Kι είναι γεμάτο θρύλους και παραμύθια το Μεγάλο μας Κάστρο ή Χάνδακας. Κάθε γωνιά του και μια ιστορία, κάθε σοκάκι κι ένας αναστεναγμός, κάθε κτίσμα μια θύμηση και κάθε εκκλησιά θησαυρός πολύτιμος κειμηλίων και …ζωής που πέρασε!
Στον Άγιο Μηνά κατηφόρισα πάλι λίγο μετά το ξημέρωμα. Κυριακή κι είναι ανοιχτά από πολύ νωρίς με ελάχιστο κόσμο και απόλυτη ηρεμία. Μια μικρή περιήγηση για να σταθώ σε εκείνο το μοναδικό ξυλόγλυπτο τέμπλο που δωρίστηκε κάποτε από ανθρώπους που ανήκαν στην περίφημη Συντεχνία των Πλακουντοποιών, για χάρη του προστάτη τους του Αγίου Σπυρίδωνα! Να ξαναδώ και να θαυμάσω την «ιστορία», να μαγευτώ από τα χρώματα της νεώτερης εικόνας που φιλοτεχνήθηκε μοναδικά στα 1911 από τον Ευάγγελο Μαστρογιαννάκη!
Κι είναι η γιορτή του Αγίου Σπυρίδωνα αύριο, στις 12 του Δεκέμβρη κι έχουν τούτες οι δυο εικόνες μια ιστορία θαυμαστή και έναν θρύλο από τους λίγους κι ήθελα κι εγώ να τον θυμηθώ!
Την Εποχή της Τουρκοκρατίας ο Άγιος Σπυρίδωνας ήταν προστάτης των Πλακουντοποιών, δηλαδή των Φουρνάρηδων που έφτιαχναν παξιμάδι και κουλούρια. Το σωματέιο τους τους ήταν από τα παλαιότερα που υπήρχαν στην πόλη, συντεχνία τον καιρό των Ενετών, όταν ιδρύθηκε ,με πλούσια ευεργετική δράση και πλήθους αφιερωμάτων στον ναό που την φιλοξενούσε, αν και για μεγάλο διάστημα «έμενε »η πιο μικρή, η πιο θρυλική στο σπίτι του εορτασθέντος μέλους του σωματείου. Ήταν η παραμονή και η ημέρα της εορτής που η εκκλησία γέμιζε άρτους και η εικόνα με το ξυλόγλυπτο τέμπλο περιφερόταν με πομπή στους δρόμους του Μεγάλου Κάστρου με τη συνοδεία όλων των μελών του σωματείου, ακόμα και την περίοδο της μεγάλης τούρκικης κατοχής του.
Λέγεται, σύμφωνα με έρευνα του Νικολάου Ζευγαδάκη, πως την περίοδο της Τουρκοκρατίας και ιδίως περί της θητείας του Σεβαστού Μητροπολίτου Κρήτης Τιμόθεου Καστρινογιαννάκη (1882-1897) ενισχύθηκαν οι εορτασμοί και μάλιστα μέσα στον ναό και η συντεχνία των πλακουντοποιών διατηρούσε « …πολυκάνδηλον με τον φούρνον, το φτυαράκι και την πιρούνα…». Την ημέρα της εορτής του Αγίου κάθε Συντεχνίας και ιδιαίτερα των Πλακουντοποιών, συνεχίζει ο Ζευγαδάκης, «… στον οίκο ή τους εορτάζοντας δύο οίκους της συντεχνίας , διεξήγετο ο περαιτέρω εορτασμός με κρητικούς χορούς και άσματα…
Η διασκέδασις αυτή, κατά την οποίαν, εκτός των αναψυκτικών, παρετίθετο και πλούσιαν τράπεζα, ως συμβαίνει και σήμερον εις την συντεχνία των πλακουντοποιών, ήτις εορτάζει τον προστάτην της Άγιο… (1963)». Στο Μεγάλο Κάστρο λοιπόν, κάπου στα 1870, στην συνοικία Τσεπανέ, σημερινή Αγίου Τίτου, υπήρχε ένας φούρνος με φούρναρη τον Μιχάλη Φουντουλάκη ή Στραβοπόδα που έψηνε τα ψωμιά και τα κουλούρια των κατοίκων της περιοχής.
Η συνήθεια της εποχής ήθελε όλα τα ζυμωμένα ψωμιά που έφερνε Τούρκος ή Χριστιανός στον φούρνο να ναι τοποθετημένα πάνω σε μια σανίδα ή τάβλα. Ένας από τους πελάτες του κ. Μιχάλη ήταν κι ένας Τούρκος Αγάς που φρόντιζε να πηγαίνει ο ίδιος το ψωμί του πάνω σε μια μικρή σανίδα που πάντα έπαιρνε αμέσως πίσω, την τύλιγε σε μια καθαρή πετσέτα και την έφερνε σπίτι του. Το ψωμί του το ξεχώριζε από ένα ειδικό σημάδι που έβαζε πάνω στη ζύμη. Ο κ. Μιχάλης ήταν περίεργος γιατί ο Αγάς επέμενε να παίρνει την σανίδα του κάθε φορά που ερχόταν και αφού ρώτησε το οικογενειακό του περιβάλλον έμαθε πως το ψωμί του ζυμωνόταν χωρίς προζύμι και βάζοντας το πάνω σ αυτήν την σανίδα αυτό φούσκωνε κανονικά όπως όλα τα άλλα που είχαν προζύμι.
Η περιέργεια του γινόταν όλο και πιο μεγάλη και παρακάλεσε τον Αγιο Σπυρίδωνα να του δώσει τη δυνατότητα να βρει τρόπο να πάρει την σανίδα στα χέρια του. Έτσι μια μέρα που Αγάς έλειπε από πολύ νωρίς στα κτήματά του, πήγε στο φούρνο μια μικρή αραποπούλα υπηρέτρια του. Ήταν η ευκαιρία που περίμενε ο φούρναρης. Της είπε να αφήσει έτσι όπως ήταν το ψωμί πάνω στη σανίδα γιατί ο φούρνος ήταν γεμάτος και δεν μπορούσε να το ψήσει εκείνη τη στιγμή, να φύγει και αυτός θα φρόντιζε για όλα.
Το σχέδιό του πέτυχε, η κοπέλα έφυγε κι εκείνος σαν έμεινε μόνος του ανακάλυψε πως πάνω στη σανίδα υπήρχε μια εικόνα αλλά δεν μπορούσε να ξεκαθαρίσει πια μορφή αγίου εικονιζόταν. Στη συνέχεια κάνοντας το σήμα του Σταυρού τρεις φορές πήρε και έκρυψε ανάμεσα στα καυσόξυλα την «άγια» σανίδα. Στην Αραποπούλα που ήρθε να πάρει το ψωμί είπε πως μάλλον μπερδεύτηκαν οι σανίδες και την πήρε κάποιος στο σπίτι του.
Η κοπέλα επέστρεψε στο κονάκι του Αγά ο οποίος έγινε έξαλλος. Έφυγε αμέσως για τον φούρνο του κ. Μιχάλη όπου ακολούθησαν λογομαχίες και καμπόσες ξυλιές χωρίς όμως να καταφέρει να αποσπάσει την αλήθεια από τον φούρναρη. Πήρε ένα μαχαίρι, τον απείλησε και τελικά τον μαχαίρωσε στο αυτί. Παρουσία Χριστιανών και Τούρκων ο Αγάς ομολόγησε την θαυματουργή δράση της εικόνας, ωστόσο ο κ. Μιχάλης, αν και τραυματισμένος, συνέχισε να κρατάει καλά το μυστικό του. Στα Σπιτάλια νοσηλεύτηκε μέρες πολλές, ίσαμε να γιάνει η πληγή.
Επενέβη ο ίδιος ο Πασάς ο Μπίμπασης αλλά ο κ.Μιχάλης δεν ομολόγησε που είχε κρύψει τη σανίδα. Για να γλυτώσει από τη μανία του Αγά και των άλλων Τούρκων ο φούρναρης αναγκάστηκε σαν έγινε καλά να φύγει στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, μέχρι να ξεχαστεί όλο το θέμα και τελικά έμεινε εκεί κάμποσα χρόνια ασκώντας το επάγγελμα του κουλουροπώλη.
Η σανίδα έμεινε κρυμμένη σε τόπο μυστικό ίσαμε την επιστροφή του. Όταν οι Τούρκοι σχεδόν είχαν φύγει από το νησί ο Μιχάλης Φουντουλάκης επέστρεψε στο Μεγάλο Κάστρο και παίρνοντας την εικόνα από κει που την είχε αφήσει τόσα χρόνια και την έδειξε στον αγιογράφο Χατζή Αλέξανδρο, ο οποίος διέκρινε πως επρόκειτο για τη μορφή του Αγίου Σπυρίδωνα. Ο Μαστρομιχάλης, όπως τον φώναζαν, έδωσε εντολή να ανανεωθούν τα χρώματα της εικόνας όπως ακριβώς στο πρωτότυπο δίνοντας του αμοιβή 10 γρόσια.
Ο Μαστρομιχάλης δώρισε αργότερα την εικόνα του Αγίου Σπυρίδωνα στο Σωματείο των Πλακουντοποιών, οι οποίοι επειδή ήταν μικρή, της πρόσθεσαν ξύλο γύρω γύρω και κολώνες και πλέον έγινε η επίσημη εικόνα που αντιπροσώπευε όλα τα μέλη του Σωματείου.
Βγήκα έξω απ’ την εκκλησιά κι ένιωσα να ‘μαι κομμάτι της μεγάλης πομπής που ξεκινούσε την παραμονή στις γειτονιές του Μεγάλου Κάστρου. Πρωτοπόρος η θαυματουργή εικόνα και πλήθος κόσμου, πιστών, ζητιάνων και περίεργων ακόμα και κοκκινοφεσάδων να ακολουθούν σιωπηλά. Όλοι κρατώντας ένα κερί στη μεγάλη λιτανεία με τη σημαία του σωματείου παραστάτη της θαυματουργής εικόνας. Ναι, αυτή ήταν η ιερή εικόνα, που φυλασσόταν στο σπίτι του εορτάζοντος μέλους κατά τη συνήθεια ως την επόμενη χρονιά. Κι όλα αυτά μέχρι το 1910 που με έξοδα του σωματείου φτιάχτηκε ξυλόγλυπτο εικονοστάσι τοποθετώντας στο μπροστινό μέρος τη θαυματουργή εικόνα και στην πλάτη του ολόσωμη τη μορφή του Αγίου από τον αγιογράφο Ευαγ. Μαστρογιαννάκη…
Ερημιά ήταν έξω, σύννεφα πολλά στον ουρανό και περιστέρια κουρνιασμένα στους τρούλους, τα γείσα και τις κορφές των δυο πολύτιμων εκκλησιών μας…
Πήρα πάλι το ποδήλατο μου και κατηφόρισα προς την Αγία Τριάδα… Ισαμε την επόμενη φορά!
ΠΗΓΕΣ: Φυλλάδιο «Ιστορία της ιεράς εικόνος του Αγίου Σπυρίδωνα», Μητρ.Ναός Αγίου Μηνά, εκδ. Γ΄ 2013, Το ψωμί των Ελλήνων και τα γλυκίσματα, Νίκος & Μαρία Ψιλάκη, εκδ. Καρμανωρ, 2001, Εφημ. «Νέα Χρονικά», 10-9-1945, Εφημερίδα ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ, 23/7/1963, Αρχείο Βικελαίας Δημ. Βιβλιοθήκης Ηρακλείου http://zhtunteanagnostes.blogspot.gr