Όλο και «καλύτερο» γίνεται το πράμα, μέρα με τη μέρα, εκεί στην κυβέρνηση.
Το γαϊτανάκι των αποκαλύψεων δεν έχει τελειωμό. Κάθε προσπάθεια συγκάλυψης των αδέξιων κυβερνητικών χειρισμών, οδηγεί και σε μια νέα αποκάλυψη εκθέτοντας πολιτικά την κυβέρνηση. Μια κυβέρνηση που έχει διαπράξει ήδη, δύο από τα επτά «θανάσιμα αμαρτήματα». Την αλαζονεία και την απληστία. Η αλαζονεία όμως οδηγεί στην απληστία που τιμωρείται με δυσπιστία. Και δεν αναφέρομαι στην «πρόταση δυσπιστίας» που πρόκειται να κατατεθεί στη Βουλή – εάν τελικά κατατεθεί – αλλά στην δυσπιστία της κοινωνίας που έχει ήδη καταγραφεί. Ελπίζω να κατανοήσει κάποια στιγμή η κυβέρνηση πως, ο ισχυρότερος αντίπαλός της και ο χειρότερος εχθρός της, είναι ο κακός της εαυτός…
Δεν κατάφεραν τελικά οι κυβερνώντες, να διαχειριστούν λελογισμένα την  εμπιστοσύνη με την οποία περιέβαλε γενναιόδωρα ο ελληνικός λαός την κυβερνητική παράταξη στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές του Ιούνη και τα έχουν κάνει κιόλας μαντάρα! Σάματι δεν έφταναν τα «Τέμπη» και η απαράδεκτη διαχείριση της εθνικής τραγωδίας με αποχρώσες ενδείξεις συνενοχής και συγκάλυψης, σάματι δεν έφτανε το πανευρωπαϊκό ρεζιλίκι μας για την παράφορη παραβίαση των κανόνων του κράτους δικαίου στη χώρα μας, ήρθε τώρα και η διαρροή των προσωπικών δεδομένων των αποδήμων Ελλήνων από το υπουργείο Εσωτερικών προς την κυρία Άννα-Μισέλ, και «καπάκι» οι αποκαλύψεις του «Βήματος» για «μονταζιέρες και αλλοίωση ηχητικών ντοκουμέντων» μετά την τραγωδία στα Τέμπη.
Την 1η του Μάρτη και μέσα σε λίγα μόλις λεπτά έφυγαν χιλιάδες μηνύματα της κ. Ασημακοπούλου, με αποδέκτες ισάριθμους απόδημους Έλληνες, ζητώντας την ψήφο τους στις επερχόμενες Ευρωεκλογές. Τα προσωπικά δεδομένα (ηλεκτρονικές διευθύνσεις και ποιος ξέρει και τι άλλα ακόμα;) των αποδήμων συμπατριωτών μας είχαν διαρρεύσει νωρίτερα από το υπουργείο Εσωτερικών, με σκοπό την εκμετάλλευσή τους από την γνωστή κομψή αλλά και άπληστη Νεοδημοκράτισσα ευρωβουλευτίνα, η οποία – κατά την κ. Ντόρα Μπακογιάννη – «είχε μια λαμπρή πορεία στο ευρωκοινοβούλιο, αλλά τώρα έκανε ένα πάρα πολύ μεγάλο λάθος». Αναρωτιέμαι όμως: Μόνο ένα μεγάλο λάθος υπάρχει εδώ και χρεώνεται μονάχα στην κ. Ασημακοπούλου; Γιατί το χρεώθηκε πολιτικά αποκλειστικά και μόνο η ίδια με την απομάκρυνσή της από το ευρωψηφοδέλτιο της ΝΔ, λίγο μετά την αποκάλυψη του νέου «γαλάζιου» σκανδάλου.
Η μεγαλύτερη ευθύνη, κατά την γνώμη μου, βαραίνει πρωτίστως το υπουργείο των Εσωτερικών που διέρρευσε τον κατάλογο με τα απόρρητα δεδομένα των συμπατριωτών μας και την πολιτική ευθύνη φέρει ακεραία η υπουργός των Εσωτερικών, η κ. Κεραμέως. Εκείνη θα έπρεπε να είχε υποβάλει την παραίτησή της αμέσως μετά την δημοσιότητα που έλαβε το μεγάλο σκάνδαλο, διασύροντας για ακόμα μια φορά τη χώρα μας διεθνώς.
Στη χώρα όμως όπου η πολιτική ευθύνη αποτελεί πλέον «είδος προς εξαφάνιση», δεν υπάρχουν τέτοιες ευαισθησίες. Αντίθετα, η κυβέρνηση έσπευσε άμεσα να καλύψει την υπουργό της – πριν καν διεξαχθεί η στοιχειώδης έρευνα απόδοσης ευθυνών – μιας και η συγκεκριμένη κυρία ως φαίνεται, διατηρεί υψηλόβαθμη θέση στην ιεραρχία της συντηρητικής παράταξης. Η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, μετέβη στο υπουργείο Εσωτερικών για υποτιθέμενη «έρευνα» και με επόμενο προορισμό την Νέα Δημοκρατία, αλλά χωρίς μεγάλες προσδοκίες. Τα αντανακλαστικά της κυβέρνησης στην απομάκρυνση δευτερευόντων και τριτευόντων στελεχών λειτούργησαν κάπως καλύτερα. Έτσι βρέθηκαν εύκολα οι «Ιφιγένειες» του κυβερνώντος κόμματος, για να «θυσιαστούν» στο «βωμό» μιας ηθελημένα παράνομης διαρροής προσωπικών δεδομένων.
Το πρωθυπουργικό γραφείο δεν περίμενε «τον εσωτερικό έλεγχο για την επάρκεια των μηχανισμών», όπως είχε ανακοινώσει η κ. Κεραμέως, αλλά βασίστηκε στη δική του «έρευνα» θέλοντας να προλάβει εξελίξεις, για να κλείσει όπως-όπως το θέμα. Όμως το θέμα όχι μόνο δεν κλείνει αλλά όπως όλα δείχνουν, τώρα ανοίγει. Η κυνική ομολογία της κυβέρνησης ότι από το υπουργείο Εσωτερικών παραδόθηκαν χιλιάδες e-mails με προσωπικά δεδομένα στη Νέα Δημοκρατία και ακολούθως στην ευρωβουλευτή της κ. Ασημακοπούλου, επιβεβαιώνει την ύπαρξη ενός μεγάλου σκανδάλου, οι πτυχές του οποίου δεν έχουν ακόμη αποκαλυφθεί σε βάθος. Μετά την παραδοχή της κυβέρνησης περί διαρροής και την ανάληψη της πολιτικής ευθύνης από τον γενικό γραμματέα του υπουργείου Εσωτερικών, εντοπίζεται ξεκάθαρα και η αντικειμενική ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου. Αυτό σημαίνει ότι η παραβίαση των δικαιωμάτων των αποδήμων πολιτών έγινε με την συμμετοχή κρατικών οργάνων και ως εκ τούτου ανοίγει ο δρόμος για την έγερση αστικών αξιώσεών τους κατά του Ελληνικού Δημοσίου.
Δεν θα είχε πάρει χαμπάρι κανείς για τη μεγάλη διαρροή, αν δεν αντιδρούσαν οι συμπατριώτες μας του εξωτερικού, που απ’ ότι φαίνεται- αν και μακριά από την Ελλάδα – δεν έχουν αλλοτριωθεί όσο εμείς. Αμέσως μόλις έλαβαν οι πρώτοι παραλήπτες τα μηνύματα της κ. Άννας-Μισέλ, τα δημοκρατικά αντανακλαστικά τους λειτούργησαν έτσι όπως έπρεπε. Αναρωτήθηκαν, πως βρήκε η ευρωβουλευτής τα προσωπικά τους στοιχεία για να επικοινωνήσει μαζί τους, αφού οι ίδιοι τα είχαν εμπιστευθεί μόνο στο υπουργείο Εσωτερικών; Έτσι άρχισαν μέσω δικηγόρων να αποστέλλουν σωρηδόν αγωγές, τόσο κατά της κυρίας Ασημακοπούλου, αλλά πολύ περισσότερο βεβαίως κατά του υπουργείου των Εσωτερικών. Σήμερα, τα εξώδικα των αποδήμων Ελλήνων κατά της κ. Ασημακοπούλου έχουν υπερβεί τα 10, ενώ οι αγωγές κατά του υπουργείου Εσωτερικών ξεπερνάνε ήδη τις 100 και έπεται και συνέχεια. Με την απαράδεκτη αυτή διαρροή δεν δοκιμάστηκε μόνο οι εμπιστοσύνη των πολιτών απέναντι στον θεματοφύλακα των ευαίσθητων προσωπικών τους δεδομένων, όπως είναι το Υπουργείο Εσωτερικών, αλλά χάθηκε και η όποια αξιοπιστία της Πολιτείας απέναντι στον πολυδιαφημισμένο θεσμό της «επιστολικής ψήφου», που τόσο επιμελώς υποστήριξε και προπαγάνδισε η κυβέρνηση.
Φαίνεται πως ακόμα και υποστηρικτές της κυβέρνησης παίρνουν σιγά-σιγά αποστάσεις από τις ευθύνες που την βαραίνουν, ιδιαίτερα όταν αυτές αφορούν το έγκλημα στα Τέμπη.
«Σε αλλοίωση των ηχητικών ντοκουμέντων των συνομιλιών του μοιραίου σταθμάρχη που διέρρευσαν σε μέσα ενημέρωσης μετά την τραγωδία στα Τέμπη με σκοπό την ενίσχυση του επιχειρήματος περί ανθρώπινου λάθους», αναφέρεται το κεντρικό θέμα της εφημερίδας «Βήμα της Κυριακής». Η κυβέρνηση αντέδρασε άμεσα, κάνοντας λόγο για «σενάρια συνομωσίας και για δημοσιογραφική κηλίδα στην ιστορία της εφημερίδας», αλλά και «για προσπάθεια αποσταθεροποίησης της χώρας από οργανωμένα οικονομικά συμφέροντα»…
Η ποιότητα της πολιτικής πράξης στην Ελλάδα του 2024 παραπέμπει σε άνοστη «ταραμοσαλάτα» βιομηχανικής προέλευσης. Η κοινωνία όμως – έστω και δια των υποσυνόλων της – δείχνει να παίρνει στα χέρια της καταστάσεις που αδυνατούν ή αδιαφορούν να διαχειριστούν οι ανεπαρκείς πολιτικοί μας αντιπρόσωποι. Αν και δεν έχει θεσμική βαρύτητα η κοινωνική παρέμβαση, εντούτοις υποδεικνύει την κατεύθυνση προς την οποία θα πρέπει να στραφεί σήμερα και η πολιτική. Την έδειξαν οι 1.335.000  υπογραφές που συγκέντρωσε ο πόνος της κάθε μάνας που έχασε το παιδί της στο έγκλημα των Τεμπών, λόγω κυβερνητικής ανεπάρκειας και ολέθριας ανευθυνότητας, αλλά και οι πολυπληθείς αγωγές των αποδήμων συμπατριωτών μας που έφυγαν από διάφορες χώρες, κατά ενός ανεύθυνου υπουργείου, που υπέκλεψε τα ευαίσθητα προσωπικά τους δεδομένα, αλλά και κατά μιας αλαζονικής και άπληστης κυρίας ευρωβουλευτού, που νόμισε ότι μπορεί να έχει «στο χέρι της» όλον τον Απόδημο Ελληνισμό.
Ο Ιούνης είναι κοντά και η αλαζονεία ακόμα πιο κοντά στον «απόλυτο κυρίαρχο» ενός παρηκμασμένου πολιτικού συστήματος. Καλό θα ήταν να λάμβανε υπόψη της η κυβέρνηση μια χρήσιμη παράφραση ενός γνωστού αφορισμού του Αβραάμ Λίνκολν: «Μπορείς να κοροϊδεύεις λίγους Έλληνες για πολύ καιρό, πολλούς Έλληνες για λίγο καιρό, αλλά όχι όλους τους Έλληνες – επίδημους και απόδημους – για όλον τον καιρό».

https://moschonas.wordpress.com