Στις αρχές του περασμένου Απρίλη η σκηνοθέτις και καλλιτεχνική διευθύντρια του «Διεθνούς Φεστιβάλ Ιεράπετρας & Awards» και του «Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Κρήτης & Awards» Ελένη Βλάσση με την θεατροχορευτική της ομάδα βρέθηκε στο Καβούσι, μπροστά στην αρχαιότερη ελιά που σώζεται ως τις μέρες μας και που έχει χρονική απόσταση ζωής τρεισήμισι, ίσως και πέντε χιλιάδων χρόνων.
Σίγουρα την είχαν δει τα μάτια των πραγματικών Μινωιτών. Η χορογραφία της Βλάσση είχε έρθει εκεί, ενταγμένη στα προεόρτια του ερχομού της Ολυμπιακής Φλόγας στα Λασιθιώτικα μέρη, στο δρόμο της για το Παρίσι της τωρινής Ολυμπιάδας. Η εκδήλωση ήταν μια μινωική προσέγγιση, εμπνευσμένη από τη διασωζόμενη μικρογραφική τοιχογραφία της Κνωσού «Χορός στο Ιερό Άλσος».
Την ίδια ώρα στον αυλόγυρο του 18ου Δημοτικού Σχολείου Κερατσινίου υψωνόταν μια άλλη, μικρή σε ηλικία, ελιά – που παρά τα είκοσί της χρόνια – είχε τη δική της διαδρομή έναντι της πανάρχαιας της παλιάς, γιατί αυτήν τη ζούνε κάθε μέρα.
Οι φωνές των παιδιών στα σχολικά διαλείμματα συντροφεύουν με τους ήχους τους τη μικρή, ενώ η πανάρχαια ελιά στην Κρήτη ακόμα κι από τότε που ήταν κι αυτή μικρή στα μακρινά χρόνια των Μινώων μέχρι σήμερα στα χρόνια των Ελλήνων της Κρήτης, κουβαλάει στον κορμό της τις χιλιετίες από τη χαραυγή του χρόνου έως τις μέρες μας.
Κι αν όσοι την επισκέπτονται με δέος και την ιερουργούνε, γείρουν το αυτί τους στο σώμα της, θα ακούσουν ψιθυριστά τους θρύλους και τις ιστορίες αμέτρητων γενεών που τράφηκαν απ’ αυτήν και ξαπόστασαν στον ίσκιο της.
Η μικρή ελιά στο σχολείο λοιπόν. Φυτεύτηκε τον Απρίλη του 2004 πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Όταν αναπτύχθηκε και έγινε στα μάτια των μαθητών η παρουσία της καθοριστική πέρα από τους συμβολισμούς, μαζεύτηκαν από τα παιδικά χέρια οι πρώτοι καρποί της.
Ακόμα και σήμερα στις γεωργικές περιοχές της χώρας, μία ελιά φυτεύεται όταν γεννιέται ένα παιδί. Η ελιά και το παιδί θα μεγαλώσουν ταυτόχρονα. Όταν το παιδί ξεκινήσει το σχολείο, στην ηλικία των 6 ετών, η ελιά είναι έτοιμη να δώσει καρπούς . Η ελιά θα μεγαλώσει με την οικογένεια, θα επιζήσει και θα βρίσκεται εκεί πολλές γενιές αργότερα για να θυμίζει την συνέχεια και την εξέλιξη της ζωής.
Το μάζεμά τους συνοδεύτηκε από στίχους γνωστών ποιητών, του Μαβίλη, του Σικελιανού, του Ρίτσου, του Βρεττάκου, του Ελύτη, που αναφέρονταν στην ελιά.
Ξεκινώντας από την πασίγνωστη του Κωστή Παλαμά «Είμαι του ήλιου η θυγατέρα, | η πιο απ’ όλες χαϊδευτή. | Χρόνια η αγάπη του πατέρα | σ’ αυτόν τον κόσμο με κρατεί. | Όσο να πέσω νεκρωμένη | αυτόν το μάτι μου ζητεί. | Είμ’ η ελιά η τιμημένη. | Όπου και αν λάχει κατοικία (όπως στην αυλή αυτού του σχολείου) | δεν μ’ απολείπουν οι καρποί. | Ως τα βαθιά μου γηρατεία,| δεν βρίσκω στην δουλειά ντροπή. | Μ’ έχει ο θεός ευλογημένη, | κι είμαι γεμάτη προκοπή. | Είμ’ η ελιά η τιμημένη».
Μετά η απαγγελία συνεχίστηκε με την άγνωστη «Ελαία» του Ανδρέα Κάλβου «Σύμβολον της ειρήνης, | χαίρ’ ευσχήμων ελαία! | Υπόθεσις της λύρας μου | να γίνεις, με αναγκάζει | η ευγνωμοσύνη. | Πλουμισμένην σε βλέπω, | χρυσοκάρπιμον δένδρον, | οι κλάδοι σου ξανθίζουσι | και τ’ άσπρα σου άνθη πίπτοντα | την γην στολίζουν. | Καλλιστέφανον σ’ έκραξαν | οι αθληταί εις τα Ολύμπια, | ότι εκ σου στέφανα έπλεκον | κι ο νικητής τα εφόρει | νίκης σημείον. | Ουράνιον ξύλον πάντοτε | σ’ ενόμισαν οι αρχαίοι. | Ο γεωργός τιμάς | και δώρα προσαπόκτιζε | δι’ εσέ πρεπόντως. | Τώρ’ οι εμμανείς κι ανόητοι | τους βλαστούς σου που η φύσις | κι ο ιδρώς του εργάτου ανέθρεψε | της φλογός εις θυσίαν | άσπλαχνα κόπτουν.| Ω προνόμιον μωρίας! | Α, δυστυχείς κι ασύνετοι! | Θέλει φθάσει καιρός | που οι στεναγμοί σας μάταιοι | θέλει απομείνουν. | Συ δ’ ευτύχει, ω ελαία! | Αφθόνως τους καρπούς σου | δίδε πάντα εις ημάς | κ’ εγώ ευγνωμόνως πάλιν | θέλει σε υμνήσω.»
Πολλούς τέτοιους στίχους είχανε βρει να πούνε τα παιδιά. Εκείνους όμως που κατάλαβαν και, γι’ αυτό, τους νιώσανε στην απλοϊκότητά τους ήταν του Ιωάννη Πολέμη: «Ευλογημένο να ’ναι, ελιά, το χώμα που σε τρέφει, | κι ευλογημένο το νερό που πίνεις απ’ τα νέφη, | κι ευλογημένος τρεις φορές αυτός που σ’ έχει στείλει | για το λυχνάρι του φτωχού, για τ’ άγιου το καντήλι. | Δεν είσαι συ περήφανη σαν τ’ άλλα καρποφόρα, | που βιαστικά, ανυπόμονα, δεν βλέπουνε την ώρα | πότε με τ’ ανθολούλουδα τους κλώνους να σκεπάσουν | και με μια πρόσκαιρη ομορφιά τα μάτια να ξιπάσουν. | Εσύ ’σαι πάντα ταπεινή. Πάντα δουλεύτρα, σκύβεις, | μ’ όλα τα πλούτη που κρατείς, μ’ όλο το βιό που κρύβεις. | Γι’ αυτό απ’ τα πρώτα νιάτα σου, που τα φιλούν οι ανέμοι, | ως τα βαθιά γεράματα, που το κορμί σου τρέμει, | και γέρνει κάθε σου κλαδί και κάθε παρακλάδι, μέσα στον κούφιο σου κορμό δεν σου ’λειψε το λάδι».
Δεν έλειψαν κι από τα παιδικά τους χείλη ούτε κάποιοι στίχοι, στα κρητικά γραμμένοι, από τον μαντιναδολόγο δάσκαλό τους για την ελιά: «Είσαι δεντρό περήφανο, χιλιοτραγουδισμένο, | πο τσι θεούς και τσι λαούς περίσσα λατρεμένο. | Στα χρόνια τα μινωικά ήσουνε στα παλάθια | κι ό,τι βγαζες γινότανε πολύτιμη πραμάθεια. | Μα και σε σπήλιους, σε κορφές, με λάδι σου ερχόνταν | οι λάτρεις και εις τους θεούς με σέβας προσευχόνταν».
Τότε κλήθηκε ο μουσικός Κωνσταντίνος Σαλλής – μέσα από τη δημιουργική γραφή που καλούνται τα παιδιά να φτιάξουν τα δικά τους στιχουργήματα – να προσθέσει τις νότες του, μετατρέποντάς τα σε «μουσικό τηλεγράφημα».
Ο συμβολισμός της παρουσίας της όμως δεν μένει μόνο στο μεγάλωμά της μέσα σ’ ένα σχολείο. Στην ελληνική πραγματικότητα, αυτή η ελιά φιλοξενείται στο μυθικό έδαφος του Ξένιου Δία. Και πέρα απ’ αυτήν, στα ανοιχτά της θάλασσας του Κερατσινίου απλώνεται ακόμα και σήμερα μαζί της η Ιστορία.
Ένας αλλιώτικος δάσκαλος του σχολείου, ο Μιχάλης Πιτυκάκης από την Καλαμαύκα ψηλά στα «ωραία όρη» του Λασιθίου που κάποτε ήταν στον πάτο μιας αρχέγονης θάλασσας, είναι η γενεσιουργός αιτία που ανταμώνουν στην αναφορά μας εδώ οι δυό ελιές, η μικρή και η μεγάλη, κι ας βρίσκονται τόσο μακρυά μεταξύ τους – η μία στην Αττική και η άλλη στην Κρήτη.
Στην πανάρχαια ελιά του Αζοριά, όπως λέγεται το μέρος της εκεί στο Καβούσι, οφείλει στο άκουσμά της τη μαθητεία του για την ιερότητά της, αλλά και στη μικρή ελιά του Κερατσινίου όπου με τη σειρά του διδάσκει τη σπουδαιότητά της στους μικρούς μαθητές του.
Σπηλαιολόγος και μαντιναδολόγος ο ίδιος, μπαίνει εξίσου στα άδυτα της ψυχής και της καρδιάς με τις ευκαιρίες που του δίνει το δέος.
Μια τέτοια ευκαιρία τού την έδωσε η Αρχαιότητα. Για τους αρχαίους Αθηναίους η αρχή του χρόνου ήταν τον Σεπτέμβριο, όπως και των σημερινών μαθητών άλλωστε «που αρχίζουν τα σχολεία». Όμως επειδή για τους τωρινούς Αθηναίους η αρχή του χρόνου είναι αλλιώτικα καθιερωμένη στον Δεκέμβριο, με τους ήχους του αρχιμηνιά κι αρχή χρονιά και του ω έλατου, στο σχολείο των μικρών στο Κερατσίνι έχει οριστεί κάθε χρόνο αντί του στολισμένου έλατου να είναι αυτή η ελιά, η ελιά τους.
Το στόλισμα της ελιάς σαν χριστουγεννιάτικο δέντρο ξεκίνησε από μια δυσκολία: Λόγω μη χωρητικότητας στην αίθουσα της τάξης τους. Σκέφτηκε ο δάσκαλος και συσκέφτηκε με τα παιδιά το χριστουγεννιάτικο δέντρο να είναι έξω, εκεί, στην ελιά. Στο στόλισμά της πρωτοτύπησαν και πάλι, ανακαλύπτοντας το αρχαίο έθιμο της ειρεσιώνης – που είχε σχέση με την ελιά, γιατί τότε η βάση του στολίσματος ήταν ένα κλαδί ελιάς.
Ένα κλαδί ελιάς λοιπόν περιτυλιγμένο με λευκές κορδέλες από μαλλί, απ’ όπου κρέμονταν όλων των ειδών οι καρποί της πρώτης φθινοπωρινής σοδειάς. Παιδιά τραγουδώντας καλένδες (κάλαντα δηλαδή) περιέφεραν, στην πόλη της αρχαίας εποχής τους, στεφάνια «ειρεσιώνης», τα κρεμούσαν στις πόρτες των σπιτιών κι ευχόντουσαν στον νοικοκύρη «πλούτον», «ευφροσύνην», «ειρήνην αγαθήν», παίρνοντας μικρά δώρα.
Μ’ αυτόν το τρόπο, τότε, μικροί και μεγάλοι εκφράζανε τις ευχαριστίες τους στους θεούς για τη γονιμότητα της χρονιάς που πέρασε. Και όχι μόνο αυτό. Παρακαλούσαν να συνεχιστεί η ευφροσύνη τους και την επόμενη χρονιά και να έχουν τη βοήθειά τους σε κακή εποχή δυσκολίας, όπως είναι η πείνα ή η επιδημία.
Ο καιρός τους αυτός, αξίζει να το μάθουμε, είχε πάρει το όνομά του από τα Πυανέψια (πύανος και έψω σημαίνει βράζω κουκιά) που γιορτάζονταν προς τιμή του Απόλλωνα. Σύμφωνα με την παράδοσή τους, όταν ο Θησέας πήγαινε στην Κρήτη για να αντιμετωπίσει τον Μινώταυρο, σταμάτησε στη Δήλο και έκανε θυσία στον Απόλλωνα, λέγοντας ότι σε περίπτωση που κερδίσει τη ζωή τη δικιά του και των άλλων νέων της Αθήνας θα του πρόσφερε στολισμένα κλαδιά ελιάς για να τον ευχαριστήσει.
Επιστρέφοντας στην πατρίδα του, ο Θησέας εκπλήρωσε την υπόσχεσή του με αυτό τον θεσμό. Το φαγητό με τα κουκιά εξηγείται με το ότι κατά το ταξίδι του γυρισμού τα τρόφιμα στο καράβι είχαν τελειώσει. Έτσι την έβδομη μέρα οι σύντροφοι του Θησέα μάζεψαν ό,τι μπορούσαν να βρουν και το μαγείρεψαν κάνοντας ένα πρόχειρο φαγητό με βάση τα κουκιά. Το έθιμο αυτό, προς τιμή του Απόλλωνα, διατηρήθηκε ως Πυανέψια κι έδωσε την ονομασία του και στον μήνα, τότε που γινόταν η μεγάλη γιορτή των Θησείων.
Και για να έρθουμε στη δικιά τους πραγματικότητα στο 18ο Δημοτικό Σχολείο Κερατσινίου, οι μαθητές φροντίζουν στο τέλος του Χειμώνα την ελιά. Στο έδαφός της, στα κλαδιά της, και κυρίως στο συγκράτημα του ύψους της – για να θυμίζει πάντα τα μικρά παιδιά. Γιατί σαν μαθητές μεγαλώνουν και φεύγουν, αλλά σαν μνήμες γύρω από μια σχολική ελιά παραμένουν πέρα από τον αδυσώπητο χρόνο της ηλικίας τους.
Παρ’ όλα αυτά, οι μαθητές που αφήνουν πίσω τους το σχολείο, εφαρμόζουν στην πράξη το τραγούδι του αποχωρισμού και σε προχωρημένα χρόνια τους, συμβολίζουν κάτω από την ελιά το αντάμωμά τους: «Μήπως πρέπει να φύγουμε χωρίς ελπίδα πιά | πως θα ξανανταμώσουμε, αδέλφια μου, ξανά; | Όχι δεν χωριζόμαστε για πάντοτε, παιδιά, | μα θα ξαναβλεπόμαστε, αδέλφια μου, συχνά. | Και τώρα ας ενώσουμε τα χέρια όλοι μαζί | και αλυσίδα ας πλέξουμε αγάπης δυνατή. | Όχι δεν χωριζόμαστε για πάντοτε, παιδιά, | μα θα ξαναβλεπόμαστε, αδέλφια μου, συχνά. | Παλιό κι ωραίο παρελθόν που ζήσαμε μαζί | ας μείνει για παράδειγμα στη νέα μας ζωή. | Όχι δεν χωριζόμαστε για πάντοτε, παιδιά, | μα θα ξαναβλεπόμαστε, αδέλφια μου, συχνά. | Και ο Θεός, που αδιάκοπα μάς βλέπει από ψηλά, | θα μας ενώσει κάποτε όλους μαζί ξανά. | Όχι δεν χωριζόμαστε για πάντοτε, παιδιά, | μα θα ξαναβλεπόμαστε, αδέλφια μου, συχνά».
Αυτή η μικρή, η εικοσάχρονη σήμερα ελιά τους, έχει κι έναν κατευναστικό λόγο ύπαρξης όταν αντιμαχόμενες ομάδες του σχολείου είτε σαν τάξεις είτε σαν κλίκες καλούνται από τους δασκάλους τους να δώσουν ειρηνευτικό χαιρετισμό στον ίσκιο της μοναδικής ελιάς του σχολείου. Κι εκτός απ’ όλα αυτά, υπάρχει και η υπόσταση της ελιάς τους σαν κότινος – που στα αρχαία ελληνικά σήμαινε το στεφάνι το φτιαγμένο από ελιά και που στην ολυμπιακή φετινή χρονιά στεφάνωσε τα μικρά κεφάλια των μεγάλων νικητών εκεί μέσα στον αυλόγυρο του 18ου Δημοτικού Σχολείου στο Κερατσίνι.
Στα πλαίσια λοιπόν της Ολυμπιακής χρονιάς οι μαθητές, τωρινοί και προηγούμενοι, συμμετέχουν σε Λογοτεχνικό Διαγωνισμό. Τα βραβευμένα πονήματα των «νέων ελαιουργών» για τη μικρή ελιά θα κληθούν να ακουστούν μακρυά από την εικοσάχρονη ελιά τους – στην Κρήτη, στο Καβούσι, κοντά στη μακραίωνη αρχαία ελιά, συμβολίζοντας τη σημερινή νιότη με την αιώνια νιότη.
Θα είναι η 7η Αυγούστου, στα πλαίσια του 11ου Διεθνούς Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Ιεράπετρας.