Τελικά, η απόβαση του Τούρκου Προέδρου Ταγίπ Ερντογάν με το επιτελείο του θα γίνει στην Αθήνα, αντί της Θεσσαλονίκης, όπως ήταν αρχικά προγραμματισμένη, ενώ συνεχίζει να βρίσκεται σε ισχύ η γνωστή  απειλή πολέμου. Όλα όμως που συνέβησαν στο Βερολίνο μπροστά στον Γερμανό καγκελάριο, δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια αισιοδοξίας  στην από εδώ μεριά  του Αιγαίου. Αν λάβουμε υπ’ όψιν μας τις γνώμες ή τις επιθυμίες διαφόρων,  αυτές παρουσιάζονται μοιρασμένες.

Όμως η γειτονική μας χώρα, λίγες μόλις μέρες πριν, προβαίνει κατά την συνήθη τακτική της σε νέες προκλήσεις ζητώντας την αποστρατικοποίηση της Ικαρίας, με αφορμή ασκήσεις των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Η αναφορά του Ερντογάν στο παρελθόν της Γερμανίας ξύνοντας την πληγή του συλλογικού μεταπολεμικού τραύματος με το οποίο είναι στιγματισμένοι οι  Γερμανοί εξαιτίας της συμπεριφοράς του Χίτλερ απέναντι στους Εβραίους, σίγουρα θα χτύπησε πολλά καμπανάκια στους πολιτικούς μας.

Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι ο Τούρκος  Πρόεδρος είναι απρόβλεπτος σε δηλώσεις και συμπεριφορές απέναντι σε όλους τους ηγέτες άλλων χωρών. Έτσι, παρά τις διπλωματικές και άλλες βαθιές συγγένειες της χώρας του με τη Γερμανία,  εντυπωσίασε άπαντες με εκείνη την προκλητική του παρουσία.  «Εμείς δεν χρωστάμε στο Ισραήλ, δεν συμμετείχαμε στο Ολοκαύτωμα», δήλωσε αφήνοντας τον Γερμανό καγκελάριο εμβρόντητο και υποστηρίζοντας ανοιχτά την τρομοκρατική, σύμφωνα με τις γνώμες των δυτικών, οργάνωση της Χαμάς.

Όλα αυτά μέσα στο πλαίσιο που προσπαθεί εναγωνίως να αναδείξει, έναν αιώνα μετά την  ίδρυση της δημοκρατίας, το νεοοθωμανικό όραμα και δόγμα της πατρίδας του, με σαφείς διεκδικήσεις και σε Αιγαίο και νοτιοανατολική Μεσόγειο, κάτι που ενδιαφέρει εμάς, ενώ δεν παραλείπει να αυτοανακηρύσσεται  σε ηγετική μορφή του σουνιτικού Ισλάμ. Βεβαίως αυτόν το δρόμο έχει επιλέξει στη διπλωματία και τον ακολουθεί πιστά.  Αντικειμενικός του σκοπός να αναδείξει τη χώρα του περιφερειακή ηγεμονική δύναμη στο επίπεδο των γνωστών άλλων υπερδυνάμεων.

Όσον αφορά τη χώρα μας, η αναφορά του ονόματος της Θεσσαλονίκης, ίσως να ήταν η αιτία που η συνάντηση μετακόμισε από εκεί στην πρωτεύουσα. Σε κάθε ομιλία του δεν παραλείπει να επαναλαμβάνει ότι τον αφορά οποιοδήποτε γεγονός λαμβάνει χώρα  στα Βαλκάνια, τον Καύκασο, από τη Μαύρη Θάλασσα και τη   Μεσόγειο, μέχρι τα βάθη της Ασίας, άλλοτε τονίζοντας τα πολιτικά και άλλες φορές τα πολιτιστικά σύνορα και ενδιαφέροντα της Τουρκίας. Ο ερχομός του εδώ, όμως, δημιουργεί σειρά ερωτημάτων σε μας.

Τι ακριβώς κρίσιμο έρχεται να συζητήσει στην Αθήνα που δεν έχει συζητηθεί έως τώρα στις δεκάδες συναντήσεις που έχουν γίνει ανάμεσα στις δύο πλευρές; Κι’ αν αρχίσει εκ νέου να σκιαγραφεί τις μεγαλόστομες σκέψεις του και να ξεδιπλώνει τις παράλογες τουρκικές απαιτήσεις του; Θα αποτελέσει αυτό πρόοδο, ή πισωγύρισμα στην όλη προσπάθεια;

Δεν παρατηρούμε κάθε λίγο οι υπουργοί του να επαναλαμβάνουν στις τηλεοράσεις τις αναφορές για αποστρατικοποίηση νησιών, κατάληψη από εμάς άλλων που δεν ήταν δικά  μας, για κυριαρχία ορισμένων, για τουρκική μειονότητα της Θράκης και συνεχή αγώνα για την χειραγώγηση της συγκεκριμένης μειονότητας, την προσπάθεια ελέγχου ολόκληρης της Κύπρου, την καθημερινή του ενασχόληση με τον εξοπλισμό της Τουρκίας με ό,τι καλύτερο μπορεί να αποκτήσει; Αφού είναι γνωστή και χιλιοειπωμένη η θέση της ελληνικής κυβέρνησης και όλων των πολιτικών κομμάτων, τι ακριβώς θα διαπραγματευτεί μαζί μας;

Ας ελπίσουμε ότι η όλη υψηλή συζήτηση θα περιστραφεί  γύρω από το ζήτημα της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, ή σε ορισμένες συμφωνίες μεταξύ ελληνικών και τουρκικών υπουργείων για τον τουρισμό, το μεταναστευτικό θέμα και σε κάποια άλλα θέματα πέραν των καυτών ζητημάτων που  αφορούν την ελληνική κυριαρχία σε Αιγαίο  και Ανατολική Μεσόγειο. Είναι όμως κανείς αφελής να πιστέψει ότι η πολιτική της Τουρκίας θα αλλάξει μετά απ’ όλα αυτά; Προφανώς όχι!

Ας είναι όμως όλοι προετοιμασμένοι για πιθανές εκπλήξεις εκείνη τη μέρα! Η αγωνία όμως όλων ημών, περιστρέφεται σε πιθανές υποχωρήσεις και παραχωρήσεις έναντι της γείτονος χώρας, για τις οποίες έχουμε την απαίτηση να  πληροφορηθούμε. Καινούργια Ίμια (1996), άλλες συμφωνίες τύπου Μαδρίτης (1997) που αναγνώριζε ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας στο Αιγαίο, κλπ, δεν είναι επ’ ουδενί αποδεκτές στην συνάντηση του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας  Ελλάδος-Τουρκίας στην Αθήνα.

Ούτε να κατευνάσουμε την Τουρκία, ούτε  να ικανοποιήσουμε την επιθυμία των συμμάχων για ήσυχα νερά στο Αιγαίο, ούτε και για κάποια μείωση του ελληνικού στρατιωτικού αποτυπώματος στα νησιά μας, που ακούσαμε σαν φιλική συμβουλή πριν λίγα χρόνια από επίσημα αμερικανικά χείλη!

* Ο Γεώργιος Νικ.Σχορετσανίτης είναι δ/ντής Χειρουργικής-συγγραφέας