Οι άνθρωποι καταγράφουν τις σκέψεις τους, για να ανακουφίσουν τη μνήμη τους. Αρχικά καταγράφουμε τις σκέψεις μας για να βοηθήσουμε τη μνήμη μας, δηλαδή στήνουμε μια συζήτηση με τον εαυτό μας. Η ιδιάζουσα ικανότητα του ανθρώπου να συλλέγει μνήμες και να τις αναπαραγάγει κατά το δοκούν ανήκει στη φαντασία. Αυτή είναι ό,τι πιο ανθρώπινο στον άνθρωπο.
Τι γίνεται όμως όταν η αίσθηση γίνεται παραίσθηση;
Ο άνθρωπος, υπό την πίεση ενός συναισθήματος που έχει φτάσει στο σημείο να γίνει μονομανία εξαιτίας της έντασής του, βρίσκεται συχνά σε όμοια κατάσταση όπως όταν κάνει χρήση οπίου, χασίς ή πρωτοξειδίου του αζώτου. Εμφανίζονται τότε οπτασίες, φαντάσματα, τα όνειρα παίρνουν σάρκα, τα κατεστραμμένα πράγματα αναβιώνουν στην πρωτινή τους κατάσταση. Αυτό που στο κεφάλι δεν ήταν παρά μια ιδέα, γίνεται ένα έμψυχο πλάσμα ή ένα ζωντανό δημιούργημα.
Η επιστήμη πιθανολογεί γι’ αυτό σήμερα ότι κάτω απ’ την ένταση των παθών που βρίσκονται σε παροξυσμό, εγχέεται στον εγκέφαλο αίμα και η συμφόρηση αυτή προκαλεί τα τρομακτικά παιχνίδια του ονείρου σε κατάσταση εγρήγορσης, τόση απροθυμία υπάρχει να θεωρηθεί η σκέψη ως μία ζώσα και γενέτειρα δύναμη.
Απ’ τα συναισθήματα που τυχαίνει να εμφορούμεθα, περίοπτη θέση κατέχουν συνήθως η «χαρά» και η «λύπη» ως αμιγή συναισθήματα. Υπάρχει μια ιδεολογία ότι ο άνθρωπος πράττει καλώς και προοδεύει, όταν όλες του οι ενέργειες και προσπάθειες στοχεύουν στην ηδονή, τη χαρά, την ευτυχία. Σ’ αυτήν την απατηλή σκέψη μπορεί να στηρίξουμε έναν εύκολο τρόπο ζωής, να ακολουθούμε τα μηρυκάσματα των διαφημίσεων που μας κατακλύζουν καθημερινά και που «εγγυώνται» σίγουρο αποτέλεσμα και ζωή που βρίθει από χαρές.
Η μη εκπλήρωση όμως των επιθυμιών που έχουν γίνει πια έμμονες, μας φέρνουν στην αντίθετη από την προσδοκώμενη συναισθηματική κατάσταση, στη λύπη, κάτι που πολλοί δεν έχουν μάθει να αντέχουν.
Η λογική σκέψη δεν υφίσταται τότε και η φαντασία φτάνει στα όρια της παραίσθησης, το ανθρώπινο χάνεται και «η εξαίρεση επιβεβαιώνει τον κανόνα»: Παν Μέτρον άριστον.