Κάθε καλοκαίρι ερχόμαστε, για μια επιπλέον φορά, κοντά με την τραγωδία της Κύπρου και ολόκληρου του ελληνισμού, πιο σωστά, η οποία συνεχίζεται κάπου μισό αιώνα τώρα με την ανοχή στην πραγματικότητα του δυτικού και του πολιτισμένου, γενικώς, κόσμου. Όμως φέτος, βιώνουμε ίσως τη μνήμη των εκατό χρόνων από τη μεγαλύτερη καταστροφή του σύγχρονου ελληνισμού, η οποία συνετελέσθη  το 1922.

Το ξερίζωμα από τις μακραίωνες προγονικές  εστίες, τόσων και τόσων εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων της Μικράς Ασίας, τις προγραμματισμένες βιαιοπραγίες και δρομολογημένες εξοντώσεις  αθώων και  αμάχων που δεν έχουν προηγούμενο στον αιώνα που μας άφησε.

Όμως, την ίδια στιγμή, οφείλουμε να φέρουμε στο νου και τη θύμησή μας  τα ολέθρια σφάλματα που διαπράξαμε ως έθνος και τα οποία οδήγησαν στον καταστροφικό όλεθρο και από τα οποία πρέπει να αντλούμε χρήσιμα για το μέλλον μας διδάγματα.

Δυστυχώς, όμως, ούτε μάθαμε ποτέ, ούτε  σήμερα δείχνουμε τέτοιες τάσεις, γιατί στο ίδιο έργο βρεθήκαμε πολλές φορές θεατές στον αιώνα που πέρασε.  Για τον εθνικό διχασμό του 1915-1917, ασχολήθηκαν πολλοί ιστορικοί σε μια προσπάθεια να αποδώσουν όσο πιο πιστά μπορούσαν  την πικρή αλήθεια.

Όλες οι περιγραφές και αναλύσεις συγκλίνουν στην άποψη ότι η χώρα μας βρέθηκε στο επίκεντρο της προσπάθειας διαμόρφωσης πολυδαίδαλων διεθνών συνθηκών και της ανεύρεσης του  βηματισμού της στο διεθνές στερέωμα. Κεντρικής και ουσιώδους σημασίας, η γερμανική επιβολή των απόψεων και συμφερόντων αυτής της χώρας στα του οίκου μας, μέσω του  βασιλιά της Ελλάδας, Κωνσταντίνου.

Το τι επακολούθησε, στη σχέση του με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, και ο εθνικός διχασμός  που δρομολογήθηκε, είναι γνωστά. Λίγο μετά εκείνη την εσωτερική καταστροφή, είχαμε την εξέλιξη της επώδυνης μικρασιατικής καταστροφής!

Λίγες δεκαετίες αργότερα, καινούργια εσωτερική καταστροφή. Ο αδελφοκτόνος εμφύλιος πόλεμος του 1946-1949, όταν η χώρα προσπαθούσε εκ νέου να ανεύρει τη θέση της εν μέσω διεθνών αντεγκλήσεων και διαφωνιών, μετά το πέρας του δευτέρου μεγάλου πολέμου, τη στιγμή που άπαντες προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να ανασυνταχθούν.

Ήταν εποχή κατά την οποία μερίδα πολιτών και πολιτικών  αμφισβητούσε την άποψη  να  ανήκουμε  στη Δύση. Εκείνη τη φορά στη θέση του βασιλέως “βρέθηκε” το Κομμουνιστικό Κόμμα που είχε ως απώτερο σκοπό τη βίαιη αλλαγή πολιτικού στρατοπέδου και κατεύθυνσης από τη χώρα μας, τη στιγμή μάλιστα που το μέλλον της είχε ήδη καθοριστεί από  την προηγηθείσα και γνωστή σε όλους Συμφωνία της Γιάλτας. Τα όσα επακολούθησαν, ακόμη επηρεάζουν τις πολιτικές εξελίξεις στην πατρίδα μας η οποία πλήρωσε για άλλη μια φορά  πολύ ακριβά την εμφύλια σύγκρουση.

Η Κυπριακή τραγωδία είχε τον λόγο στη συνέχεια. Τώρα είχε βρεθεί η χούντα των συνταγματαρχών απέναντι και αντιμέτωπη με την εθνική γραμμή. Ο ρόλος των Βρεττανών και των Αμερικανών, εδώ, στην τουρκική εισβολή στη μεγαλόνησο, χιλιοειπωμένος και αναμφισβήτητος.

Εθνικές αστοχίες, αβλεψίες, αθλιότητες και επιπολαιότητες, οδήγησαν στην κατάληψη μεγάλου μέρους της μαρτυρικής νήσου η οποία συνεχίζεται μέχρι τώρα. Είχαν μεσολαβήσει τα γεγονότα στο Πολυτεχνείο, τα οποία ήρθαν για ακόμη μια φορά στο προσκήνιο τελευταία στη Βουλή. Όμως θύμα όλων αυτών δεν ήταν μόνο η Κύπρος, αλλά ολόκληρος ο ελληνισμός.

Μετά τη μεταπολίτευση, βιώσαμε κάποιες διχαστικές πινελιές οι οποίες ευτυχώς έμειναν στο επίπεδο των διαχωρισμένων χρωματικά καφενείων, ενώ στη συνέχεια επανέκαμψαν με αρκετές απαράδεκτες αθλιότητες εντός και εκτός του Κοινοβουλίου.

Όμως, η χώρα δεν μπορεί να σύρεται διαρκώς από τέτοιου είδους ενέργειες.

Η θέση της στο διεθνές γίγνεσθαι είναι γνωστή και έτσι οφείλει να πορευτεί του λοιπού μακρυά και αποστασιοποιημένη από φυγόκεντρες τάσεις και δυνάμεις που δρουν είτε φανερά, είτε υποδόρια και υποχθόνια. Παρατηρώντας κάποιες τηλεοπτικές εκπομπές και παρακολουθώντας την επικαιρότητα, ένας ουδέτερος παρατηρητής θλίβεται βαθιά από το επίπεδο του πολιτικού διαλόγου και των σχετικών αντιπαραθέσεων σε κρίσιμες εθνικές επιλογές.

Όλες οι  εθνικές καταστροφές που βίωσε η σύγχρονη Ελλάδα, ήταν  αποτέλεσμα  κατάλυσης της  δημοκρατικής και συνταγματικής τάξης, κάτι που, όπως αποδείχτηκε, κόστιζε τελικά πολλά στη χώρα.

Σήμερα με τον γνωστό εξ’ ανατολών κίνδυνο από τη μια μεριά και τον βίαιο ξεριζωμό κάπου εκατό χιλιάδων Ελλήνων από τις εστίες τους στη ερειπωμένη πια Μαριούπολη, η πλειονότητα των πολιτών επιθυμεί ηρεμία, αναστοχασμό και κατάλληλες δράσεις, και ουχί ανεύθυνες πολιτικές τοποθετήσεις και κομματικές σκοπιμότητες.