Μεγάλη διαμάχη και ενστάσεις έχουν ξεσπάσει στις μέρες μας με αφορμή τη χορήγηση άδειας σε βαρυποινίτη (που κατηγορήθηκε για τρομοκρατία και καταδικάστηκε 11 φορές σε ισόβια κάθειρξη) όχι μόνον εντός της ελληνικής επικράτειας, αλλά και από τον διεθνή τύπο καθώς και από κυβερνήσεις ξένων χωρών, όπως των ΗΠΑ, της Μεγάλης Βρετανίας και την Τουρκία, οι οποίες προέβησαν σε έντονα διαβήματα προς την ελληνική κυβέρνηση.
Εδώ δεν θα εξετασθεί αν η συγκεκριμένη άδεια χορηγήθηκε καλώς ή κακώς (διότι ούτε αρμόδιος είμαι ούτε γνωρίζω τα πραγματικά περιστατικά), αλλά μόνον κατά πόσον το θεσμικό πλαίσιο, στο οποίο στηρίχτηκε η απόφαση, αρμόζει σ’ ένα καλά οργανωμένο δημοκρατικό καθεστώς, όπως είναι η χώρα μας. Το βασικό ερώτημα δηλαδή είναι από ποιον φορέα δόθηκε η άδεια και από ποιον θα έπρεπε να είχε δοθεί και κάτω από ποιες προϋποθέσεις.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι αυτή δόθηκε από την ανεξάρτητη Δικαιοσύνη και επομένως απεκδύεται πάσης ευθύνης σαν «Πόντιος Πιλάτος νίπτει τας χείρας της», ενώ είναι γνωστό ότι άλλαξε τον νόμο και τα 18 χρόνια , που ήταν ο ελάχιστος χρόνος έκτισης της ποινής, έγιναν μόνον 8. Η επιτροπή που χορήγησε την άδεια αποτελείται από 3 άτομα: έναν εισαγγελέα, τον διευθυντή των φυλακών και τον κοινωνικό λειτουργό. Κανείς από αυτούς δεν είναι δικαστής. Είναι δημόσιοι λειτουργοί, που έχουν τον υπουργό Δικαιοσύνης ως πολιτικό προϊστάμενο. Επομένως δεν πρόκειται για απόφαση της δικαιοσύνης, αλλά λειτουργών της, οι οποίοι έχουν άμεση ή έμμεση εξάρτηση από τον αρμόδιο υπουργό, δηλαδή την πολιτεία. Αμφισβήτηση υπάρχει αν η άδεια ήταν νόμιμη, αφού ο κρατούμενος δεν επέδειξε ρητή μεταμέλεια. Έτσι κατ’ ουσίαν η απόφαση είναι προϊόν κεκαλυμμένης βούλησης της κυβέρνησης, έστω και αν εμφανίζεται ότι είναι ξένη προς αυτήν. Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη ότι ο προηγούμενος εισαγγελέας δέχτηκε απειλές, επειδή αρνιόταν να συναινέσει στην χορήγηση της άδειας, και ως εκ τούτου αντικαταστάθηκε με τον τωρινό, όπως μεταδίδουν τα ΜΜΕ. Τυπικά λοιπόν η χορηγηθείσα άδεια δεν δόθηκε ούτε από τη Δικαιοσύνη ούτε από το Κράτος, αλλά από κρατικούς λειτουργούς και υπαλλήλους, οι οποίοι ιεραρχικά υπάγονται στον υπουργό Δικαιοσύνης. Το επόμενο ερώτημα είναι ποια σημεία πρέπει να προσέξει η Κυβέρνηση, ώστε η απόφαση να είναι πιο δίκαιη και να έχει μεγαλύτερη διαφάνεια. Τα βασικά σημεία θα πρέπει να είναι κατά τη γνώμη μου τρία:
1). Ο νόμος πρέπει να είναι σαφής, ώστε να μην παρουσιάζονται αμφισβητήσεις και διαφορετικές ερμηνείες. Πρέπει για παράδειγμα να αναφέρεται ρητά αν προϋπόθεση είναι η λόγω και έργω μεταμέλεια του κρατούμενου, ώστε να μην υπάρξει διαφωνία των ερμηνευτών του νόμου, όπως έγινε στην παρούσα περίπτωση. Ένα από τα βασικά επιχειρήματα των διαφωνούντων ήταν ότι ο κρατούμενος δεν επέδειξε μετάνοια.
2). Η (κρυφή) επιτροπή που θα χορηγεί την άδεια με βάση τις εισηγήσεις των σωφρονιστικών υπαλλήλων, πρέπει να προστατεύεται, επειδή τα μέλη της δέχονται απειλές καθώς και οι οικογένειές του, ώστε να μην αφήνονται έκθετοι και βορά των βαρυποινιτών, πράγμα που έχει σημειωθεί επανειλημμένως κατά το παρελθόν. Με ποιο τρόπο θα συντελείται, αυτό είναι έργο της πολιτείας. Θα μπορούσε όμως να αντλήσει κανείς ιδέες από παρόμοιες περιπτώσεις.
Στις πανελλήνιες εξετάσεις π.χ. ο υποψήφιος δεν γνωρίζει ποιος καθηγητής τον βαθμολόγησε. Επίσης οι αστυνομικοί, που μεταφέρουν επικίνδυνα άτομα έχουν καλυμμένα τα πρόσωπά τους με κουκούλες, ώστε να μην αναγνωρίζονται από τους κρατούμενους για ευνόητους λόγους. Ο αδειούχος θα πρέπει να φορεί ηλεκτρονικό δακτυλίδι, διότι κανείς δεν είναι υπεράνω πάσης υποψίας, η δε απόδραση δεν είναι προβλέψιμη.
3). Ο υπουργός Δικαιοσύνης θα πρέπει να έχει το δικαίωμα της αρνησικυρίας, να ασκεί δηλαδή βέτο στην όποια απόφαση της επιτροπής, διότι τελικά υπεύθυνο θα πρέπει να είναι το επίσημο κράτος, όταν δεν εμπλέκεται η Δικαιοσύνη. Το μόνο αρμόδιο να αναλάβει το βάρος της ευθύνης είναι το ίδιο το κράτος και όχι οι μεμονωμένοι υπάλληλοί του. Με αυτό θα διαλέγονται και από αυτό θα ζητούν ευθύνες τόσο οι πολίτες όσο και οι κυβερνήσεις ξένων κρατών.
Τούτο δε διότι για ό,τι συμβαίνει σε κάθε χώρα σε τελευταία ανάλυση υπεύθυνο είναι το ίδιο το κράτος.