια μας διά της Καινής Διαθήκης, απευθύνονταν στους ανθρώπους της εποχής τους και τους συμβούλευαν πώς με τη βοήθεια του Θεού και με έντιμο και ενάρετο βίο θα μπορούσαν να αντιμετωπίζουν τα καθημερινά τους προβλήματα στη δημόσια και την ιδιωτική τους ζωή.
Οι συμβουλές τους ισχύουν και σήμερα. Και για όλους τους ανθρώπους και τις κοινωνίες τους.
Στο παρόν σημείωμα, λοιπόν, θα ήθελα να σας μεταφέρω – σε μεταφορά δικιά μου στα νεοελληνικά – τρία αποσπάσματα από την επιστολή του Αποστόλου Ιακώβου, της οποίας οι ορμήνιες είναι – κατά τη γνώμη μου και όπως εσείς θα διαπιστώσετε μελετώντας τες προσεχτικά – ανεκτίμητα “διαμάντια” στην εφήμερη ζωή των ανθρώπων. “Διαμάντια”, που ξαναέρχονται συνέχεια στο νου μου με όσα γίνονται, με ή παρά τη θέλησή μας, γύρωθέ μας κάθε στιγμή, καθημερινά, εντός και εκτός Ελλάδας.
“Αδέλφια, κάθε άνθρωπος νάναι γρήγορος στην ακοή, αργός στο να μιλά, αργός και στο θυμό, γιατί η οργή του ανθρώπου δεν προξενεί τη δικαιοσύνη του θεού!” (κεφάλαιο Α, 19 – 20).
“Όπου υπάρχει ζήλια και ανήθικη κενοδοξία, εκεί έχουμε και μεγάλη αναστάτωση και φαυλότητα. Η άνωθεν σωφροσύνη πρώτα -πρώτα, βέβαια, είναι αγνή, έπειτα ειρηνική, επιεικής, πειθήνια, γεμάτη έλεος και αγαθά, δεν κάνει διακρίσεις, ούτε υποκρίνεται” (κεφάλαιο Γ, 16 – 17).
Και, τέλος, “Ελάτε τώρα εσείς που λέτε, ‘Σήμερα και αύριο ας πάμε σε αυτήν εδώ την πόλη και ας ζήσουμε εκεί για ένα χρόνο, να κάνουμε τους εμπόρους και να κερδίσουμε’. Εσείς που δεν ξέρετε καλά τι θα ξημερώσει η αυριανή μέρα. (Πείτε μας) και ποια θα είναι η ζωή σας. Γιατί είν’ η ζωή των ανθρώπων σαν ατμός που αχνοφαίνεται λιγάκι και κατόπιν χάνεται και εξαφανίζεται. Και αντί να λέτε ‘Εάν ο Κύριος θέλει, θα ζήσουμε και θα κάνουμε τούτο ή το άλλο’, εσείς σήμερα καυχιέσθε γεμάτοι από την αλαζονεία σας. Και κάθε κομπασμός τέτοιος είναι κακία. Επίσης, όποιος, μολονότι ξέρει ποιο είναι το καλό, δεν το κάνει, αυτός διαπράττει μεγάλο κακό!” (κεφάλαιο Δ’ 13-17)…