Τη βδομάδα που μας πέρασε είχε «ΤΖΑΚ-ΠΟΤ» το «Τζόκερ». Όχι του ΟΠΑΠ, το άλλο. Ξεπέρασαν τους 600.000 οι θεατές που είδαν την ομώνυμη κινηματογραφική ταινία στην Ελλάδα, την προβολή της οποίας «επιμελήθηκε» άριστα το Υπουργείο Πολιτισμού!
Το είδα κι εγώ το «έργο»! Δεν είχα σκοπό να το δω, αλλά ύστερα από τον τεράστιο σάλο που προκλήθηκε, μετά τις «εφόδους» της αστυνομίας σε κινηματογράφους της Αθήνας, που μας «γύρισαν» πολλά χρόνια πίσω, η ακατανίκητη περιέργειά μου με ώθησε να το κάνω.
Στα διπλανά καθίσματα της αίθουσας προβολών, αντιλήφθηκα κάμποσες μικροκαμωμένες φιγούρες ανηλίκων που παρακολουθούσαν την ταινία, ωθούμενοι, υποθέτω κι εκείνοι από την δική τους περιέργεια! Βλέπετε, ο «παραδειγματισμός» δεν λειτούργησε ετούτη τη φορά. Η περιέργεια νίκησε τον φόβο και η διαφήμιση – η αρνητική εν προκειμένω- επιτέλεσε επιτυχώς την «αποστολή» της.
Στην δική μας αίθουσα δεν έγινε καμία «έφοδος» και αποχωρήσαμε ήσυχα μετά το τέλος της ταινίας, όλοι μαζί, ενήλικες και ανήλικοι, αποκομίζοντας, υποθέτω, ο καθένας μας τα δικά του συμπεράσματα.
Ο «κλόουν», ο «νάνος» και ο «χοντρός», που πρωταγωνιστούν στην ταινία «Τζόκερ», με παρέπεμψαν συνειρμικά στην πασίγνωστη ελληνική ταινία «Ο Κλέαρχος, η Μαρίνα και ο κοντός», με πρωταγωνιστές τον Αυλωνίτη, την Βασιλειάδου και τον Ρίζο και όχι χωρίς λόγο.
Είχε χαρακτηριστεί κι αυτό το «έργο» στην εποχή του, «Ακατάλληλον δι’ ανηλίκους». Στην εποχή μας όμως, που δεν νομίζω να υπάρχει Έλληνας, ενήλικας ή ανήλικος, που να μην το έχει δει τουλάχιστον μία φορά, αυτό ακούγεται σαν ανέκδοτο!
Μαζί όμως με τα χρόνια που αφήνουμε πίσω μας, αφήνουμε κατ’ ανάγκη και τους ξεπερασμένους κώδικες ηθικής, που αλλάζουν και προσαρμόζονται στα δεδομένα και τα ζητούμενα της κάθε εποχής.
Κανένας δεν διαφωνεί στο να υπάρχουν κώδικες ηθικής, που να γίνονται σεβαστοί από όλους, όπως και οι νόμοι του κράτους. Θα πρέπει όμως και αυτοί οι κώδικες, οι κανόνες, οι νόμοι, να αντιπροσωπεύουν την κοινωνία στην οποία αναφέρονται και αν δεν μπορεί να συμβαίνει αυτό, να καταργούνται και να αντικαθίστανται με άλλους επικαιροποιημένους και περισσότερο αποτελεσματικούς.
Επίσης, καλό θα είναι οι άνθρωποι που ασκούν εξουσία και αποφασίζουν γ’ι αυτούς τους κώδικες, να φροντίζουν να ζουν στην εποχή τους και όχι σε κάποια άλλη προγενέστερη, που ενδεχομένως, να τους έχει σημαδέψει βαθιά μέσα τους…
Πολλές φορές, η υπέρμετρη «ευαισθησία» στην τήρηση τέτοιων κανόνων, από ορισμένους ανθρώπους, υποκρύπτει βαθύτατη άγνοια, αλλά σε αρκετές περιπτώσεις κάτι ακόμα χειρότερο. Υποκρισία!
Αυτοί οι άνθρωποι έχουν κάθε δικαίωμα να διατυπώνουν την άποψή τους, η οποία είναι καθόλα σεβαστή, αλλά δεν είναι όμως απαραίτητη και η παρουσία τους, σε κάθε περίπτωση, σε ένα Υπουργείο, όπως είναι εκείνο του Πολιτισμού!
Θεωρώ ότι ένα μικρό παιδί δεν μπορεί να βλέπει τα πάντα, ούτε και να ακούει τα πάντα! Είναι απαραίτητο να μπαίνουν όρια και να είναι αυτά σαφώς καθορισμένα και ευδιάκριτα.
Πριν καλέσουν όμως την αστυνομία στα σινεμά της Αθήνας που πρόβαλαν το «JOKER» για να μαζέψει τα ανήλικα που έβλεπαν την ταινία, εκείνοι οι «ευαίσθητοι» συμπολίτες μας θα έπρεπε ίσως να σκεφτούν πως τα ανήλικα αυτά παιδιά, από τις ηλικίες των 6 με 7 ετών ή και μικρότερες, χρησιμοποιούν, με μεγάλη μάλιστα ευχέρεια, κινητά τηλέφωνα τελευταίας γενιάς, που έχουν σύνδεση στο διαδίκτυο και εκεί υπάρχουν «τα πάντα όλα…!».
Το «JOKER», που απέσπασε το «Χρυσό Λέοντα Καλύτερης ταινίας» του Φεστιβάλ Βενετίας, αποτελεί μια σύγχρονη κοινωνική καταγραφή, με πολλαπλά μηνύματα και με βαθύ πολιτικό περιεχόμενο. Αναδεικνύει τη συνύπαρξη της ψυχικής ασθένειας με τη συναισθηματική οδύνη, μέσα σε μια αλλοτριωμένη κοινωνία.
Είναι μια εξόχως δυνατή ταινία που θέτει ζητήματα. Αποτελεί αφορμή για σκέψη και προβληματισμό και εδώ ακριβώς εντοπίζω τη θετική συμβολή της. Τα ερωτήματα που θέτει είναι σύγχρονα και ουσιαστικά:
Έτσι θα είναι άραγε η πόλη του μέλλοντος, όπως η φανταστική πόλη του Gotham City της ταινίας; Μια πόλη απρόσωπη, τρομακτική, βυθισμένη στα σκουπίδια και τα τρωκτικά, που εισπνέει τη μοναξιά και εκπνέει τη βία!
Μια άθλια και καταθλιπτική πόλη, όπου ο κοινωνικός αποκλεισμός δημιουργεί συναισθήματα απόρριψης. Μετατρέπει τους αδύναμους ανθρώπους του περιθωρίου σε «απόβλητα» της κοινωνίας, σε «αναλώσιμα υλικά» μας χρήσεως. Τους θεωρεί ζωντανούς νεκρούς και τους ωθεί να αντιδράσουν βίαια.
Άραγε, πόσο μακριά να βρισκόμαστε σήμερα από μια τέτοια πραγματική και όχι φανταστική πόλη;
Μετά τον τεράστιο θόρυβο που προκλήθηκε αναίτια γύρω από την ταινία, ήταν φυσικό και επόμενο να αποτελέσει αυτή αντικείμενο μικροπολιτικής εκμετάλλευσης. Κάποιοι άσπονδοι πολέμιοι της ταινίας έσπευσαν να την χαρακτηρίσουν «αποκύημα μιας άρρωστης φαντασίας». Εγώ απλώς θέλω να θυμίσω πως πολλές φορές η πραγματικότητα ξεπερνά ακόμα και την πιο αρρωστημένη φαντασία και το έχει αποδείξει.
Όσον αφορά τώρα την ακαταλληλότητα της ταινίας, όχι σε τυπικό αλλά σε ουσιαστικό πλέον επίπεδο: Νομίζω ότι ο συντηρητικός μας εαυτός, υποκρινόμενος και πάλι, υποτιμά το πιο σημαντικό κεφάλαιο της κοινωνίας μας. Στην προσπάθειά μας να προστατεύσουμε την παιδική ηλικία, θεωρούμε, ίσως, ανίκανα τα παιδιά μας να ξεχωρίσουν την πραγματικότητα από τη μυθοπλασία και αυτό αποτελεί μέγιστη αφέλεια, για να μην πω ανοησία!
Φαντάζει δε αυτό, βαθιά υποκριτικό, σε μια κοινωνία του θεάματος στην οποία ζουν τα παιδιά μας, όπου η βιομηχανία της βίας «πακετάρει» ανεμπόδιστη μέσα σε video games, ό, τι πιο ακατάλληλο, ό, τι πιο απαγορευμένο μπορεί να συλλάβει ο ανθρώπινος νους, ανηλίκου ή ενήλικα!
Θα πρέπει επιτέλους να καταλάβουν όλοι πως ο καλύτερος τρόπος να εκθέσεις έναν έφηβο στη «μαγεία» του απαγορευμένου είναι να του το απαγορεύσεις. Αυτό ακριβώς έγινε και τώρα!
Αν είχα έναν λόγο να αποτρέψω κάποιον ανήλικο να δει την ταινία «JOKER», αυτός δεν θα ήταν ούτε η βία που κυριαρχεί στις σκηνές της, που δεν του είναι πρωτόγνωρη, ούτε ο φόβος της ταύτισής του με τον ψυχικά άρρωστο μεσήλικα πρωταγωνιστή της ταινίας.
Θα αποτελούσε όμως σίγουρα έναν καλό λόγο, η απογοήτευση που ξέρω πως θα κυρίευε πρόωρα τον ανυποψίαστο και ευαίσθητο ανήλικο, αντικρίζοντας έστω και σε έκδοση μυθοπλασίας, τον «μαγικό» κόσμο που του «ετοιμάζουν» οι ενήλικοι για να ζήσει…!