Το πρώτο μυθιστόρημα της Βανέσσας Λαμπροπούλου «Το μεγάλο παιχνίδι», που παρουσίασα παλαιότερα στη στήλη αυτή, ασχολείται με το σύγχρονο δυτικό κόσμο της τεχνολογίας, όπου οι άνθρωποι αναζητούν να βρουν την πραγματική τους ταυτότητα και να κερδίσουν το στοίχημα της ζωής. Η πλοκή του είναι σύνθετη και αποτυπώνεται μια κοινωνία που μας είναι ιδιαίτερα γνωστή.
Πρόσφατα κυκλοφόρησε ένα ακόμα μυθιστόρημά της με τίτλο «Αγέλαστος πέτρα» από τις εκδόσεις Πηγή που κέρδισε το βραβείο της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών. Ο τίτλος του μας παραπέμπει στον βράχο της Ελευσίνας, που θεωρείται ιερός, γιατί σ’ αυτόν κάθισε η Δήμητρα και μοιρολογούσε την κόρη της Περσεφόνη που έκλεψε ο Πλούτωνας.
Στον εξαιρετικό Ομηρικό Ύμνο στη Δήμητρα η δούλη της η Ιάμβη της προσφέρει ένα μεθυστικό ποτό τον «κυκεώνα» για να την παρηγορήσει και της λέει διάφορα αστεία. Τι περιείχε αυτό το άγνωστο ποτό δεν γνωρίζουμε, έμεινε όμως στη γλώσσα μας η λέξη και το αρχαιοελληνικό μέτρο ίαμβος.
Στο μυθιστόρημα αυτό όλα είναι διαφορετικά από το πρώτο. Ο χώρος δράσης είναι η Ταϊλάνδη και η Ινδία. Κάποτε η Ανατολή ήταν ένας πολυπόθητος χώρος και είναι γνωστό το κίνημα του οριενταλισμού που ενέπνευσε πολλούς δυτικοευρωπαίους πεζογράφους και ποιητές, γιατί φαντάζονταν ότι θα γνωρίσουν ένα χώρο μαγείας και αθωότητας. Φυσικά στην Ανατολή περιλαμβανόταν και η Ελλάδα και έχουμε αρκετές περιγραφές της από Γάλλους και Άγγλους περιηγητές.
Αν αναλογιστούμε όσα συμβαίνουν σήμερα στη χώρα μας, το έργο αυτό είναι προφητικό και καταγγέλλει την παιδική εργασία, την κακοποίηση και τη σεξουαλική εκμετάλλευση μικρών παιδιών, αγοριών και κοριτσιών, που έχουν μετατραπεί σε εμπορεύματα για παιδόφιλους.
Περιγράφεται μια δυστοπία που αναδεικνύει τις ενοχές μας, γιατί η γενικότερη σιωπή μας σε τέτοιες καταστάσεις είναι απαράδεκτη. Για να την αποφύγουμε υποκρινόμαστε άγνοια και αδιαφορούμε, ενώ η κόλαση ίσως είναι η πατρίδα μας και ο πόνος των άλλων και δικός μας πόνος.
Μέσα σε ακραία φτώχια και στέρηση ο μικρός Σαρούτ και η Σουντίντα μελετούν και ονειρεύονται, ενώ η τραγική μάνα τους λυτρώνεται με τον θάνατο του βασανιστή συζύγου της.
Για να εξασφαλίσει τη δόση της θα πουλήσει το αγόρι της σε σωματέμπορους που τροφοδοτούν Ευρωπαίους παιδόφιλους. Έτσι ξεκινά μια τραγωδία και ένας αγώνας λύτρωσης. Το παιδί θα γνωρίσει μια μικρή κοπέλα σ’ ένα άλλο βασανιστήριο και θα πουλήσουν τον ένα τους νεφρό με την ελπίδα να γλυτώσουν. Πάντα ελπίζουν και προσδοκούν.
Όλο το έργο κινείται σ’ έναν κόσμο σκοτεινό, όπου κάθε στιγμή αποκαλύπτεται η ανθρώπινη βαρβαρότητα και παραμονεύει ο θάνατος. Ακόμα κι έτσι όμως η Τέχνη ξέρει να χαρίζει το φάρμακό της και να μας λυτρώνει. Δεν έχει κανείς παρά να θυμηθεί την αρχαία τραγωδία, όπου παρακολουθούμε με έλεος και φόβο τον σπαραγμό των ανθρώπων και συνειδητοποιούμε τα όρια μας.
Η Βανέσσα Λαμπροπούλου χειρίζεται το μύθο της με δεξιοτεχνία. Ακόμα και στις πιο τραγικές καταστάσεις δεν γίνεται μελοδραματική. Απλώς αποκαλύπτει το αιώνιο ανθρώπινο δράμα με στοιχεία κάποτε ακραία ρεαλιστικά που στηρίζονται σε πραγματικά γεγονότα και δεν είναι καθόλου μύθος και πλάσματα της φαντασίας της.
Οι ήρωές της, ο Σαρούτ με την Αμάλα διασχίζουν την Κόλαση αφήνοντάς μας μια στιφή γεύση και την αίσθηση ότι αυτός ο κόσμος της δυστοπίας δεν είναι μακριά μας και το χρέος μας για να ανατραπεί είναι μεγάλο.
*Ο Ζαχαρίας Καραταράκης είναι φιλόλογος