Μετά την εκδήλωση του πραξικοπήματος κατά του Μακαρίου την  15η  Ιουλίου 1974 όλοι θεωρούσαν πιθανή τηv επέμβαση των Τούρκων στην Κύπρο, καθόσον η Τουρκία ως εγγυήτρια δύναμη, σύμφωνα με την συνθήκη Ζυρίχης και Λονδίνου είχε το δικαίωμα της επέμβασης στην  Κύπρο  για δήθεν αποκατάσταση του κυβερνητικού στάτους …

Η πιθανότητα κάθε μέρα, κάθε ώρα, μεγάλωνε και ενώ ή επέμβαση γινόταν πραγματικότητα οι εντολές από το Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων (Α.Ε.Δ.) μέχρι τα μεσάνυχτα της 19ης Ιουλίου ήταν στερεότυπες: «Μην προβαίνετε σε επιστράτευση, μην κάνετε κινήσεις που μπορούν να αποτελέσουν αφορμή επέμβασης από μέρους των Τούρκων, αυτοσυγκράτηση».

Η «ηγεσία» του συνόλου των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων κατά το πενθήμερο 15/7 έως 19/7 πού όλα έδειχναν ότι θα γίνονταν τουρκική εισβολή στην Κύπρο, εφησύχαζε στα θέρετρά της και δεν ελάμβανε  κανένα μέτρο για την αντιμετώπιση  του επικείμενου κινδύνου.

(Οι περισσότερες από τις μονάδες είχαν εμπλακεί στο πραξικόπημα κατά του Μακαρίου τους και  είχε προηγηθεί μετακίνηση των κυριότερων και πιο αξιόμαχων από αυτές, με διαταγή των ηγετών του πραξικοπήματος και με έγκριση του ΑΕΔ και βρίσκονταν διασκορπισμένες στην Νήσο).

Αποστολή της Μοίρας των F-84F

Από το σχέδιο Κ προβλεπόταν  αποστολή μιας  Μοίρας F-84F,  ενώ η Μοίρα αυτή βρισκόταν σε πλήρη ετοιμότητα από τις 19 Ιουλίου ύστερα από εισήγηση του Αρχηγού της Αεροπορίας Παπανικολάου και μάλιστα την 11.07 ώρα, δόθηκε διαταγή για απογείωση.

Η αιαταγή αυτή ακυρώθηκε μετά 2 λεπτά από το στρατηγό Μπονάνο, ο όποίος κατά τον Παπανικολάου , έλαβε απαγορευτική διαταγή από τον Στρατηγό ΓΚΙΖΙΚΗ, τότε «Πρόεδρο της Δημοκρατίας».

 

Αποστολή αεροσκαφών F-4 (Φάντομ)

Το πρωί της 22ας Ιουλίου διατάχθηκε η μεταστάθμευση 4ων  αεροσκαφών Δ/Β F-4 (Φάντομ) από το αεροδρόμιο της Ανδραβίδας και 2 αναχαιτίσεως από τη Τανάγρα στο αεροδρόμιο Ηρακλείου, προκειμένου νά επιτεθούν κατά του προγεφυρώματος της Κυρήνειας.

Το ετοιμοπόλεμο των αεροσκαφών και των πληρωμάτων τους ήταν μηδαμινό, η τεχνική εξυπηρέτηση των σχεδόν αδύνατη  λόγω της έλλειψης του μηχανισμού έλέγχου συστήματος πυρός. Για τον λόγο αυτό, προβλέπονταν ως χρόνος ετοιμασίας των αεροσκαφών για την εκτέλεση  της αποστολής ή 01.30-02.00 της 22ας Ιουλίου.

Επιπλέον, την ίδια μέρα  διατάχθηκαν άλλα τέσσερα αεροσκάφη Δ/Β F-4 (Φάντομ) για μεταστάθμευση στο Ηράκλειο, από το αεροδρόμιο της Ανδραβίδας. Η μεταφορά αυτή, τελικά, είχε σαν  αποτέλεσμα το ένα αεροσκάφος νά καταστραφεί εντελώς(οι καπνοί από την ανατίναξη της δεξαμενής καυσίμων έφθασαν στα σύννεφα)κατά την προσγείωσή του στο  Ηράκλειο και ένα άλλο νά τεθεί για πολύ χρόνο «έκτός ενέργειας».

Ολοι οι πιλότοι διεσώθηκαν με την έγκαιρη χρήση των μηχανισμών εκτίναξης των καθισμάτων τους ,εγκαταλείποντας το, γεγονός που συνηγορεί ότι οι πιλότοι είχαν διαπιστώσει έγκαιρα   κάποια τεχνική βλάβη..

Έτσι, σε μία απλή μεταφορά 4 αεροσκαφών, τα δύο ετέθησαν έκτός, δηλαδή το 50% της όλης δύναμης. Αυτό αποδεικνύει το βαθμό πτητικής και επιχειρησιακής ικανότητας των παραπάνω αεροσκαφών και το εγκληματικό λάθος της ηγεσίας νά σκεφθεί έστω και μόνο τη χρησιμοποίηση αυτών των σκαφών σε αντίθεση με την μη χρησιμοποίηση των ετοιμοπόλεμων F-84F

Τελικά την 14.00 και ενώ είχε πέσει ή Κυρήνεια και είχε γίνει δεκτή ή κατάπαυση του πυρός δια την 16.00 ώρα της ίδιας μέρας, ή αποστολή των F-4 (Φάντομ) ματαιώθηκε οριστικά.

Η ατολμία, η σύγχυση και η πλήρης αδυναμία ανταπόκρισης προς τις στιγμές αποτελούν τον κύριο χαρακτηρισμό της ηγεσίας των ένοπλων δυνάμεων κατά την παραπάνω χρονική περίοδο με αποτέλεσμα την κατάκτηση από τούς Τούρκους, κυπριακού εδάφους  και τη χρέωση των Ένόπλων Δυνάμεων με μία ήττα, πού ήταν δυνατό νά είχε αποφευχθεί κάτω από μίαν άλλη ηγεσία.

Η παρουσία λοιπόν στη περιοχή τόσο της αεροναυτικής δύναμης του 6ου Στόλου όσο και του βρετανικού έλικοπτεροφόρου συνιστούν έμμεση ανάμιξη στις επιχειρήσεις υπέρ των τουρκικών ένοπλων δυνάμεων, καθόσον καμία και για κανένα λόγο  βοήθεια παρείχαν στις Ελληνικές Δυνάμεις ή στις Δυνάμεις της Κυπριακής Εθνοφρουράς.

Όμως συζήτηση επί του πορίσματος δεν έγινε οι χιλιάδες σελίδες με τα πρακτικά των ακροάσεων και τα συνοδευτικά έγγραφα που προσκομίστηκαν στη Βουλή  χαρακτηρίστηκαν απόρρητα και κλειδώθηκαν στο αρχείο της Βουλής.Ο διαβόητος φάκελλος παραμένει κλειστός ενώ  αποτελεί κοινή συνείδηση ότι οι ένοχοι ήσαν πολλοί και η  προδοσία μεγάλη.

Συνέπεια της πολιτικής  αυτής της λήθης είναι οι ένοχοι να μην είναι ευδιάκριτοι πια, να επανέρχονται κατά καιρούς σε ανώτατα πολιτειακά αξιώματα και η κοινωνία να τους ανταμείβει και να νομίζουν πως τους ξεχάσαμε.!!!